Ο περσινός Αγιαξ πρόσφερε στο Τσάμπιονς Λιγκ κάτι που είχαμε καιρό να δούμε. Τη χαμένη αθωότητά του. Ορισμένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα της Ολλανδίας, μαζί με 2-3 πιο έμπειρους ποδοσφαιριστές όπως ο Τάντιτς και μερικούς ποιοτικούς ξένους, έπαιξαν ένα ποδόσφαιρο που είχαμε χρόνια να δούμε. Κυρίως σε παιχνίδια σκοπιμότητας, όπως αυτά που έδωσαν με τη Ρεάλ ή τη Γιουβέντους.

Ενα παιχνίδι… αλέγκρο, ένα ποδόσφαιρο άλλης εποχής, που οι παίκτες ήταν περισσότερο απελευθερωμένοι μέσα στο γήπεδο και όχι «θύματα» της αυστηρής τακτικής που οδηγεί στα αποτελέσματα. Ο Αγιαξ μας έδειξε πέρσι πώς συνδυάζεται το τερπνόν μετά του ωφελίμου. Πώς θα ικανοποιήσεις και τον κόσμο που πληρώνει εισιτήριο για να δει ωραίο ποδόσφαιρο και τον προπονητή σου που παλεύει νυχθημερόν για την τακτική προσέγγιση του αγώνα.

Αυτός ο Αγιαξ έχασε την ίδια αθωότητα με την οποία τον συνηθίσαμε πέρσι. Και μαζί έχασε και τον στόχο του. Στο ματς με τη Βαλένθια, το τελευταίο εικοσάλεπτο δεν ήταν Αγιαξ. Τουλάχιστον δεν ήταν ο Αγιαξ του 2018-19. Η μπάλα μονίμως στον αέρα, να προσπαθεί ο Αίας περισσότερο με… γιουρούσι να βρει τον τρόπο για να φτάσει στο γκολ της πρόκρισης. Ακόμα και αν το πετύχαινε, αυτό θα ερχόταν από τύχη και όχι μέσα από το ποδόσφαιρο που εκείνος μας δίδαξε την περσινή σεζόν.

Ο Αγιαξ άφησε την τύχη να παίξει τον ρόλο της σχεδόν σε όλη την εφετινή του πορεία, αρχής γενομένης από τα ματς του καλοκαιριού με τον ΠΑΟΚ και με τον ΑΠΟΕΛ. Τη χρειάστηκε και στο ματς με την ελληνική ομάδα στο Αμστερνταμ και σε εκείνο της Κύπρου, που ο ΑΠΟΕΛ έχασε πολλές ευκαιρίες. Εμοιαζε από νωρίς πως η περσινή του σεζόν δεν θα είχε ανάλογη συνέχεια. Και επιβεβαιώθηκε με την τραγική του εμφάνιση στο τελευταίο του παιχνίδι, που τον έστειλε να συνεχίσει την ευρωπαϊκή του περιπλάνηση στο Europa League.