Ο τίτλος του παρόντος σημειώματος είναι εμπνευσμένος από το γνωστό βιβλίο των Βίκτορ Ντέιβις Χάνσον και Τζον Χιθ Ποιος σκότωσε τον Ομηρο (Νέα Υόρκη, 1998, Κάκτος, 1999). Οι συγγραφείς έκρουαν τότε τον κώδωνα του κινδύνου για την υποβάθμιση της κλασικής παιδείας ως διδακτικού αντικειμένου στα αμερικανικά πανεπιστήμια, την οποία απέδιδαν σε δύο παράγοντες: στην «αποδόμηση» της κλασικής παιδείας από μετανεωτερικές θεωρήσεις και στην επικρατούσα άποψη ότι στην τεχνολογική εποχή δεν υπάρχει ρόλος για την κλασική παιδεία.
Αφορμή για να καταθέσω τις παρακάτω σκέψεις στάθηκε η κυκλοφορία του Σύγχρονου λατινοελληνικού λεξικού (Θεσσαλονίκη, 2019, University Studio Press). Εκπονήθηκε υπό την εποπτεία των (ομότιμων) καθηγητών Λατινικής Φιλολογίας του ΑΠΘ Δημήτριου Νικήτα και Λεωνίδα Τρομάρα (†11/8/2018) και με τη συνεργασία δεκαεπτά κλασικών φιλολόγων, ορισμένοι από τους οποίους υπηρετούν σε ελληνικά πανεπιστήμια. Τους αξίζουν θερμότατα συγχαρητήρια, διότι χάρη στο έργο αυτό το επίπεδο των λατινικών λεξικών πέρασε απευθείας από τον 19ο στον 21ο αιώνα (βλ. την αναλυτική παρουσίαση του Θεόδωρου Παπαγγελή στο «Βιβλιοδρόμιο» της 9/5/20). Μάλιστα, ως προς ορισμένες πλευρές του το εν λόγω λεξικό υπερέχει των αντίστοιχων ξενόγλωσσων, με κυριότερο πλεονέκτημα το ότι καλύπτει τη λατινική γραμματεία της Υστερης Αρχαιότητας, που έχει πλέον καταστεί ελκυστικό ερευνητικό αντικείμενο - και επιλεκτικά τη λατινική γραμματεία του 7ου, 8ου και 9ου μεταχριστιανικού αιώνα.
Η κυκλοφορία του λεξικού θα μπορούσε να εκληφθεί και ως ειρωνικό σχόλιο στην κατάργηση του μαθήματος των Λατινικών στο Λύκειο επί υπουργίας του Κώστα Γαβρόγλου, και ειδικά στη δήλωσή του ότι «δεν έχει ακουστεί κανένα επιχείρημα υπέρ της διατήρησης του μαθήματος». Το ερώτημα «Ποιος σκότωσε τη λατινική παιδεία στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση» είναι όμως σύνθετο: έχει μια σύγχρονη, πρακτική διάσταση (υπουργικές αποφάσεις και διδασκαλία του μαθήματος) και μια ιστορική, ουσιαστική διάσταση. Η δεύτερη αφορά κατ' αρχήν τη διάχυτη παρανόηση ότι η λατινική παιδεία αποτελεί αυτόνομο αντικείμενο, ενώ στην πραγματικότητα συγκροτεί, μαζί με την αρχαιοελληνική παιδεία, το διφυές αλλά ενιαίο αντικείμενο της κλασικής παιδείας. Και αυτό γιατί η Ρώμη συνέχισε, στη δική της γλώσσα και με τον δικό της τρόπο, τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό, κυρίως αυτόν των ελληνιστικών χρόνων, υπήρξε διαμεσολαβητής του ελληνικού πολιτισμού στη Δύση και, από την εποχή της Αναγέννησης και εξής, συλλειτούργησε μαζί του σε μια σχέση άλλοτε τυπικής και άλλοτε ουσιαστικής συμπόρευσης.
