Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Στο βιβλίο του «Λετισιά», για το οποίο τιμήθηκε το 2016 με το Prix Medicis, ο Ιβάν Ζαμπλονκά αναλύει τα αίτια της βίας μέσα από το πορτρέτο μιας κακοποιημένης νεαρής γυναίκας. Στο επόμενο βιβλίο του, με τίτλο «Δίκαιοι άνδρες: από την πατριαρχία στις νέες αρρενωπότητες», ο 48χρονος καθηγητής σύγχρονης ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Paris XIII-Nord ξεκινά από την Παλαιολιθική περίοδο, περνά από τη φεουδαρχική Ιαπωνία και καταλήγει στα δημόσια σχολεία της Αγγλίας για να υποστηρίξει ότι οι άνδρες ανέκαθεν εκμεταλλεύονταν τα ασύμμετρα βάρη της ανατροφής των παιδιών.
«Είμαι o γιος μιας γυναίκας, ο σύζυγος μιας άλλης και ο πατέρας τριών κοριτσιών», λέει σε μια συνέντευξή του στους «Sunday Times». «Πάντα αναρωτιόμουν απλά πράγματα: από πού προέρχεται η εξουσία που διαθέτω ως άνδρας; Γιατί αρνούμαστε την ισότητα; Tι κάνει έναν καλό άνθρωπο; Τι κάνει έναν καλό πατέρα; Τι κάνει έναν καλό μάνατζερ;».
Ο Ζαμπλονκά αρνείται την κατηγορία της πολιτισμικής οικειοποίησης, καθώς ο όρος αυτός αφορά την κατάχρηση της κουλτούρας μιας μειονότητας που έχει ως αποτέλεσμα να εντείνεται η καταπίεσή τους. «Οι γυναίκες και τα δικαιώματά τους δεν αποτελούν μια κουλτούρα», τονίζει, προσθέτοντας ότι από την προώθηση της ισότητας θα επωφεληθούν και οι άνδρες, πολλοί από τους οποίους είναι σήμερα ολιγόλογοι, δεν διαβάζουν, δεν ξέρουν πώς να εκφράσουν τα αισθήματά τους. «Δεν λέω ότι είναι θύματα, η απαλλαγή τους όμως από τα κλισέ που τους συνοδεύουν θα οδηγήσει σε μια πιο ποικιλόμορφη και ευτυχισμένη κοινωνία».
Ο γάλλος ιστορικός διαφωνεί με την ομάδα των 100 γυναικών, με επικεφαλής την Κατρίν Ντενέβ, που το 2018 είχαν χαρακτηρίσει το κίνημα #MeToo ένα «πουριτανικό κύμα κάθαρσης» και είχαν υποστηρίξει ότι «αντίθετα με τον βιασμό, το να προσπαθείς να γοητεύσεις κάποιον, ακόμη και επίμονα ή άγαρμπα, δεν είναι έγκλημα». Για τον Ζαμπλονκά, υπάρχει σοβαρό πρόβλημα τόσο με την ιδέα ότι μια γυναίκα που λέει ΟΧΙ στην πραγματικότητα λέει ΝΑΙ ή «παρακαλώ ξαναδοκιμάστε», όσο και με την ιδέα ότι για να είναι ένας άνδρας πραγματικός άνδρας πρέπει να είναι γόης. «Οι ιδέες αυτές», επισημαίνει, «έχουν οδηγήσει σε μαζική σεξουαλική βία και παρενόχληση».
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Ντομινίκ Στρος-Καν, τη συμπεριφορά του οποίου μια ολόκληρη γενιά παρακολουθούσε σαν να ήταν απολύτως φυσιολογική. «Δεν συμβαίνει βέβαια μόνο στη Γαλλία», αναγνωρίζει ο Ζαμπλονκά, «όμως το γαλλικό μοντέλο της "αβρότητας" υπήρξε ένα χωνευτήρι γι' αυτόν τον τρόπο σκέψης».
