Με μια ασαφή, αλλά πολλά υποσχόμενη, δήλωση περί «συνεργασίας του Παρθενώνα» που είχε στόχο να λειτουργήσει ως επικοινωνιακό πυροτέχνημα αλλά χωρίς καμία επί της ουσίας μετακίνηση της θέσης του Βρετανικού Μουσείου σχετικά με το ζήτημα του επαναπατρισμού των Γλυπτών του Παρθενώνα επιχείρησε να ταράξει τα νερά ο αναπληρωτής διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου, Τζόναθαν Γουίλιαμς σε δηλώσεις του στη δημοσιογράφο Σάρα Μπάξτερ που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Sunday Times Culture.

«Αυτό που ζητάμε είναι μια ενεργή «συνεργασία του Παρθενώνα» με τους φίλους και τους συναδέλφους μας στην Ελλάδα. Πιστεύω ακράδαντα ότι υπάρχει χώρος για μια πραγματικά δυναμική και θετική συζήτηση μέσα στην οποία μπορούν να βρεθούν νέοι τρόποι συνεργασίας», συνεχίζει στο ίδιο ασαφές ύφος ο Τζόναθαν Γουίλιαμς στο δημοσίευμα υπό τον τίτλο «Γιατί τα Γλυπτά του Παρθενώνα πιθανόν να επιστραφούν στην Ελλάδα;» και στο οποίο φιλοξενούνται δηλώσεις του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη – που υποστηρίζει ότι «θέλουμε μεγάλα βήματα» -, της υπουργού Πολιτισμού, Λίνας Μενδώνη – η οποία θεωρεί ότι «το κλίμα έχει αλλάξει» – και του διευθυντή του Μουσείου Ακρόπολης, Νίκου Σταμπολίδη, ο οποίος αναφέρει ότι «δεν ζητάμε τα Γλυπτά για εμάς, αλλά για την ανθρωπότητα».

Οταν όμως καλείται να γίνει πιο συγκεκριμένος συντάσσεται απολύτως με όσα δήλωσε πριν από ενάμισι μήνα ο πρόεδρος του μουσείου, Τζορτζ Οσμπορν περί δανεισμού των Γλυπτών. «Υπάρχουν πολλά υπέροχα πράγματα που θα χαιρόμασταν να δανειστούμε και να δανείσουμε. Είναι αυτό που κάνουμε», ξεκαθάρισε ο Τζόναθαν Ουίλιαμς, ο οποίος μεταξύ άλλων υποστήριξε ότι τα Γλυπτά αποτελούν «απολύτως αναπόσπαστο μέρος» της συλλογής του Βρετανικού Μουσείου και απέρριψε την ιδέα της αντικατάστασης των Γλυπτών με τρισδιάστατης εκτύπωσης αντίγραφά τους.

Πιέσεις. Για ποιο λόγο οι Βρετανοί επανέρχονται, όμως, επαναλαμβάνοντας την πρόθεση περί δανεισμού που είναι γνωστό πως η Αθήνα δεν θα κάνει δεκτή, δημιουργώντας, ωστόσο, την εντύπωση πως είναι έτοιμοι να ξεκινήσουν διάλογο με την ελληνική πλευρά;

Και σε αυτό το ερώτημα έχει απάντηση ο Τζόναθαν Γουίλιαμς, ο οποίος παραδέχεται ότι πρέπει να «αλλάξει η θερμοκρασία της συζήτησης». Ανάγκη που προκύπτει προφανώς από την πίεση που υφίσταται το Βρετανικό Μουσείο τόσο από την UNESCO, όσο και από τη διεθνή κοινή γνώμη και η οποία το εξωθεί, όπως όλα δείχνουν, να τροποποιήσει τη ρητορική του, χωρίς επί της ουσίας να αλλάζει στάση.

Στο θέμα αναφέρθηκε αναλυτικά με μισάωρο αφιέρωμά του και ο ραδιοφωνικός σταθμός LBC του Λονδίνου με καλεσμένους τον πρώην υφυπουργό Πολιτισμού και Ψηφιακής Οικονομίας στην κυβέρνηση Κάμερον, Εντ Βέιζι, ο οποίος τοποθετήθηκε υπέρ του επαναπατρισμού των Γλυπτών, χαρακτηρίζοντας τα επιχειρήματα της Ελλάδας «ακλόνητα και πειστικά», ενώ στην ίδια εκπομπή επί του θέματος τοποθετήθηκε και ο ανταποκριτής των «ΝΕΩΝ», Γιάννης Ανδριτσόπουλος, ο οποίος επεσήμανε ότι «για να κατανοήσουν οι Βρετανοί τι σημαίνει η αρπαγή των Γλυπτών μπορούν να σκεφτούν τι θα συνέβαινε αν η Ελλάδα παρακρατούσε κομμάτια του μνημείου Στόουνχεντζ και δεν τα επέστρεφε στη Βρετανία».