Μια λιμνοθάλασσα γεμάτη κουνούπια βαθιά στον Βάλτο Zαπάτα στην Κούβα, τον μεγαλύτερο άθικτο υγροβιότοπο της Καραϊβικής, είναι το σημείο μηδέν για μια ταπεινή, αλλά γεμάτη αφοσίωση επιστημονική προσπάθεια, που στοχεύει να σώσει το μαντζουάρι ή αλλιώς κουβανικό λεπιδοστεϊδές, από την εξαφάνιση.

«Είναι ένα κόσμημα ανάμεσα στα κουβανικά ψάρια», δήλωσε ο βιολόγος  Aντρές Ουρτάδο, την ώρα, που περπατούσε μέσα σε ένα μεγάλο δάσος και απέκρουε ένα σμήνος κουνουπιών, που έρχονταν καταπάνω του. «Έχει ζήσει 140 ή 150 εκατομμύρια χρόνια και τώρα απειλείται με εξαφάνιση».

Σύμφωνα με το Reuters, το μακρύ και λεπτό αυτό ψάρι, με το ρύγχος του γεμάτο αιχμηρά δόντια, θεωρείται «σοβαρά απειλούμενο», κερδίζοντας μια θέση στην κόκκινη λίστα της Διεθνούς Ένωσης για τη Διατήρηση της Φύσης (IUCN) από το 2020. Η εμπορική εκμετάλλευση, η απώλεια οικοτόπων και η εισαγωγή του αφρικανικού γατόψαρου το 1999, ενός αδηφάγου χωροκατακτητικού είδους, που έχει καταστρέψει τον κάποτε παρθένο βάλτο, αποτελούν ουσιαστικούς λόγους απειλής για την ίδια την ύπαρξη του λεπιδοστεϊδούς.

Η απάντηση του Ουρτάδο σε αυτές τις προκλήσεις ξεκίνησε σε ένα εκκολαπτήριο κοντά στο βάλτο. Εκεί, η ομάδα του επινόησε μια μέθοδο για την αναπαραγωγή των συγκεκριμένων ψαριών και την παραγωγή της απαραίτητης τροφής για την εκτροφή τους πριν τα απελευθερώσει στην άγρια ​​φύση για να ενισχύσει τον ασθενή πληθυσμό του βάλτου.

Η απομόνωση, τα κουνούπια, οι ελλείψεις σε προμήθειες και οι μοναχικές συνήθειες του ψαριού καθιστούν δύσκολη, αν όχι αδύνατη, την ακριβή αξιολόγηση της προόδου του έργου.

Τα ψάρια αυτά έχουν περίπου το μέγεθος ενός μικρού μολυβιού. Σκούρα και καμουφλαρισμένα, κρύβονται μέσα στο πυκνό μαγκρόβιο δάσος και χάνονται γρήγορα, μόλις απελευθερωθούν.

Υπάρχουν ενδείξεις ότι το έργο μπορεί να κάνει κάτι καλό, επισημαίνουν οι επιστήμονες.

«Οι ντόπιοι ψαράδες μας λένε ότι το μαντζουάρι είναι εδώ», δήλωσε ο Εντουάρντο Αμπρέου, Διευθυντής στο Εθνικό Πάρκο Σιέναγκα ντε Ζαπάτα.

«Ίσως να μην είναι τόσο άφθονα (τα ψάρια), όσο στο παρελθόν, αλλά είναι εδώ και υπάρχει ένας εδραιωμένος πληθυσμός», καταλήγει.