Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Το 3ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, ύστερα από αλλεπάλληλες αναβολές και παλινωδίες, θα πραγματοποιηθεί στις 31 Μαρτίου 2022. Πρόκειται για το πρώτο συνέδριο μετά την ήττα του 2019, σε χρονική απόσταση πεντέμισι χρόνων από το προηγούμενο.
Συνήθως, σε κανονικές συνθήκες, όταν ένα κόμμα χάνει τις εκλογές, το συνέδριο είναι τόπος αναστοχασμού, αυτοκριτικής, επαναπροσδιορισμού φυσιογνωμίας, αναζήτησης διακριτής ταυτότητας και συγκρότησης ενός πολιτικού σχεδίου για την επαναφορά σε τροχιά εξουσίας.
Από όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας, μοιάζει όλα αυτά να απουσιάζουν από τον προσυνεδριακό διάλογο, που σε πολλές περιπτώσεις διεξάγεται με εμφυλιοπολεμικούς τόνους. Οι έντονες ζυμώσεις, κυρίως μέσω Zoom, θυμίζουν φραξιονισμούς παλαιού τύπου. Η κύρια διαφωνία μοιάζει να είναι ανάμεσα στους προεδρικούς και τους πασοκογενείς για τα όρια της διεύρυνσης του κόμματος, αλλά και για τους συσχετισμούς δυνάμεων στον εσωκομματικό μηχανισμό.
Η συζήτηση αυτή συσκοτίζει το ταυτοτικό πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ, που είναι η ανασυγκρότηση, πολιτικά, ιδεολογικά και οργανωτικά, με επιλογή ανάμεσα στις τρεις δυνατότητες μετεξέλιξης: σοσιαλδημοκρατικό κόμμα ευρωπαϊκού τύπου, κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, λαϊκιστικό κόμμα. Ολες οι τάσεις του ΣΥΡΙΖΑ εξορκίζουν τη «σοσιαλδημοκρατικοποίηση» και αρνούνται ότι είναι ένα λαϊκιστικό κόμμα. Φαίνεται να υπάρχει μια ευρεία συναίνεση στο ότι είναι ένα κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς χωρίς να διευκρινίζεται εάν αυτός ο ορισμός είναι συμβατός με κόμμα εξουσίας σε συνθήκες φιλελεύθερης δημοκρατίας.
Στην πράξη, τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα, αναδεικνύοντας το βαθύ ταυτοτικό πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ. Η αντιπολιτευτική του ρητορεία έχει έντονα τα στοιχεία ενός υστερικού και ανερμάτιστου πολιτικού λόγου, τυφλής αντιπολίτευσης. Οπως επισημαίνει το μέλος του ΣΥΡΙΖΑ και ιστορικό στέλεχος της ανανεωτικής Αριστεράς Σωτήρης Βαλντέν, «η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ έχει επιλέξει ένα αντιπολιτευτικό μοντέλο, εμπνευσμένο μάλλον από το ανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ. Συνίσταται στη μετωπική αντιπαράθεση με την κυβέρνηση σε όλα περίπου τα ζητήματα, με προσωπική στοχοποίηση του Μητσοτάκη και με καταφανείς υπερβολές και ένα ακραία εριστικό ύφος («κοκορομαχίες», ανταλλαγή «εξυπνακισμών»). Ο ίδιος δεν διστάζει να επισημάνει ότι η τακτική αυτή «υποβαθμίζει το επίπεδο της δημοκρατίας, συσκοτίζει τα πραγματικά ζητήματα και επενδύει στο θυμικό, ακόμη και στην ανωριμότητα των πολιτών, όχι στην κρίση τους».
Φτάνουμε έτσι στην καρδιά του ταυτοτικού προβλήματος του ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκειται για την ώσμωση ανάμεσα στην κομμουνιστογενή στελέχωση και τη ριζοσπαστική συνιστώσα των αποκαλούμενων κοινωνικών κινημάτων. Την έχει περιγράψει με ακρίβεια, πριν από 6 χρόνια, ο Κώστας Γαβρόγλου, σε υπεράσπιση του Πάνου Λάμπρου, γράφοντας ότι «στην επιμονή του Πάνου οφείλουμε πολλοί από εμάς την αλλαγή της νοοτροπίας μας για όλους όσους θεωρούσαμε "περιθωριακούς"». Το περιθώριο θρυμμάτισε την ευγενή πολιτική παράδοση της ανανεωτικής Αριστεράς. Την υποκατέστησε με το λούμπεν. Η αμετροέπεια, η εριστικότητα, η έλλειψη στοιχειώδους σεβασμού στους κανόνες της δημοκρατίας, ισοπέδωσαν μια πολιτική παράδοση που διακρινόταν για την ευπρέπεια, τη συγκροτημένη πολιτική, τις θέσεις αντί για τις στείρες αρνήσεις. Ιστορικά στελέχη της ανανεωτικής Αριστεράς μεταλλάχθηκαν ανθρωπολογικά. Από αυτό το αντιπολιτικό υβρίδιο προέκυψαν, ως σκωληκοειδής απόφυση, οι περιπτώσεις του Θανάση Καρτερού και του Παύλου Πολάκη.
Φαίνεται ότι η μελαγχολική διαπίστωση του Ηλία Νικολακόπουλου, πολιτικού υποστηρικτή του ΣΥΡΙΖΑ, πως «το συνέδριο, όπως οργανώνεται, αφορά μόνο τον στενό κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ» δείχνει τα αδιέξοδα ενός πολιτικού σχηματισμού που αδυνατεί να απαλλαγεί τόσο από τη λαϊκιστική ταυτότητα όσο και από το υβρίδιο των κομμουνιστογενών/κινηματικών αντιλήψεων.
Ο Πέτρος Παπασαραντόπουλος είναι εκδότης και συγγραφέας