Οταν ήταν παιδί στη Γλασκώβη της δεκαετίας του ’80 ο Ντάγκλας Στούαρτ έβαλε τους σπόρους του μυθιστορήματος με το οποίο κέρδισε το φετινό Βραβείο Booker, όταν προσπάθησε να γράψει τα απομνημονεύματα της αλκοολικής μητέρας του. Το «Shuggie Bain» είναι το πρώτο του μυθιστόρημα και ο ίδιος επισημαίνει ότι το ποικίλο μυθιστόρημά του είναι η προσωπική νίκη του καθώς αφορά «σκωτσέζικες φωνές, τους queer, την εργατική τάξη». Είναι μόλις ο δεύτερος Σκωτσέζος που κερδίζει το Booker, μετά τον Τζέιμς Κέλμαν και το «How Late It Was, How Late» (1994), και χρειάστηκε δέκα χρόνια για να το γράψει, αφού είχε απορριφθεί από 32 εκδότες. Ο αμερικανός εκδότης στον οποίο έστειλε για πρώτη φορά το χειρόγραφο ανησυχούσε αν θα υπάρχει αναγνωστικό κοινό να ενδιαφέρεται για τη Σκωτία της δεκαετίας του 1980. Ομως στο περιβάλλον του «Shaggie Bain» είναι η εποχή που η μουσική κυκλοφορεί σε κασέτες, παντού υπάρχουν ατελείωτα τσιγάρα, κλειστά ορυχεία και άνδρες που σαπίζουν στον καναπέ, γυναίκες που εμπορεύονται Valium, ενώ κυριαρχεί η βότκα και οι βιαιότητες είναι καθημερινότητα. «Δεν μπορείς να στήσεις ένα βιβλίο για τη Γλασκώβη της δεκαετίας του ’80 και να μην αγγίξεις την πολιτική. Είναι τόσο συνυφασμένη με το πώς οι άνθρωποι ένιωσαν αόρατοι χωρίς να έχουν καμία ελπίδα» λέει ο συγγραφέας – ήδη έλαβε επιστολή συγχαρητήρια από τον σκηνοθέτη Κεν Λόουτς -, προσθέτοντας ότι δεν ήθελε να κάνει ένα βιβλίο «για τις απεργίες των ανθρακωρύχων ή ένα μυθιστόρημα γύρω από το γεύμα σε τενεκεδένια καστανιά στη ναυπηγική ζώνη».