Τα τελευταία δύο χρόνια, ειδικότερα μετά την απόπειρα πραξικοπήματος, οι δύο βασικοί επιθετικοί προσδιορισμοί που χρησιμοποιούν πολιτικοί και αναλυτές για να περιγράψουν την Τουρκία είναι «νευρική» και «απρόβλεπτη». Το αποτέλεσμα αυτής της πρόσληψης είναι μία αδυναμία σχεδιασμού πολιτικής για τη διαχείριση της συμπεριφοράς της. Παράδειγμα προς μελέτη αποτελεί το περιστατικό με τους δύο έλληνες στρατιωτικούς. Επί μήνες όλοι προσπαθούσαν να καταλάβουν τα πώς και τα γιατί της σύλληψής τους από την Τουρκία. Χαρακτηριστική είναι και η δήλωση που έκανε ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Αμυνας εκφράζοντας άγνοια για το πότε θα απελευθερωθούν λίγες ημέρες πριν ανακοινωθεί η απελευθέρωσή τους.

Τα πράγματα είναι όμως ακόμη πιο περίπλοκα. Η Τουρκία δεν είναι απλώς «νευρική» και «απρόβλεπτη», είναι άγνωστη στη συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων, συμπεριλαμβανομένων πολιτικών και αναλυτών. Ο ίδιος ο πρόεδρος Ερντογάν, παρότι παραμένει τόσα χρόνια στην εξουσία και έχει επαφές, ενίοτε και στενές, με πολλούς έλληνες πρωθυπουργούς, παραμένει επίσης ένας βασικός άγνωστος για την ελληνική εξωτερική πολιτική. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ο ίδιος ο ισχυρός άνδρας της Τουρκίας και η πολιτική του έχουν υποστεί οβιδιακές μεταλλάξεις, ακόμη και εντός σύντομου χρονικού διαστήματος. Ξεκίνησε ως ο πολιτικός που θα έβαζε την Τουρκία στην ΕΕ, μετατράπηκε σε περιφερειακό ηγέτη που φιλοδοξούσε να εκπροσωπήσει τον μουσουλμανικό κόσμο και κατέληξε να έχει όλα τα μέτωπα ανοιχτά και να βρίσκεται πιεσμένος με περιορισμένες δυνατότητες βοήθειας, όπως αυτή από το Κατάρ, και την οικονομία της Τουρκίας σε βαθιά κρίση.

Οσο και αν είναι δύσκολο να παρακολουθήσει κάποιος όλες αυτές τις αλλαγές πολιτικής και τους τακτικισμούς, αυτό δεν δικαιολογεί την σε μεγάλο βαθμό έλλειψη γνώσης μας για τον Ερντογάν και την Τουρκία. Είναι χαρακτηριστικό πως οι μεγαλύτεροι σήμερα επικριτές του στον δημόσιο διάλογο έχουν υπάρξει υμνωδοί του όταν εμφανίστηκε αρχικά στην κεντρική σκηνή της γειτονικής χώρας. Δεν είναι μακρινή η περίοδος που πολλοί στη χώρα μας μιλούσαν για την οικονομικά ισχυρή Τουρκία που αυτή τη στιγμή βρίσκεται ένα βήμα πριν από την προσφυγή της στο ΔΝΤ.

Είναι υπαρξιακή ανάγκη για την εξωτερική πολιτική της χώρας να μάθουμε την Τουρκία και αυτό δεν μπορεί να γίνει επιδερμικά. Χρειάζεται συστηματική επένδυση στη μελέτη όλων των πτυχών του γείτονά μας ώστε αφού τον καταλάβουμε καλά, να προχωρήσουμε σε μία εξειδικευμένη και εφικτή στρατηγική. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως αυτή τη στιγμή μπορούμε να μιλήσουμε για δύο τουλάχιστον Τουρκίες και για απουσία υψηλής στρατηγικής από την Ελλάδα, με το βάρος να πέφτει στην τακτική διμερή διαχείριση ζητημάτων. Ο δε πυρήνας της τελευταίας σοβαρής στρατηγικής που είχαμε – της υποστήριξης της ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ – απέχει σήμερα πολύ από το να θεωρείται ρεαλιστική βάση νέας στρατηγικής προσέγγισης. Μία άγνωστη χώρα σε οικονομική κρίση πρέπει να οξύνει τα πολιτικά και διπλωματικά αντανακλαστικά μας, ώστε να αποφύγουμε μία ενδεχόμενη εξαγωγή της εσωτερικής έντασης σε διμερές επίπεδο.

Ο Τριαντάφυλλος Καρατράντος είναι διεθνολόγος με ειδικότητα

στα θέματα ασφάλειας