«Μην ασχολείστε με τις δημοσκοπήσεις», προειδοποιούν οι περισσότεροι αναλυτές στις ΗΠΑ, καθώς απομένουν πλέον λιγότερες από 20 μέρες ως τις προεδρικές εκλογές της 5ης Νοεμβρίου και όλα τα δεδομένα που υπάρχουν αυτή τη στιγμή προμηνύουν ένα εξαιρετικά αμφίρροπο ντέρμπι.
Συμπληρώνουν δε ότι ελάχιστη σημασία έχουν τα ποσοστά που φέρονται να συγκεντρώνουν η Κάμαλα Χάρις και ο Ντόναλντ Τραμπ σε πανεθνικό επίπεδο, καθώς αυτό που μετρά περισσότερο είναι ποια ή ποιος θα επικρατήσει στις επτά αμφίρροπες πολιτείες που αλλάζουν σχετικά συχνά χέρια και θεωρούνται «κλειδιά» – είναι γνωστές και ως «swing states» – όπου η (δημοσκοπική πάντα) διαφορά τους εμφανίζεται να είναι μικρότερη της μίας ποσοστιαίας μονάδας: Πενσιλβάνια, Βόρεια Καρολίνα, Μίσιγκαν, Τζόρτζια, Αριζόνα, Ουισκόνσιν και Νεβάδα.
Η εξήγηση είναι απλή και όποιοι-ες δεν είναι σε θέση να την κατανοήσουν, δεν έχουν παρά να ανατρέξουν στην οδυνηρή εμπειρία που βίωσε το 2016 η Χίλαρι Κλίντον ή στην αντίστοιχη του Αλ Γκορ το 2000.
Υπενθυμίζεται ότι σε αμφότερες τις περιπτώσεις, οι υποψήφιοι των Δημοκρατικών κατάφεραν μεν να κερδίσουν τη μάχη της κάλπης, συγκεντρώνοντας περισσότερες ψήφους από τους Ρεπουμπλικανούς Ντόναλντ Τραμπ και Τζορτζ Μπους τον νεότερο αντιστοίχως, έχασαν όμως τον πόλεμο για τον Λευκό Οίκο διότι οι αντίπαλοί τους διασφάλισαν περισσότερους εκλέκτορες.
Ειδικά η Κλίντον, μάλιστα, έλαβε σχεδόν τρία εκατομμύρια ψήφους παραπάνω από τον Τραμπ, ο οποίος όμως βρέθηκε με 304 εκλέκτορες στο πλευρό του, έναντι 227 της ίδιας, μιας και επικράτησε στις κρίσιμες πολιτείες, «κλειδώνοντας» την ψήφο όχι ενός μέρους, αλλά του συνόλου των εκλεκτόρων που τους αναλογούν.
Κάτι που μπορεί να συμβεί ακόμη κι αν ένας ή μία από τους υποψήφιους έχει νικήσει με μία ψήφο διαφορά!
Ας το υπογραμμίσουμε ξανά:
Στην αμερικανική δημοκρατία, η εκλογή του εκάστοτε προέδρου δεν γίνεται ουσιαστικά με άμεση ψηφοφορία, αλλά με έμμεση, καθώς ο τελικός λόγος ανήκει στο σώμα των εκλεκτόρων, που απαρτίζεται από 538 μέλη.
Ετσι, όποιος ή όποια θέλει να καθίσει στον «θρόνο» πίσω από το Οβάλ Γραφείο υποχρεούται να συγκεντρώσει τουλάχιστον 270 ψήφους στην κρίσιμη συνεδρίαση, η οποία έχει προγραμματιστεί για τις 17 Δεκεμβρίου, σχεδόν ενάμιση μήνα αφότου έχουν γίνει γνωστά τα τελικά αποτελέσματα.
