Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Πρέπει να αφήσεις πίσω σου τα δεκάδες σκάφη, αραγμένα στη μαρίνα. Να περάσεις από την άδεια πλατεία και τα σπίτια που παραπέμπουν σε πόλη του Μεξικού - με ροδοκόκκινη πρόσοψη και μεγάλες εσωτερικές αυλές - και να ανηφορίσεις το περιποιημένο μονοπάτι ανάμεσα στα πεύκα, πριν καν πατήσεις το πόδι σου σε τούτο τον επίγειο παράδεισο, το νησάκι Πορκερόλ στη Νότια Γαλλία. Κάπου δέκα λεπτά αργότερα το κάστρο του λιλιπούτειου νησιού, που απέχει περίπου μιάμιση ώρα από τη Μασσαλία κι άλλο τόσο από τη Νίκαια, αφιερωμένο στην Αγία Αγαθή, αποκαλύπτει την αμυντική αρχιτεκτονική του 16ου αιώνα, αλλά και μια θέα 360 μοιρών. Κι αν αρχικά το βλέμμα παρασύρεται από τα καταγάλανα νερά, τον μοναδικό ανεμόμυλο και τον φάρο στο βάθος, μια βίλα περιτριγυρισμένη από έναν αμπελώνα τραβά την προσοχή, καθώς είναι από τα ελάχιστα κτίσματα στο εσωτερικό του νησιού. Η στενή πέτρινη σκάλα που οδηγεί στο πιο ψηλό σημείο του κάστρου κρύβει μια έκπληξη: ένα σύννεφο που αιωρείται κλεισμένο σε μια προθήκη και περιβάλλεται από ένα ηχοτοπίο φτιαγμένο από κιθάρες που παίζονται με κατσαβίδια και μπάντζο που χρησιμοποιούνται ως βιολιά. Πρόκειται για εγκατάσταση του Αργεντινού Λεάντρο Ερλιχ και του συγκροτήματος Μοριάρτι, που ανοίγει τον δρόμο προς τη βίλα μέσα στο δάσος: ένα έργο - «προάγγελο» της έκθεσης του εικαστικού ιδρύματος Καρμινιάκ, το οποίο έχει μετατρέψει το Πορκερόλ σε προορισμό για φιλότεχνους.
Παίρνοντας ξανά το μονοπάτι - στο νησί δεν κυκλοφορούν παρά μόνο ποδήλατα και δεν επιτρέπεται το κάπνισμα για λόγους πυρασφάλειας -, σε λίγα λεπτά η ξύλινη διακριτική πινακίδα μάς ενημερώνει ότι φτάσαμε στο ίδρυμα Καρμινιάκ, παιδί της ομώνυμης συλλογής του επιχειρηματία Εντουαρντ Καρμινιάκ, που περιλαμβάνει 300 και πλέον έργα σύγχρονης τέχνης, όπως μας ενημερώνει ο γενικός διευθυντής Σαρλ Καρμινιάκ.
Εξω από το πέτρινο κτίσμα μάς υποδέχεται ένα μυθικό τέρας από χαλκό, το ύψος του οποίου ξεπερνά τα 3 μ., με την υπογραφή του Μικέλ Μπαρσελό - ένα από τα 19 μόνιμα έργα του εκθεσιακού χώρου. Στο εσωτερικό, κι αφού αφήσουμε τα παπούτσια μας σε ειδικά ράφια, κατεβαίνουμε τη σκάλα (επειδή η περιοχή είναι προστατευόμενη και απαγορεύεται η ανέγερση ή η επέκταση των υφιστάμενων οικοδομών, ο εκθεσιακός χώρος των 2.000 τ.μ. είναι υπόσκαφος και λουσμένος στο φυσικό φως) για να «βυθιστούμε» στη φετινή περιοδική έκθεση, που φέρει άρωμα Ελλάδας στον τίτλο: «Το όνειρο του Οδυσσέα» (ως τις 16 Οκτωβρίου).
