Η εξέλιξη των κοινωνιών του δυτικού κόσμου, από την έναρξη της βιομηχανικής επανάστασης και μετά, βασίστηκε στην αφελή ιδέα ότι όσο περισσότερα υλικά αγαθά έχουμε τόσο καλύτερα θα ζούμε και τόσο πιο ευτυχείς θα είμαστε. Οι μακροχρόνιες συνέπειες αυτής της αντίληψης, που κυριάρχησε σε ολόκληρο τον κόσμο, και των τεχνολογικών εξελίξεων, που κατέστησαν δυνατή την εκπληκτική οικονομική ανάπτυξη, είναι η σπάταλη υπερκατανάλωση υλικών αγαθών και η εκρηκτική αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού. Αν αναζητείτε τους ενόχους για την άθλια κατάσταση του περιβάλλοντος του πλανήτη μας, αυτοί είναι, σε πρώτο επίπεδο, η υπερκατανάλωση και ο υπερπληθυσμός. Ο κυρίαρχος τρόπος ζωής βασίζεται στην προσπάθεια να αποκτήσουμε περισσότερα και καλύτερα υλικά αντικείμενα (σπίτια, έπιπλα, ρούχα, αυτοκίνητα κ.τ.λ.) και παράλληλα περισσότερα παιδιά. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το πρότυπο αυτό υιοθετήθηκε σε όλον τον πλανήτη. Το 1950 η Κίνα και η Ινδία είχαν, συνολικά, πληθυσμό 928 εκατ. και το 2018 2,77 δισ., δηλαδή τριπλασιάστηκε. Στις ανεπτυγμένες χώρες η αύξηση του πληθυσμού μειώθηκε, αλλά ο πληθυσμός της Γης τριπλασιάστηκε από 2,6 δισ. το 1950 σε 7,7 σήμερα.

Η εξέλιξη αυτή είναι αποτέλεσμα ενός βασικού λάθους. Οι άνθρωποι συνέχιζαν να επιδιώκουν μανιωδώς την υλική ευημερία τους και τη συνακόλουθη, όπως νόμιζαν, ευτυχία τους χωρίς προηγουμένως να θέσουν το βασικό σωκρατικό ερώτημα του «πώς πρέπει να ζω;». Εκτός, βέβαια, αν κάποιος θέλει να υποστηρίξει το ταυτολογικό επιχείρημα ότι ο τρόπος ζωής που ακολούθησε η ανθρωπότητα είναι ακριβώς η απάντηση στο ερώτημα αυτό. Αν αυτό είναι σωστό, τότε ας είναι οι άνθρωποι προετοιμασμένοι να υποστούν τις συνέπειες των επιλογών τους και το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να εκφράσουμε τη λύπη μας γι’ αυτούς που ενώ επέλεξαν έναν μετρημένο τρόπο ζωής υποφέρουν από την ασυδοσία και την απληστία των πολλών.

Δυστυχώς, η κρισιμότητα της παρούσας κατάστασης του περιβάλλοντος μας επιβάλλει να σκεφτούμε και να αποφασίσουμε για το πώς θέλουμε να ζούμε. Και επειδή οι παράγοντες που μας έφεραν στο κατώφλι της καταστροφής είναι δύο, δηλαδή η υπερκατανάλωση και ο υπερπληθυσμός, οι επιλογές μας περιορίζονται σε τρεις: δραστική μείωση της κατανάλωσης ώστε να μπορεί να συντηρηθεί ο παρών πληθυσμός ή δραστική μείωση του πληθυσμού ώστε να διατηρηθεί το παρόν επίπεδο κατανάλωσης ή μείωση και των δύο σε μικρότερο βαθμό. Οι μειώσεις αυτές πρέπει να είναι αρκετές ώστε να αποκατασταθεί η οικολογική ισορροπία του πλανήτη. Με άλλα λόγια, οι επιλογές μας είναι περιορισμένες. Μπορούμε να είμαστε πολλοί και να ζούμε άθλια από πολλές απόψεις ή να είμαστε λίγοι και να ζούμε με άνεση και αξιοπρέπεια. Σε μια μελέτη μου (δημοσιευμένη σε αμερικανικό περιοδικό, που είναι διαθέσιμη σε όποιον ενδιαφέρεται) είχα υπολογίσει ότι αν θέλουμε οικολογική ισορροπία και ένα επίπεδο διαβίωσης σαν αυτό του μέσου Ευρωπαίου, ο παγκόσμιος πληθυσμός πρέπει να μειωθεί στα τρία περίπου δισ.

Αποτελεί τραγική ειρωνεία το ότι το ερώτημα του πώς πρέπει να ζούμε είχε τεθεί και απαντηθεί από τους αρχαίους Ελληνες, κυρίως από τον Πλάτωνα στους Νόμους και από τον Αριστοτέλη στα Πολιτικά, αλλά οι νεότεροι, πιθανότατα μεθυσμένοι από τις τεχνολογικές επιτυχίες, είτε τους αγνόησαν ή δεν τους κατάλαβαν. Οι σοφοί αυτοί άνδρες προτείνουν άνετη, αλλά όχι σπάταλη ζωή, και ισορροπία μεταξύ πληθυσμού και διαθεσίμων πόρων.

Ο Θεόδωρος Π. Λιανός είναι ομότιμος καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών