Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Ενας ολόκληρος κόσμος είναι ο κόσμος του Μποστ, του Μέντη Μποσταντζόγλου (Χρύσανθος Βοσταντζόγλου, 1918-1995), του καλλιτέχνη και δημιουργού με το εντελώς προσωπικό και μοναδικό στυλ και ύφος. Σκιτσογράφος, γελοιογράφος, στιχουργός, ζωγράφος και θεατρικός συγγραφέας ο Μποστ μάς παρέδωσε μια πλούσια παρακαταθήκη φτιαγμένη από ανορθόγραφες λέξεις, γλωσσικά ηχητικά παιχνίδια και πρόσωπα της σύγχρονης Ελλάδας ανακατεμένα με ιστορικές μορφές ντόπιας, και όχι μόνον, καταγωγής. Στο σύμπαν του Μποστ το σατιρικό στοιχείο είναι αυτό που κυριαρχεί καθώς στοχεύει σε όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά του νεοέλληνα: μικροαστός και ημιμαθής, έλκεται από την ξενομανία και τον νεοπλουτισμό, ενώ προσπαθεί να φανεί καλύτερος από αυτό που είναι, διατηρώντας πάντα μια υψηλότερη ιδέα για τον εαυτό του.
Παράλληλα το θεατρικό σύμπαν, με τις καρικατούρες και τις σκηνικές «ανορθογραφίες» του, διαθέτει μια ειλικρίνεια, μια αθωότητα και μια αμεσότητα, είναι εύστοχο και αποφεύγει κάθε μορφής χυδαιότητα.
Η «συνάντηση» του Μποστ με το θέατρο Στοά, τον Θανάση Παπαγεωργίου και τη Λήδα Πρωτοψάλτη μετρά πολλά χρόνια, από τότε που ο συγγραφέας παρακολουθούσε το θεατρικό ζευγάρι ως θεατής. Ξεκίνησαν με τη «Φαύστα», συνέχισαν με τη «Μήδεια», και μέσα στα χρόνια «συγγένεψαν» θα μπορούσε να πει κανείς, κάτι που έρχεται να επιβεβαιώσει και η επιστροφή τους στον Μποστ με την επετειακή παράσταση «Ακούω ήχον κώδωνος», για τα 50 χρόνια λειτουργίας της Στοάς.
ΜΩΣΑΪΚΟ ΗΡΩΩΝ. Με τη «Φαύστα» στη βάση και την αφετηρία, το «Ακούω ήχον κώδωνος» αποτελεί ένα ευφάνταστο σκηνικό μωσαϊκό των ηρώων του Μποστ: Γιατί με κάποιον τρόπο είναι όλοι εκεί, ξεκινώντας από τη Φαύστα και την οικογένειά της, για να προστεθούν στη συνέχεια όλοι σχεδόν οι ήρωες του ευφάνταστου δημιουργού, που θα συναντηθούν στο γλέντι του γάμου ανάμεσα στο Ριτσάκι και τον Πάρι. Είναι λοιπόν εκεί ο Γιάννης και το Ριτσάκι, η Μήδεια και ο Ιάσων, η Καλόγρια, η Μαρία Πενταγιώτισσα, ο Κολόμβος, ο κύριος και η κυρία Ιατρού με τον γιο τους, ο πάτερ Αμβρόσιος, ο Πάρις, η Μαριάνθη.
Ο Θανάσης Παπαγεωργίου, με τη γνώση και την αγάπη για τον Μποστ, κι έχοντας συνοδοιπόρο την έμπειρη Λήδα Πρωτοψάλτη, έφτιαξε επί σκηνής τον κόσμο του Μποστ, με πινελιές του σήμερα, του τώρα. Σαν μια ορχήστρα λαϊκή με τη συμμετοχή του Διονύση Τσακνή, η παράσταση είναι μοιρασμένη στα δύο. Στο πρώτο μέρος η πρόζα κυριαρχεί. Το σπίτι της Φαύστας επισκέπτονται οι πάντες, από τη Μήδεια και τη Μαρία Πενταγιώτισσα ως την Καλόγρια και την οικογένεια Ιατρού. Στο δεύτερο, το γλέντι του γάμου δεσπόζει, οπότε το μουσικό κομμάτι έρχεται στην επιφάνεια μαζί με ήρωες ευρείας γκάμας - από τον Ιάσονα ως τον Κολόμβο...
