Σύμφωνα με τον Πολ Λέβιν, ερευνητή στο Σουηδικό Ινστιτούτο Διεθνών Θεμάτων της Στοκχόλμης, η Σουηδία είναι παραδοσιακά «ένα καταφύγιο για πολιτικούς πρόσφυγες, ειδικά για Τούρκους και Κούρδους οι οποίοι διέφυγαν μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1980 και στη συνέχεια το ξέσπασμα βίας με το ΡΚΚ τη δεκαετία του ’90». Ο ίδιος τονίζει, επίσης, ότι «η κουρδική διασπορά είναι ιδιαίτερα ενεργή πολιτικά», ενώ «υπάρχει μεγάλη συμπάθεια προς αυτήν ανάμεσα στους Σουηδούς, ειδικά τους Σοσιαλδημοκράτες, αλλά επίσης στις πιο αριστερές ομάδες και τους φιλελεύθερους».
Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι τα 8 από τα 349 εκλεγμένα μέλη του κοινοβουλίου είναι κουρδικής καταγωγής. Αναμφίβολα δε, αυτή που έχει βρεθεί στο επίκεντρο είναι η ανεξάρτητη σήμερα βουλευτής Αμινέχ Κακαμπαβέχ, που προέρχεται από την κοινότητα των Κούρδων του Ιράν, στην οποία μάλιστα αναφέρθηκε ονομαστικά ο τούρκος πρεσβευτής στη Στοκχόλμη. Αν και επισήμως η Αγκυρα δεν ζητεί την έκδοσή της, την έχει στοχοποιήσει για τον εξής λόγο: η δική της ψήφος ήταν αυτή που επέτρεψε στην Αντερσον να αναλάβει την πρωθυπουργία, τον περασμένο Νοέμβριο, με αντάλλαγμα τη σύσφιγξη των σχέσεων ανάμεσα στους Σοσιαλδημοκράτες και το PYD, που είναι το πολιτικό σκέλος του YPG, «αδελφού» κόμματος του ΡΚΚ στη Συρία.
«Οι κυβερνώντες στη Σουηδία θέλουν να γίνουμε φίλοι στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ με αυτό το καθεστώς, που διεξάγει κρατική τρομοκρατία εις βάρος μας», λέει η ίδια – απειλώντας ότι θα άρει τη στήριξή της στην κυβέρνηση.







