Εχει περάσει περίπου μία εβδομάδα από την πολυαναμενόμενη και υπερδιαφημισμένη ομιλία του Αλέξη Τσίπρα μετά το θρυλούμενο rebranding και η αλήθεια είναι πως δεν φαίνεται να προκάλεσε κάποια αξιοσημείωτη αλλαγή στο perception που έχουν οι πολίτες για τον πρώην πρωθυπουργό, ούτε κάποια αίσθηση προσμονής για τις πολιτικές του κινήσεις. Ισως για δυόμισι κυρίως λόγους. Ο πρώτος έχει να κάνει με το περιεχόμενο της ομιλίας. Ο πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ συμπεριέλαβε όρους, οι οποίοι όχι απλά δεν ταιριάζουν στο προφίλ του, αλλά τους είχε πολεμήσει λυσσαλέα, ελάχιστα χρόνια πριν και συνεχίζει να τους πολεμά το κόμμα στο οποίο είναι εν ενεργεία βουλευτής. Ο κ. Τσίπρας μίλησε διεξοδικά για «πατριωτισμό», «συμπράξεις με τον ιδιωτικό τομέα» και διάφορες ακόμα έννοιες και πολιτικές που είχαν δαιμονοποιηθεί την περίοδο της διακυβέρνησής του, την οποία ταυτοχρόνως υπερασπίστηκε με σθένος. Την ίδια στιγμή, αναφέρθηκε σε άλλες έννοιες που προκάλεσαν δεύτερες σκέψεις. Επιχειρηματολόγησε φερ’ ειπείν για την τωρινή απομάκρυνση της Ελλάδας από τους ευρωπαϊκούς δείκτες – ένας πολιτικός που διεξήγαγε ένα αμιγώς αντιευρωπαϊκό δημοψήφισμα, ακολουθώντας παγίως ρητορική καθαρά αντιευρωπαϊκή. Μάλιστα εστίασε την απομάκρυνσή μας από το ευρωπαϊκό υπόδειγμα, τόσο σε οικονομικό όσο και θεσμικό επίπεδο, δημιουργώντας αναπόφευκτα συγκρίσεις.

Για το μεν πρώτο σκέλος – το οικονομικό – τη μείωση που έχει επιτευχθεί στο επίπεδο της ανεργίας από το 17,2% τον Ιούνιο του 2019 στο 7,9% τον Σεπτέμβριο του 2025 και την αύξηση του κατώτατου μισθού από τα 650 ευρώ το 2019 στα 880 ευρώ το 2025. Για το δεύτερο σκέλος (το θεσμικό) έφερε στον νου εκείνη την εποχή που προστατευόμενοι μάρτυρες προσπαθούσαν να κλείσουν στη φυλακή πολιτικούς αντιπάλους από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, αλλά και την καταδίκη δύο υπουργών του ΣΥΡΙΖΑ από το Ειδικό Δικαστήριο για παράβαση καθήκοντος.

Ο δεύτερος λόγος που δυσχεραίνει το εγχείρημα της επιστροφής έχει να κάνει με αιτίες εγγενείς. Δηλαδή, σε ποιους απευθύνεται; Ποια δεξαμενή προσπαθεί να κερδίσει; Το κεντρώο μετριοπαθές ακροατήριο που έως σήμερα βλέπει στα social media υποστηρικτές του πρώην πρωθυπουργού να χυδαιολογούν επιδιδόμενοι σε δολοφονίες χαρακτήρα; Την ώρα που οι κεντρώοι μετριοπαθείς ψηφοφόροι τον άκουγαν με το ένα αφτί να ζητάει να ξεφύγουμε από την τοξικότητα, με το άλλο άκουγαν υποστηρικτές του να φωνάζουν «Μητσοτάκη γαμ@@σαι», αναπτύσσοντας ψεκασμένες θεωρίες για ξυλόλια και «υπουργούς δολοφόνους». Ο κ. Τσίπρας μοιάζει να προσπαθεί να στηρίξει ένα προφίλ που δεν εκφράζει ούτε τον ίδιο, απογοητεύοντας μάλιστα ταυτόχρονα το παραδοσιακά ριζοσπαστικό του ακροατήριο, το οποίο όμως με το τέλος της κρίσης έγινε τόσο μειοψηφικό που πια είναι αδύνατον να εκλέγει ή να ρίχνει κυβερνήσεις.

Ο τελευταίος ίσως λόγος της δυσκολίας του να πείσει είναι η εξαιρετικά μικρή χρονική απόσταση από την περίοδο διακυβέρνησής του και οι πολύ νωπές μνήμες από τις μέρες εκείνες που ο Βαγγέλης Βενιζέλος τον κατηγορούσε για τον «εκτσογλανισμό της κοινωνίας».

Ολα αυτά βεβαίως έχουν νόημα εάν η συζήτηση γίνεται με όρους αμιγώς λογικής. Κάτι στο οποίο δεν υπακούει απαραίτητα το εκλογικό σώμα. Ηταν μόλις μία δεκαετία πριν όταν οι πολίτες ψήφιζαν με κλειστές τράπεζες τον Αλέξη Τσίπρα για να συγκροτήσει μία «πρώτη φορά αριστερή» κυβέρνηση παρέα με τον Πάνο Καμμένο. Κι αυτό επειδή τον πίστεψαν όταν έλεγε ότι θα βαράει τα νταούλια και οι αγορές θα χορεύουν.

Εν κατακλείδι, στην πολιτική ζωή της Ελλάδας με σιγουριά… ποτέ δεν ξέρει κανείς.