Το κορδόνι στην κουπαστή της σκάλας εξελίσσεται σε ένα δέντρο γεμάτο τριχοειδή μπλε κλαδιά που θυμίζουν τις αρτηρίες στο ανθρώπινο σώμα - η μόνιμη εγκατάσταση της Τζανάινα Μέλο Λαντίνι -, ενώ ακούγεται ήχος από νερό που πέφτει με ένταση. Η πηγή θα αποκαλυφθεί πίσω από τη λευκή πόρτα. Εκεί όπου 100 μεταλλικοί σολομοί και λαβράκια, μεταξύ άλλων ψαριών, λειτουργούν σαν σιντριβάνια στο εντυπωσιακό έργο του Μπρους Νάουμαν και προετοιμάζουν τον επισκέπτη για να χαθεί στον λαβύρινθο που οραματίστηκε ο επιμελητής της φετινής έκθεσης Φραντσέσκο Στόκι, υπεύθυνος και για το ελβετικό περίπτερο στη φετινή Μπιενάλε της Βενετίας. Ενας λαβύρινθος που παραπέμπει, όπως μας εξηγεί ο εμπνευστής του, στο δεκαετές, επίσης, λαβυρινθώδες ταξίδι του Οδυσσέα. Αντί για Λαιστρυγόνες και Κύκλωπες, 70 έργα σύγχρονης τέχνης - από τη συλλογή Καρμινιάκ, δάνεια και νέες παραγωγές -, με υπογραφές όπως του Ρόι Λίχτενσταϊν και του Αντι Γουόρχολ, της Σίντι Σέρμαν και του Εγκον Σίλε, του Βίλεμ ντε Κούνινγκ, του Ουρς Φίσερ, της Λουίζ Μπουρζουά, του Γουίλιαμ Κέντριτζ, της Χάριτος Επαμεινώνδα, του Μαν Ρέι και του Γκέρχαρντ Ρίχτερ, επιχειρούν να λειτουργήσουν ως υπομνήσεις των στάσεων του Οδυσσέα, τοποθετημένα σε μία δαιδαλώδη διαδρομή που σχεδίασε η σκηνογράφος Μαργκερίτα Πάλι, που υπηρετεί με συνέπεια την άρτια επιμελημένη έκθεση, καθώς «εξαπατά» τον θεατή, τον «παγιδεύει» και τον αναγκάζει συχνά να επιστρέφει στα ίδια σημεία.
ΤΑ ΠΑΝΙΑ ΤΟΥ ΙΣΤΙΟΦΟΡΟΥ. Στις κορυφαίες στιγμές της έκθεσης, τα ανεστραμμένα - σαν βυθισμένα - πανιά ενός ιστιοφόρου (έργο του Χόρχε Πέρις) κάτω από την ειδικά κατασκευασμένη γυάλινη οροφή με νερό, δημιουργώντας την αίσθηση ότι βρισκόμαστε κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Η διάφανη κλεψύδρα της Μπενουά Πάιπ, προγραμματισμένη να αδειάσει σε μία χιλιετία, το μηχανικό μαύρο τέρας του Αρκάντζελο Σασολίνο που καθημερινά «τρώει» ένα κόκαλο και τα δύο έργα με τα οποία ανοίγει και κλείνει η έκθεση, του Μαρσιέλ Ρέις, που αποτελούν σχόλια για τον ρόλο της Πηνελόπης.
Η συνέχεια γράφεται στον «σπαρμένο» με γλυπτά και εγκαταστάσεις κήπο, με τον βίσονα του Αντριαν Βίλαρ Ρόχας κοντά στις κρήνες του Ολαφούρ Ελίασον, τον λαβύρινθο από καθρέφτες του Γέπε Χάιν και το χάλκινο, μεταξύ άλλων, υπερμέγεθες μπονσάι του Τομ Σαχς.
Οταν η περιήγηση - με τη βοήθεια χάρτη - ολοκληρωθεί, λίγο πριν από την έξοδο ένας μακρύς κορμός δέντρου έχει μετατραπεί σε παγκάκι για όσους θέλουν να ξεδιψάσουν με ένα από τα προσφερόμενα αφεψήματα που ολοκληρώνουν την απόπειρα «προσομοίωσης» του ταξιδιού του Οδυσσέα: ένα της λήθης κι ένα της μνήμης με βότανα από την περιοχή, δημιουργία της εθνοβοτανολόγου Κλάρις λε Μπας και του εικαστικού Λοράν Ντερομπέρ. «Οι περισσότεροι επισκέπτες προτιμούν το αφέψημα της μνήμης», μας είπαν οι οικοδεσπότες. Ισως επειδή δύσκολα κάποιος θα θελήσει να ξεχάσει το Πορκερόλ.