Το «Σχίσμα»
Δυστυχώς όμως, στην Ελλάδα η ενότητα της κλασικής παιδείας διασπάστηκε πολύ νωρίς, για λόγους ιστορικούς. Η διάσπαση οφείλεται στο «σχίσμα» ανάμεσα στη λατινική και καθολική Δύση από τη μια και στην ελληνική και ορθόδοξη Ανατολή από την άλλη, και ακολούθως στην επιθετική επέκταση, από τον 11ο αιώνα μ.Χ. και εξής, της πρώτης εις βάρος της δεύτερης, που ξεκίνησε με τη διεκδίκηση μιας υπαρκτής μεν αλλά «φαντασιακής», στη σύλληψή της, Ιερουσαλήμ και κατέληξε στην άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 μ.Χ. Αποτέλεσμα: ο ρωμαϊκός πολιτισμός και η λατινική παιδεία κατέληξαν να βαραίνουν στη συλλογική νεοελληνική συνείδηση ως κάτι το εντελώς διακριτό από την αρχαιοελληνική παιδεία και κυρίως ως κάτι το απεχθές και το μισητό· και αντίστροφα, διογκώθηκε η «ανατολική» οπτική γωνία, με τη μορφή του ελληνοκεντρισμού ή ακόμη της αφόρητης προγονοπληξίας, στάσεις που τραυμάτισαν καίρια τις αρχαιοελληνικές σπουδές. Και όμως: οι ίδιοι οι Ρωμαίοι είχαν δηλώσει, με τρόπο λιτό και καίριο, διά στόματος του μεγάλου λυρικού ποιητή Ορατίου, ότι η Ελλάδα αφομοίωσε πολιτισμικά τη Ρώμη: «η Ελλάδα κατακτήθηκε (στρατιωτικά) από τη Ρώμη, αλλά ο ελληνικός πολιτισμός κατέκτησε τον άξεστο νικητή» («Graecia capta ferum victorem cepit»).
Συνεπώς, το ερώτημα αν πρέπει να διδάσκονται τα λατινικά στη ΔΕ αφορά εξίσου και τα αρχαία ελληνικά. Δυστυχώς σε όλο τον κόσμο η διδασκαλία της αρχαιοελληνικής και της λατινικής γλώσσας και λογοτεχνίας περιορίζεται σταδιακά στη ΔΕ (και στα ΑΕΙ) υπέρ της τεχνολογικής κατάρτισης και άλλων αντικειμένων σύγχρονου ενδιαφέροντος. Για τους παλαιότερους ηγέτες των ευρωπαϊκών χωρών, που είχαν κλασική παιδεία, τα πράγματα ήσαν αυτονόητα και οι κατευθύνσεις για την εκπαιδευτική πολιτική της χώρας τους ήσαν ανάλογες. Οι σημερινοί ηγέτες, και συνακόλουθα οι καθ' ύλην αρμόδιοι υπουργοί των κυβερνήσεών τους, δεν έχουν τέτοια παιδεία και έτσι επιδίδονται κυρίως στην προσθήκη νέων αντικειμένων και στον εκσυγχρονισμό των μεθόδων διδασκαλίας.
Είναι απολύτως κατανοητή και επιθυμητή η εισαγωγή στο πρόγραμμα αντικειμένων που ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της εποχής μας, αλλά η εκπαίδευση χρειάζεται μια «ραχοκοκαλιά» και οι μαθητές μια «πυξίδα». Αντικείμενα όπως η απόκτηση τεχνολογικών δεξιοτήτων, η οδική ασφάλεια και η σεξουαλική αγωγή είναι χρησιμότατα, αλλά δεν μπορούν από τη φύση τους να αναλάβουν αυτόν τον ρόλο, ούτε είναι ισότιμα και ισοβαρή με την κλασική παιδεία. Και δεδομένου ότι το εκπαιδευτικό σύστημα δεν είναι δυνατό να πριμοδοτεί οποιαδήποτε πολιτική ή κομματική ιδεολογία, υπάρχει άραγε καλύτερη πυξίδα για τους μαθητές από το να αποκτήσουν γνώση τού πώς διαμορφώθηκε ο κόσμος στον οποίο ζουν, ως Ελληνες αλλά και ως μέλη μιας υπερεθνικής θεσμικής οντότητας; Εννοώ την ιστορία του πολιτισμού μας, η οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη γένεση, την εξέλιξη και την πρόσληψη του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού, στον οποίο πρέπει φυσικά να προστεθεί, από μια περίοδο και έπειτα, ο χριστιανισμός στην ιστορική του διάσταση. Είναι ευχής έργον οι απόφοιτοι του σχολείου να σέβονται τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, αλλά πρέπει πάνω από όλα να μπορούν να αρθρώσουν λόγο για το ποιοι είναι και πού ανήκουν πολιτισμικά.
