Η σκηνοθέτις Μαρία Ηλιού:

Ηταν ένα ανοιξιάτικο πρωινό -από τα μεγάλα παράθυρα φαινόντουσαν οι ανθισμένες αχλαδιές – όταν διέσχιζα τους διαδρόμους της βιβλιοθήκης Firestone του Πανεπιστημίου του Princeton, ακολουθώντας το φως που έπεφτε στις ράχες των βιβλίων για την Αθήνα του 19ου αιώνα. Ηταν το 2005 και από τότε είχα στον νου μου πέντε ιστορικά ντοκιμαντέρ για την ιστορία της Αθήνας από το 1821 έως τις μέρες μας και διάβαζα ό,τι μου φαινόταν ενδιαφέρον. Εκείνο το πρωινό, όταν έπεσαν τα μάτια μου πάνω στο βιβλίο της Ελένης Μπαστέα, «The Creation of Modern Athens: Planning the Myth», σε έκδοση του Πανεπιστημίου του Cambridge, το τράβηξα απ’ το ράφι και άρχισα να το διαβάζω. Ηταν τόσο συναρπαστικό, είχε έναν τόσο φρέσκο και δημιουργικό τρόπο σκέψης, που κάθισα στο πάτωμα και βυθίστηκα στο βιβλίο, μέχρι που ένιωσα πως το φως άρχισε να φεύγει. Ετσι ήταν η Ελένη Μπαστέα και όταν τη γνώρισα από κοντά. Ενας άνθρωπος που σε μαγνήτιζε με τις πάντα ενδιαφέρουσες και ανατρεπτικές ιδέες της, με το γέλιο της, το κέφι της, την αμεσότητά της. Ηταν το 2007 όταν δέχτηκα ένα τηλεφώνημα από την Ελένη. Είχε δει την ταινία μας «Το ταξίδι, το ελληνικό όνειρο στην Αμερική» και ήθελε να γνωριστούμε, να δούμε αν θα μπορούσαμε να συνεργαστούμε σε μελλοντικά projects. Βάλαμε τα γέλια όταν της είπα πως εκείνες τις μέρες προσπαθούσα να επικοινωνήσω μαζί της. Ετοίμαζα ένα ιστορικό ντοκιμαντέρ για τη Σμύρνη, ένα άλλο για την Ανταλλαγή των πληθυσμών και στην άκρη τoυ μυαλού μου ήταν και οι ταινίες για την Αθήνα. Είχαμε μάθει με τον Αλέξανδρο Κιτροέφ, τον ιστορικό σύμβουλο των ντοκιμαντέρ και στενό συνεργάτη, ότι η Ελένη ασχολιόταν με τη μνήμη και την ιστορία των πόλεων, γι’ αυτό και προσπαθούσαμε να τη βρούμε. Από τότε ξεκίνησε μια ζεστή και θυελλώδης σχέση. Συνεργαστήκαμε σε τρία ιστορικά ντοκιμαντέρ: «Σμύρνη – Η καταστροφή μιας κοσμοπολίτικης πόλης, 1900-1922» (2012), «Από τις δυο πλευρές του Αιγαίου, διωγμός και ανταλλαγή πληθυσμών, 1922-1924» (2014) και «Η Αθήνα από την Ανατολή στη Δύση, 1821-1896» (2020). Η Ελένη μάς έμαθε πολλά. Κρατάω κυρίως τις διηγήσεις της από την έρευνά της από προσωπικές ιστορίες προσφύγων από τη Σμύρνη, που μέσα από τις μικρές ιστορίες φωτίζουν τη μεγάλη Ιστορία. «Μόνο μέσα από τις καθημερινές ιστορίες μπορείς να μιλήσεις σήμερα για τη μεγάλη Ιστορία» μας θύμιζε συχνά. Επίσης η Ελένη – παιδί προσφύγων από τη Σμύρνη η ίδια – είχε μια ικανότητα όχι να ξεχνάει (κάθε άλλο) αλλά να μπορεί να επεξεργαστεί τα τραύματα των προσφύγων και τα δικά της και να μη μείνει δέσμια του παρελθόντος αλλά να προχωρήσει παραπέρα, να πλησιάσει την «άλλη πλευρά» με τα συχνά της ταξίδια στην Τουρκία του σήμερα και με τις συνεντεύξεις και τα κείμενα που έγραφε από ιστορίες προσφύγων και από τις δύο πλευρές του Αιγαίου.