Το 2011, η Ναφισατού Ντιαλό κατήγγειλε ότι ο τότε διευθυντής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου την υποχρέωσε σε στοματικό σεξ στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του στη Νέα Υόρκη. Η μαρτυρία της αμφισβητήθηκε, η υπόθεση διευθετήθηκε εξωδικαστικά, οδήγησε όμως μια άλλη γυναίκα να φωνάξει «Κι εγώ». Ηταν η γαλλίδα συγγραφέας Τριστάν Μπανόν, που κατηγόρησε τον DSK ότι είχε αποπειραθεί να τη βιάσει οκτώ χρόνια νωρίτερα στη διάρκεια μιας συνέντευξης. Το δικαστήριο δεν δέχθηκε την κατηγορία της απόπειρας βιασμού, αναγνώρισε όμως ότι υπήρξαν ενδείξεις «σεξουαλικής επίθεσης».
Σήμερα, η Μπανόν αγωνίζεται υπέρ της αποθυματοποίησης των γυναικών που έχουν υποστεί σεξουαλική βία, όσο δύσκολο και πολύπλοκο κι αν είναι. «Η θυματοποίηση είναι μια κατηγοριοποίηση», λέει στην «El Pais». «Παλιότερα σε αντιμετώπιζαν σαν λεπρή, σε αγριοκοίταζαν. Με το MeToo υπάρχει ένας σεβασμός για τα θύματα και αυτό είναι σημαντικό. Τώρα όμως ορισμένες φεμινίστριες προσδίδουν ηρωικό χαρακτήρα σε αυτή την κατάσταση, σαν να πρόκειται για μια κοινωνική θέση. Σαν να σε ρωτούν "Με τι ασχολείσαι;" και να απαντάς "Είμαι θύμα". Είναι βλαβερό για την κοινωνία: τα θύματα πρέπει να είναι σεβαστά, όχι να μετατρέπονται σε ηρωίδες. Και είναι κακό για τη γυναίκα που υπήρξε θύμα: την περιορίζει και δεν υπάρχει επωφελής περιορισμός».
Η ίδια πώς έπαψε να είναι θύμα; «Δεν μ' αρέσει να δίνω μαθήματα. Αυτό που λειτούργησε σε μένα δεν θα λειτουργήσει αναγκαστικά σε άλλες γυναίκες. Επί 13 χρόνια έκανα ψυχοθεραπεία. Διάβασα Σιμόν ντε Μποβουάρ και Ελιζαμπέτ Μπαντεντέρ, φιλοσόφους που στοχάζονται γύρω από την ισότητά μας, γύρω από τη δύναμή μας και γύρω από τις δυνατότητές μας, αυτά που μπορούμε να πραγματοποιήσουμε».
Τριστάν Μπανόν (1979 - )
Αφού δεν ήταν παρόντες
Δημοσιογράφος και συγγραφέας, η Μπανόν κατηγορήθηκε ότι άργησε οκτώ χρόνια να καταγγείλει τον Στρος-Καν. «Ηταν λάθος μου, παρασύρθηκα από έναν δικηγόρο που μου είπε ότι το να επιτεθώ σε έναν τόσο ισχυρό άνθρωπο θα με έβλαπτε. Το περιβάλλον τότε δεν ήταν όπως το σημερινό, όταν η Ναφισατού Ντιαλό έκανε την καταγγελία και στη συνέχεια εγώ, τα μέσα ενημέρωσης βάλθηκαν να μας λιντσάρουν». Σήμερα τη σταματούν στον δρόμο και της λένε «Σε πιστεύουμε, ξέρουμε ότι είπες την αλήθεια», αλλά τη φρικάρει κι αυτό, θεωρεί παράλογο είτε να της λένε «σε πιστεύω» είτε να τη χαρακτηρίζουν ψεύτρα, δεν ήταν παρόντες, και δεν έχουν κάνει έρευνα, άρα πώς ξέρουν; Γνωρίζει καλά ότι οι περιπτώσεις ψευδών καταγγελιών ήταν ελάχιστες, προσυπογράφει όμως μια φράση του Βολταίρου: «Προτιμώ να διακινδυνεύσω να σώσω έναν ένοχο, παρά να καταδικάσω έναν αθώο».