Σε ένα σχολείο που προσφέρει αληθινή κλασική παιδεία οι μαθητές θα μάθαιναν για τις συνθήκες της «συνάντησης» του ελληνικού με τον ρωμαϊκό κόσμο, τη σημασία και τις φάσεις από τις οποίες πέρασε - πληροφορίες καθόλου αδιάφορες για την κατανόηση σύγχρονων και παλαιότερων ιστορικών γεγονότων. Η συνάντηση ξεκίνησε κυρίως με την επέκταση της Ρώμης στη Νότια Ιταλία και Σικελία και συνεχίστηκε με την εξάπλωση της κυριαρχίας της στη δυτική και στην ανατολική λεκάνη της Μεσογείου, η οποία σταδιακά μετατράπηκε σε ρωμαϊκή λίμνη. Ας σημειωθεί ότι την ουσιαστικότερη αφήγηση για τα παραπάνω γεγονότα συνέθεσε όχι ένας ρωμαίος αλλά ένας έλληνας ιστορικός, ο Πολύβιος ο Μεγαλοπολίτης - στοιχείο καθόλου αδιάφορο όσον αφορά την ενότητα της κλασικής παιδείας. Στο προοίμιο των «Ιστοριών» του υποστηρίζει ότι το μέγιστο ιστορικό μάθημα για τους αναγνώστες του θα είναι να πληροφορηθούν με ποιο τρόπο και χάρη σε ποιο πολίτευμα οι Ρωμαίοι κατόρθωσαν μέσα σε περίπου πενήντα τρία χρόνια να γίνουν κύριοι σχεδόν ολόκληρης της οικουμένης, πράγμα ιστορικά πρωτόγνωρο - όπως αποδεικνύει παρουσιάζοντας την έκταση και τη διάρκεια των προηγούμενων ηγεμονιών των Περσών, των Λακεδαιμονίων και των Μακεδόνων. Στο 6ο βιβλίο θα εξηγήσει ότι οι επιτυχίες της Ρώμης οφείλονται στην πολιτειακή της οργάνωση, στη συγκρότηση και τη δομή του στρατού της και στα ήθη των πολιτών της.