Υπάρχει μια ροή μέσα στην παράσταση, μια φυσική ροή που υπαγορεύεται από τη δεδομένη πια συγγένεια των Παπαγεωργίου - Πρωτοψάλτη (η παρουσία της ως Μήδειας είναι καθοριστική) με τον Μποστ. Καλοχτισμένη στη δομή της, μεστή και με τη λιτότητα που εμπεριέχει, σχεδόν αντιφατικά, η γλώσσα του συγγραφέα, το «Ακούω ήχον κώδωνος» είναι μια θεατρική γιορτή. Η Αννα Μονογιού, η Εύα Καμινάρη, ο Γιώργος Ζιόβας μαζί με όλον τον θίασο δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους.
Η Επίδαυρος των «ξένων»
Ενας Ολλανδός και ένας Γερμανός είναι η φετινή συμμετοχή των ξένων στην Επίδαυρο: ο Γιόχαν Σίμονς (φωτογραφία) που ανοίγει τα φετινά Επιδαύρια με την «Αλκηστη» του Ευριπίδη (1 & 2/7) και ο Ούλριχ Ράσε που θα παρουσιάσει τον «Αγαμέμνονα» του Αισχύλου (22-23/7) αποτελούν τις φετινές μετακλήσεις, με δύο παραγωγές που θα δώσουν την πρεμιέρα τους στην αργολική γη. Η συμμετοχή τους στο φετινό Φεστιβάλ εντάσσεται πλέον σε μια «συνήθεια» που τα τελευταία χρόνια θεωρείται σχεδόν αυτονόητη – και πάντα ενδιαφέρουσα. Γιατί οι «ξένοι» έχουν πάντα κάτι νέο, κάτι διαφορετικό να προτείνουν, μια άλλη ματιά επάνω στο αρχαίο δράμα, μια διαφορετική ανάγνωση, είτε το αποτέλεσμα κριθεί θετικό είτε όχι.
Δεν ήταν όμως πάντα έτσι τα πράγματα: Οι δεκαετίες που έχουν μεσολαβήσει από τότε που ιδρύθηκε ο θεσμός των Επιδαυρίων έχουν φέρει πολλές και ποικίλες αλλαγές. Κι όπως είναι λογικό, έχουν επιδράσει στο κοινό, το οποίο περιμένει πλέον τους ξένους και δεν τους «φοβάται». Στόχος είναι να μοιραστεί μαζί τους το «καινούργιο» – ακόμα και για να το γιουχαΐσει, όπως έχει συμβεί, αλλά χωρίς καχυποψία και στενομυαλιά.
Η πρώτη-πρώτη παράσταση πάντως αρχαίου δράματος στο θέατρο του Πολυκλείτου από ξένο θίασο μας γυρίζει χρόνια πίσω: ήταν ο «Αγαμέμνων» του Αισχύλου από τον Ομιλο Αρχαίου Θεάτρου της Σορβόννης, πιθανώς το 1947. Η παράσταση μνημονεύεται στο βιβλίο «Ελληνικό καλοκαίρι» του Ζακ Λακαριέρ για τον πολύ απλό λόγο ότι συμμετείχε ο ίδιος ως φοιτητής. Το ’55 το ίδιο θεατρικό σχήμα με τους «Πέρσες» του Αισχύλου από τον Μορίς Ζακμόν.
Από τότε μεσολάβησαν σχεδόν τρεις δεκαετίες, αλλά το σκηνικό άλλαξε: Το 1982 ήταν ο σερ Πίτερ Χολ με το Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας και την «Ορέστεια» και έκτοτε ο κορυφαίος σκηνοθέτης ήρθε και ξαναήρθε στην Επίδαυρο, όπως και ο κορυφαίος Πέτερ Στάιν – από το 1994 με την «Ορέστεια» ως το 2008 με την «Πενθεσίλεια» του Κλάιστ. Ακολούθησαν, μεταξύ άλλων, οι Στούρουα, Λάνχοφ, Ρονκόνι, Σουζούκι, Φόκιν, Μπαντόρα, Βασίλιεφ, Μέντες, Γκότσεφ, Οστερμάιερ, Βαν Χόβε. Ευτυχώς αυτή η συνήθεια συνεχίζεται...