Η Ελένη Μπαστέα πρόσφερε πάρα πολλά στις ελληνικές σπουδές και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Ακόμη δεν μπορώ να πιστέψω πως έχει φύγει από τη ζωή εδώ και έναν χρόνο. Ηταν στις 12 Γενάρη του 2020, λίγες μέρες πριν παρουσιάσουμε την πρώτη ταινία μας για την Αθήνα στο Μουσείο Μπενάκη, στην οποία συμμετείχε με πολύ ουσιαστικό τρόπο.

Η Ελένη Μπαστέα γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Εφυγε πολύ νέα για την Αμερική, όπου και έζησε όλη της τη ζωή. Σπούδασε Ιστορία της Τέχνης στο Bryn Mawr College και Αρχιτεκτονική στο Berkley, απ’ όπου πήρε masters το 1989. Συνέχισε στο Berkley το διδακτορικό της στην Ιστορία της αρχιτεκτονικής. Η διατριβή της ήταν πάνω στην πολεοδομία και την αρχιτεκτονική της Αθήνας τα χρόνια της βασιλείας του Οθωνα. Πολύ σημαντικά τα βιβλία της και τα αναρίθμητα κείμενά της σε συνέδρια και περιοδικά. Αναφέρω λίγα από αυτά: «Μνήμη και αρχιτεκτονική», «Πώς θυμούνται οι κοινωνίες», «Η μνήμη του χώρου στη σύγχρονη Ελλάδα και  Τουρκία μέσα από τις αφηγήσεις των προσφύγων», «Δημήτρης Πικιώνης και Sedam Eldem», «Αθήνα, 1890-1940 – Μεταβατικός μοντερνισμός και εθνική πραγματικότητα». Το πιο σημαντικό βιβλίο της, «Αθήνα 1834-1896 – Νεοκλασική πολεοδομία και ελληνική εθνική συνείδηση», πέρα από τη διεθνή του αναγνώριση, πήρε το Ευρωπαϊκό βραβείο Νεοελληνικών Σπουδών John D. Criticos Prize. Στην Ελλάδα υπάρχει από τις εκδόσεις Libro. Εύχομαι να ανακαλύψει την Ελένη Μπαστέα το ευρύ κοινό και στην πατρίδα της την Ελλάδα που τόσο πολύ αγαπούσε.

Ο ιστορικός Αλέξανδρος Κιτροέφ:

Στην αφήγηση της Ελένης Μπαστέα στην ταινία «Σμύρνη – Η καταστροφή μιας κοσμοπολίτικης πόλης, 1900-1922» ακούμε αρκετές σκηνές ιδιαίτερης απόγνωσης και βίας που έζησαν όλοι οι Ελληνες της Σμύρνης. Ομως η φωνή της σπάει από συγκίνηση καθώς διηγείται μια στιγμή φαινομενικής γαλήνης όταν η οικογένειά της μαζεύτηκε να πιει τσάι μια τελευταία φορά στην κουζίνα του σπιτιού της στη Σμύρνη, τον Σεπτέμβριο του 1922. Αφού τελείωσαν, έπλυναν και σκούπισαν τα φλιτζάνια και τα κρέμασαν προσεκτικά στη θέση τους στα γαντζάκια κάτω από τα ντουλάπια. Αμέσως μετά μάζεψαν όσα πράματα μπορούσε να κουβαλήσει ο καθένας, και βγήκαν στο δρόμο κλείνοντας και κλειδώνοντας την πόρτα πίσω τους. Κατευθύνθηκαν βιαστικά στο λιμάνι αφήνοντας πίσω τους μια πόλη που ήδη είχε αρχίσει να λεηλατείται και να καταστρέφεται.

Κάθε φορά που δείχνω την ταινία στους φοιτητές μου σταματώ την προβολή στο σημείο αυτό για να συζητήσουμε τους λόγους της έντονης συγκίνησης της αφηγήτριας. Συχνά καταλήγουμε να φωτίσουμε την αντιδιαστολή ανάμεσα στα γεγονότα μεγάλης κλίμακας και στη μικρή, προσωπική εμπειρία ή ανάμνηση. Μαρτυρίες συμβάντων που συνδέονται με εθνοκαθάρσεις και γενοκτονίες είναι συχνά δύσκολο να προκαλέσουν συναισθηματικές αντιδράσεις. Το γεγονός ότι είναι απρόσωπα και ακραία περιστατικά δημιουργεί μια συναισθηματική αποστασιοποίηση. Αντίθετα, μια μικρή καθημερινή προσωπική ιστορία διευκολύνει την ταύτιση και ενεργοποιεί το συναίσθημα.  Αυτό ακριβώς πετυχαίνει η Ελένη Μπαστέα καθώς διηγείται την ιστορία της γιαγιάς της και της χρωστάμε μια από τις πιο ανθρώπινες και δυνατές σκηνές της ταινίας.