Το γεγονός της 11ης Σεπτεμβρίου έβαλε τον ισλαμιστικό εξτρεμισμό στον χάρτη της διεθνούς πολιτικής και σηματοδότησε την απαρχή ενός νέου καθεστώτος τρόμου, ανασφάλειας αλλά και ασφαλειοποίησης στο μεγαλύτερο μέρος του δυτικού κόσμου. Από τότε μια πληθώρα βίαιων επιθέσεων θυμίζει αδιαλείπτως στους Ευρωπαίους ότι η νέα μορφή επισφάλειας – μια συνθήκη διαρκώς παρούσα στις ζωές των «άλλων», αυτών που διαβιούν εκτός της ασφαλούς Δύσης – ήρθε να κλονίσει την καθημερινότητά τους. Αμεση συνέπεια αποτέλεσε η διατάραξη της σχέσης που απολάμβαναν οι Ευρωπαίοι με τον δημόσιο χώρο και η μετατροπή των πόλεών τους σε εν δυνάμει πεδία μάχης. Απότοκο της νέας αυτής κατάστασης υπήρξε επίσης η αναπροσαρμογή των εθνικών πολιτικών ασφάλειας που συχνά οδήγησαν στην περιστολή θεμελιωδών ελευθεριών και δικαιωμάτων. Οι ευρωπαϊκές δημοκρατίες βρέθηκαν έτσι στην παράδοξη θέση να θυσιάζουν τις αξίες τους προκειμένου να τις περισώσουν. Καθώς όμως το τελευταίο κύμα επιθέσεων μοιάζει να έχει προσωρινά καταλαγιάσει, αρχίζουν να διαφαίνονται οι μακροχρόνιες συνέπειες του ισλαμιστικού εξτρεμισμού. Η νέα, απενοχοποιημένη Ακρα Δεξιά συγκροτείται πάνω σε και χάρη στο αφήγημα του ισλαμιστικού εξτρεμισμού. Καθώς ο φυλετικός ρατσισμός απονομιμοποιήθηκε και αποδυναμώθηκε σε ολόκληρη την Ευρώπη, την κεντρική θέση στις ακραίες ιδεολογίες αποκλεισμού κατέλαβε ο λόγος μίσους κατά του Ισλάμ, που άλλοτε εσκεμμένα και άλλοτε από άγνοια, ταυτίζεται με τον ισλαμισμό.

Η συμπληρωματική σχέση των δύο αυτών εξτρεμισμών, που φαίνεται να θέτει τους όρους του πολιτικού παιχνιδιού στην Ευρώπη σήμερα, είναι εμφανής σε μια σειρά από κοινές συμπεριφορές και στάσεις.

– Πρώτον, και στις δύο πλευρές είναι ξεκάθαρη η πίστη σε βίαιες και ολοκληρωτικές λύσεις, ενώ οι τακτικές και τα εργαλεία διάδοσης της προπαγάνδας τους προσομοιάζουν επίσης: ρητορική μίσους, πόλεμος πληροφορίας και διάδοση ψευδών ειδήσεων, ηρωοποίηση της αυτοδικίας και πρόκριση ενός τύπου ακτιβισμού με μηδενική αναστοχαστικότητα.

– Δεύτερον, τόσο οι ακροδεξιοί όσο και οι ισλαμιστές χρησιμοποιούν αφηγήματα που θυματοποιούν τους ίδιους και τις ομάδες που διατείνονται ότι εκπροσωπούν, ενώ δαιμονοποιούν τον υποτιθέμενο εχθρό. Κατασκευάζουν έτσι μια κοσμοθεωρία με απόλυτα αντιτιθέμενες μονολιθικές οντότητες, π.χ. το «Ισλάμ» ή η «Δύση».

– Τρίτον, τα αφηγήματα αυτά ενισχύουν το ένα το άλλο καθώς υιοθετούν μια παρόμοια πλοκή που εστιάζει σε έναν επικείμενο ή διεξαγόμενο πολέμου μεταξύ των δύο μετώπων. Υιοθετούν επίσης παρόμοιες, υπεραπλουστευμένες αναπαραστάσεις των «εχθρών» αλλά και των «ηρώων» της κάθε πλευράς.

– Εν τέλει, οι δύο αυτοί εξτρεμισμοί διαμορφώνουν έναν εσχατολογικό τρόπο σκέψης, με έντονη προδιάθεση προς τις θεωρίες συνωμοσίας. Ετσι, αυτό που αρχικά παρουσιάζεται ως μια σύγκρουση εξτρεμισμών, ως μια σύγκρουση ακραίων λογικών και ιδεολογιών αποκλεισμού, δεν είναι παρά μια σχέση αλληλεξάρτησης με ολέθρια αποτελέσματα.

Η ασυνέπεια που έχουμε επιδείξει ως κοινωνίες σε σχέση με διαφορετικές μορφές εξτρεμισμού εντούτοις, έχει επίσης μακροχρόνιες και οδυνηρές συνέπειες. Είναι ίσως πιο εύκολο να καταδικαστούν «αλλότριες» μορφές εξτρεμισμού, όπως ο ισλαμισμός, ωστόσο η απομυθοποίηση και η καταδίκη ενός εξτρεμισμού που προέρχεται μέσα από την ίδια μας την κουλτούρα αποδεικνύονται πολύ δυσκολότερες. Η υπεράσπιση του «δικού» μας πολιτισμού, έθνους, ή λαού – την οποία επικαλείται με επιτυχία η Ακρα Δεξιά – χρειάζεται πολύ μεγαλύτερες δόσεις αυτοκριτικής από το σύνολο των κοινωνιών μας. Χρειάζεται επίσης και μια πολύ πιο ξεκάθαρη στάση από πολιτικά κόμματα, φορείς και θεσμούς που μέχρι στιγμής δείχνουν το λιγότερο αμήχανοι, αν όχι ανεκτικοί, μπροστά στον κίνδυνο της κανονικοποίησης της ακροδεξιάς ρητορικής.

Ρόζας Βασιλάκη