Υστερα από τα παραπάνω, μάλλον δεν πρέπει να απορεί κανείς για το γεγονός ότι Χάρις και Τραμπ δίνουν πολύ μικρότερη σημασία στο πανεθνικό τους ποσοστό και πολύ μεγαλύτερη στις επτά πολιτείες – κλειδιά που θα κρίνουν την αναμέτρηση.
Με δεδομένο, μάλιστα, ότι για την ώρα ουδείς είναι σε θέση να προβλέψει το τελικό αποτέλεσμα, το θρίλερ πρέπει να θεωρείται δεδομένο, για δεύτερη συνεχόμενη φορά, καθώς το 2020 η επικράτηση του Τζο Μπάιντεν σε αυτές ακριβώς τις πολιτείες (πλην της Βόρειας Καρολίνας, όπου αναδείχθηκε πρώτος ο Τραμπ) κρίθηκε για λίγες χιλιάδες ψήφους.
Τόσο λίγες ώστε να αντιπροσωπεύουν μόλις το 0,24% του συνόλου των έγκυρων ψηφοδελτίων σε εκείνες τις εκλογές.
Εκκίνηση από «ισοπαλία»
Με βάση το μοντέλο πρόγνωσης των «Financial Times», η νυν αντιπρόεδρος και υποψήφια των Δημοκρατικών εμφανίζεται να έχει «κλειδώσει» 226 εκλέκτορες και να είναι το μεγάλο φαβορί για άλλους 35, ενώ ο αντίπαλός της μπορεί να θεωρεί σίγουρους 125, στους οποίους πιθανότατα θα προστεθούν 94 ακόμη.
Κατά συνέπεια, οι δύο εκκινούν από τους 226 και 219 εκλέκτορες αντιστοίχως, δηλαδή είναι σχεδόν ισόπαλοι και θα τα δώσουν όλα για τους 93 που αναλογούν στις επτά προαναφερθείσες πολιτείες.
Υπενθυμίζεται, επίσης, ότι ενώ μέχρι την αποχώρηση του Μπάιντεν από την κούρσα ο Τραμπ διατηρούσε σαφές προβάδισμα στο σύνολο σχεδόν των swing states, η επιλογή της Χάρις από τους Δημοκρατικούς ανακάτεψε εκ νέου την πολιτική και εκλογική «τράπουλα».
Κατά συνέπεια, όλα τα σενάρια είναι πλέον ανοιχτά, συμπεριλαμβανομένου εκείνου που θεωρείται εφιαλτικό: οι δύο μονομάχοι να διασφαλίσουν από 269 εκλέκτορες…
Σε κάθε περίπτωση, οι περισσότεροι εκτιμούν ότι η πιο μεγάλη και σκληρή μάχη θα δοθεί στις τρεις πολιτείες που συγκροτούν το αποκαλούμενο «Μπλε Τείχος», όπου χτυπούσε παραδοσιακά η καρδιά της βιομηχανικής Αμερικής και η παράδοση είναι υπέρ των Δημοκρατικών.
Πρόκειται για το Ουισκόνσιν, το Μίσιγκαν και την Πενσιλβάνια.
Δεν είναι τυχαίο πως, με βάση το μοντέλο του «Economist», οι πιθανότητες να αναδειχθούν νικητές Χάρις και Τραμπ, χωρίς να κερδίσουν σε αυτές τις τρεις πολιτείες, είναι εξαιρετικά μικρές: για την πρώτη είναι μόλις 10% χωρίς το Μίσιγκαν, 15% χωρίς την Πενσιλβάνια και 19% χωρίς το Ουισκόνσιν, ενώ για τον δεύτερο 15%, 14% και 8% αντιστοίχως.
Τα πράγματα είναι απλά, λοιπόν.
Η νίκη εκεί και, κατ’ επέκταση, στις επτά πολιτείες – κλειδιά έχει αποκτήσει χαρακτήρα (πολιτικής) «ζωής και θανάτου» και για τους δύο.