Ανοδος και πτώση
Το σχήμα της ανόδου και της πτώσης των «δυναστειών», που στην πληρέστερη μορφή του περιελάμβανε τέσσερις διαδοχικές ηγεμονίες που έπαυσαν να υπάρχουν, με την προσθήκη της Ρώμης ως πέμπτης ηγεμονίας, θα αποτελούσε χρησιμότατη διδακτική ύλη, αφού συμπυκνώνει την αρχαιοελληνική ιστοριογραφική παράδοση από τον Ηρόδοτο και εξής. Μέσω της υιοθέτησης αυτού του σχήματος, ορισμένες αντιρωμαϊκές ανατολικές πηγές εκδήλωναν την πνευματική αντίσταση του κατακτημένου απέναντι στον κατακτητή, προλέγοντας ότι η ρωμαϊκή αυτοκρατορία θα έχει το τέλος των προηγούμενων «δυναστειών». Στο ενδιαφέρον και χρήσιμο βιβλίο της με τίτλο Rome, Global Dreams and the International Origins of an Empire (Λάιντεν / Βοστώνη, Brill, 2020), η Σάρα Ντέιβις ιχνηλατεί ελληνιστικές καταβολές πίσω από τη διαμόρφωση της ιδεολογίας του ρωμαϊκού imperium - μια ακόμη πτυχή της πολύπλευρης συνάντησης του ελληνικού με τον ρωμαϊκό κόσμο - συγκαταλέγοντας σε αυτές την ιστοριογραφική ένταξη της Ρώμης στο σχήμα της διαδοχής των ηγεμονιών. Είναι όμως άκρως ενδιαφέρουσα η εξής διάκριση, που διέλαθε την προσοχή της Ντέιβις: ενώ οι έλληνες ιστορικοί Πολύβιος και Διονύσιος ο Αλικαρνασσέας υιοθετούν το παραπάνω σχήμα για να εξάρουν την υπεροχή της Ρώμης έναντι των προηγούμενων ηγεμονιών, αντίθετα η κύρια ρωμαϊκή ιστοριογραφική παράδοση (Σαλλούστιος, Λίβιος, Τάκιτος) αποφεύγει επίμονα να το υιοθετήσει. Γιατί αυτό θα σήμαινε ότι η οικουμενική ρωμαϊκή εξουσία θα έφθανε κάποτε στο τέλος της, ενώ στην αντίληψή τους ήταν αιώνια: στην Αινειάδα του Βιργιλίου ο Δίας υπόσχεται στην Αφροδίτη «imperium sine fine» για τους Ρωμαίους. Υπενθυμίζω εν προκειμένω ότι η άλωση της Ρώμης από τον Αλάριχο το 410 μ.Χ. συγκλόνισε τον κόσμο και υπήρξε η κύρια αφορμή για να γράψει ο Αυγουστίνος το «Περί της Πολιτείας του Θεού», ως αντιπαράδειγμα στη γήινη και πεπερασμένη ρωμαϊκή πολιτεία.
Τελικά, ποιος «σκότωσε» τη λατινική παιδεία στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση; Ο Κώστας Γαβρόγλου υπέγραψε μόνο το πιστοποιητικό θανάτου - με την αριστερή υπερηφάνεια της άγνοιας, αν και υπήρξε καθηγητής της Ιστορίας των Επιστημών. Στην πραγματικότητα το μάθημα ήταν ήδη νεκρό. Το είχε «σκοτώσει» από παλιά η διάσπαση της κλασικής παιδείας και η συνακόλουθη καταδίκη των λατινικών να βρίσκονται εσαεί τιμωρημένα στη γωνία, η διδακτική μονομέρεια (γλώσσα αλλά όχι γραμματεία) και ο τρόπος που διδάσκεται και εξετάζεται το εν λόγω αντικείμενο με την κακοποίηση του σχολικού εγχειριδίου. Είναι οπωσδήποτε θετικό ότι η υπουργός αποφάσισε την επαναφορά του μαθήματος, αλλά για να αλλάξει κάτι πρέπει να αλλάξουν τα παραπάνω. Και αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ευρεθούν καθηγητές ικανοί να αρθρώσουν διαφορετικό λόγο από αυτούς που δίδασκαν (;) τη λατινική γλώσσα ακολουθώντας τις φροντιστηριακές υποδείξεις. Χωρίς επιμόρφωση και χωρίς αξιολογημένη επιλογή του διδακτικού προσωπικού ακόμη και οι πιο φιλόδοξες προθέσεις θα παραμείνουν χαρτί άγραφο. Η εμπειρία λέει ότι δεν μπορείς να διδάξεις κάτι που δεν έχεις κατανοήσει και εμπεδώσει, και δεν μπορείς να διαπαιδαγωγήσεις έχοντας απλώς αποστηθίσει τις διδακτικές οδηγίες.
Δημήτριος Ζ.Νικήτας - Λεωνίδας Μ.Τρομάρας
Σύγχρονο Λατινοελληνικό Λεξικό
University Studio Press, 2020
Sarah Davies
Rome, Global Dreams and the International Origins of an Empire
Brill, Λάιντεν, Βοστώνη, 2020