Σε μια τηλεοπτική συζήτηση πριν από λίγες ημέρες άκουσα μια υποψήφια ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ να λέει ότι το κόμμα της είναι με την «κοινωνική πλειοψηφία». Η φαινομενικά αθώα αυτή φράση, που συχνά χρησιμοποιεί ο Πρωθυπουργός, κρύβει μέσα της τον αυταρχισμό του ΣΥΡΙΖΑ.

Η φράση αυτή δεν εννοεί την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Αυτή αλλάζει στις εκλογές και είναι περιστασιακή. Εννοεί κάτι διαφορετικό, που έχει την καταγωγή του στον μαρξισμό του 19ου αιώνα.

Ο ΣΥΡΙΖΑ πιστεύει ότι η κοινωνία είναι χωρισμένη σε «κυρίαρχη» και σε «υποτελείς» τάξεις. Θεωρεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι με το μέρος του αγνού λαού, που τώρα ξύπνησε και επαναστάτησε εναντίον της «ελίτ». Η θέση του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι η ΕΕ είναι με το μέρος της «ολιγαρχίας» και όχι του «λαού». Γι’ αυτό ήταν πάντα και παραμένει, τουλάχιστον στα χαρτιά, ένα αντιευρωπαϊκό κόμμα.

Δυστυχώς για τον ΣΥΡΙΖΑ, η θεωρία αυτή είναι εκατόν πενήντα χρόνια εκτός εποχής. Οι βιομηχανικές και μεταβιομηχανικές κοινωνίες έχουν εξελιχθεί τόσο πολύ, που οι παραδοσιακές κατηγορίες «εργατική τάξη» και «αστική τάξη» δεν σημαίνουν πλέον τίποτε. Εχουν αντικατασταθεί από πολύ πιο πολύπλοκες διακρίσεις με βάση το εισόδημα, το επίπεδο εκπαίδευσης, το αν κάποιος είναι άνεργος ή εργαζόμενος ή συνταξιούχος, την ηλικία, το θρήσκευμα, την οικογενειακή κατάσταση, την αναπηρία κ.λπ. Για παράδειγμα, στη Βόρεια Ευρώπη οι μεγαλύτεροι επενδυτές είναι τα ασφαλιστικά ταμεία των εργαζομένων.

Ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει όμως να λέει ότι η πραγματική «πλειοψηφία» βρίσκεται κάπου αλλού, όχι στο Κοινοβούλιο. Αυτή είναι και η ρητορική του Σαλβίνι, του Ορμπαν και της Λεπέν. Η θεωρία αυτή ακολουθεί το δόγμα του πολιτικού φιλοσόφου Καρλ Σμιτ, που εξηγεί την πολιτική με βάση τις κατηγορίες του «εχθρού» και του «φίλου». Από εκεί πηγάζει και το σύνθημα «θα τους τελειώσουμε ή θα μας τελειώσουν» ή το «ή εμείς ή αυτοί».

Ο Σμιτ όμως ήταν θεωρητικός του ναζισμού. Η λογική του παρέχει ιδεολογική κάλυψη σε κάθε αυταρχισμό, της Δεξιάς ή της Αριστεράς, και στην απονομιμοποίηση του αντιπάλου και άρα και των δημοκρατικών κανόνων που επιτρέπουν την εναλλαγή στην εξουσία. Οδηγεί στα φαινόμενα Πολάκη, δηλαδή στη συστηματική άσκηση λεκτικής βίας, σε εκστρατείες δυσφήμησης των αντιπάλων, στη χειραγώγηση Του τύπου, στις απειλές προς τη Δικαιοσύνη και στη χωρίς αρχές περιφρόνηση των άγραφων κανόνων της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Η αντιδημοκρατική ιδεολογία του διχασμού συνδέει τον κ. Τσίπρα με τον κ. Καμμένο και τους άλλους λαϊκιστές της Ευρώπης.

Ψηφίζοντας τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη στις ευρωεκλογές της 26ης Μαΐου δεν επιλέγουμε μόνο την επιστροφή σε μια φιλο-αναπτυξιακή κατεύθυνση στην οικονομία. Αποδοκιμάζουμε επίσης τον ευρωπαϊκό αυταρχικό λαϊκισμό στην πιο βίαιη εκδοχή του. Είναι ευκαιρία να εκφράσουμε τη στήριξή μας στις αρχές της ανοικτής κοινωνίας, αυτές που πάντα μας συνέδεαν με τους εταίρους μας στην ΕΕ.