Πώς ήταν να ζεις με την Πατρίσια Χάισμιθ τους τελευταίους μήνες της ζωής της; Πριν από την έναρξη των φοιτητικών της σπουδών σε ένα κολέγιο της Ισπανίας, η αγγλόφωνη Eλενα Γκοσάλβεζ Μπλάνκο (σημερινή διευθύντρια του τμήματος διεθνών αποφοίτων του Yale) μετακόμισε στο σπίτι της συγγραφέως στις Eλβετικές Αλπεις για να εργαστεί ως βοηθός της. Η Χάισμιθ βρισκόταν στο τελευταίο στάδιο καρκίνου στον πνεύμονα, ήταν θυμωμένη, έγραφε γράμματα με φακό για να κάνει οικονομία στο ηλεκτρικό ρεύμα, έτρωγε σούπες μινεστρόνε και έπινε πολύ μπίρα από το κονσερβοκούτι. Η νεαρή φοιτήτρια τότε Γκοσάλβεζ Μπλάνκο είχε διαβάσει μόνο ένα βιβλίο της Χάισμιθ – το «Tremor of Forgery» – στο ταξίδι της με το τρένο πριν τη συναντήσει στο Τέγκνα, ένα χωριό πέντε χιλιόμετρα έξω από το Λοκάρνο. Οταν έφτασε εκεί, σε ένα σπίτι με κήπο μπρουταλιστικής αρχιτεκτονικής σε σχήμα U, η Πατ τη ρώτησε: «Σου αρέσει ο Χεμινγκγουέι;». «Οχι», απάντησε. «ΜΙΣΩ τον Χεμινγκγουέι!». Και έτσι έγινε δεκτή για να περάσει μια λογοτεχνικής αξίας περιπέτεια με τη διάσημη συγγραφέα ιστοριών ψυχολογικών θρίλερ και εγκλημάτων. Για αυτές τις έντονες και παράδοξες μέρες της νιότης της γράφει στο «The Yale Review» τιμώντας την απομονωμένη συγγραφέα που περνούσε τον καιρό της σκεπτόμενη το τέλειο έγκλημα.
«Η Πατ, ένα queer άτομο που δεν ένιωσε ποτέ αποδεκτή από την κοινωνία και που δυσκολευόταν να αποδεχθεί τον ίδιο της τον queer εαυτό. Δεν το ήξερα τότε, αλλά πριν από πολλά χρόνια είχε γράψει στο ημερολόγιό της ότι δεν υπάρχουν σεξουαλικά ικανοποιημένοι δολοφόνοι. Το έγραψε περίπου την εποχή που δημιουργούσε τον Ρίπλεϊ. Ηταν προφανές ότι η ανεκπλήρωτη επιθυμία ήταν ο καταλύτης του εγκλήματος στον κόσμο της Πατ. Οπως στη σειρά των ιστοριών του Ρίπλεϊ, η Πατ μπορούσε να είναι γοητευτική αλλά και σκοτεινή, κτητική, παράλογη και ανυπόμονη».
Προδομένη
Λίγες εβδομάδες προτού η Χάισμιθ μπει στο νοσοκομείο, η Ελενα Γκοσάλβεζ Μπλάνκο την αποχαιρέτησε για να περάσει τα Χριστούγεννα με την οικογένειά της στην Ισπανία και για να δώσει εξετάσεις του πρώτου εξαμήνου. Η Χάισμιθ ήταν απόμακρη και δακρυσμένη τής είπε ότι ένιωθε «προδομένη, έτσι όπως έκαναν και οι άλλοι».
«Ηταν κλειστή και ανησυχούσε για το τι θα έλεγαν οι άλλοι για αυτήν. Πολύ αργότερα διάβασα ότι όταν ήταν νέα ένιωθε ενοχές για την ομοφυλοφιλία της και έτσι την έκρυβε, βγαίνοντας με άντρες και δοκιμάζοντας ακόμα και την ψυχανάλυση για να μπορέσει να παντρευτεί έναν άντρα, έναν συνάδελφο συγγραφέα που ήταν καλός της φίλος. Ολη αυτή η αρνητικότητα και η απογοήτευση που εξέπεμπε η Πατ φαινόταν να προέρχεται από μια βαθιά ενοχή για το ότι ήταν αυτή που ήταν. Μετά τη δημοσιοποίηση των ημερολογίων της, κάποια άρθρα σημείωναν ότι είχε στιγμές που μπορούσε να αποδεχθεί ότι ήταν λεσβία και δεν την ενοχλούσε το σημαντικό πρόβλημα με το αλκοόλ που αντιμετώπιζε.
Εχουν γραφτεί πολλά για τις φοβίες, τα τραύματα και την πολύπλοκη ζωή της Πατ. Το μόνο που έχω να πω είναι ότι λαχταρούσε να αγαπηθεί. Οσο σκληρή ήταν με τους ανθρώπους τόσο βαθιά εκτιμούσε όσους ήταν καλοί μαζί της. Θα της άρεσε πολύ το γεγονός ότι ταινίες όπως το “Carol” (2015) και τηλεοπτικές σειρές όπως το “Ripley” (2024) που ανέβηκε στο Netflix εξακολουθούν να γίνονται με βάση τα βιβλία της και ότι φέρνουν νέους αναγνώστες στο έργο της».







