Ηταν εύλογο ότι, κάποια στιγμή, κάποιοι στο ΠΑΣΟΚ θα εξεγείρονταν με την πολιτική γραμμή του αρχηγού. Δεν είναι όλοι αμνήμονες στο ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα του μεταπολιτευτικού δικομματισμού, ούτε όλοι ζουν στις δάφνες του ανδρεοπαπανδρεϊσμού. Ούτε γίνεται να παραγράφεται το μεγάλο εκσυγχρονιστικό εγχείρημα της παράταξης που, υπό τον πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη, άλλαξε την Ελλάδα.

Το ΠΑΣΟΚ ήταν το κόμμα που αποπειράθηκε να αλλάξει ριζικά το δημόσιο πανεπιστήμιο νωρίς. Ο νόμος Διαμαντοπούλου, για τον οποίο όταν εισήχθη το ΠΑΣΟΚ ήταν περήφανο, ψηφίστηκε μεν με τεράστια πλειοψηφία αλλά εύκολα ροκανίστηκε εκ των υστέρων, από απρόθυμους πολιτικούς, κυρίως όμως λόγω της επιρροής κατεστημένων συμφερόντων που στράβωσαν αρχικά απέναντι στα ανεξάρτητα συμβούλια διοίκησης και γενικώς στο μεταρρυθμιστικό πνεύμα του. Δυστυχώς, την τρομερή δεκαετία του 2010, σε έναν κυκεώνα προβλημάτων, το τελευταίο που ήταν δυνατόν να υπερασπίσει κανείς με ψυχραιμία ήταν το πανεπιστήμιο.

Πάντως η κατανόηση της πρώτιστης ανάγκης, να πάψει ένας από τους τελευταίους εκπαιδευτικούς αναχρονισμούς, η υποχρεωτική κρατικοδίαιτη εκπαίδευση, δεν είναι προνόμιο μόνο της συντηρητικής παράταξης – κι ας υλοποιεί τη δυνατότητα λειτουργίας παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων σήμερα ο υπουργός Παιδείας, Κυριάκος Πιερρακάκης, που προέρχεται από την Κεντροαριστερά. Και μέσα στο ΠΑΣΟΚ, πάντως, συνεχίζουν να υπάρχουν σοβαροί παράγοντες με πίστη στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που δεν μπορούν να παραμένουν εσαεί δέσμιοι των αγοραφοβικών επινοήσεων του Νίκου Ανδρουλάκη. Και ήδη το κάνουν γνωστό.

Η αντίρρηση σε αυτές τις αγοραφοβικές επινοήσεις έγινε ιδιαίτερα έντονη στη χθεσινή συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας. Ουσιωδώς επικριτική στις απόψεις του προέδρου του κόμματος ήταν η Νάντια Γιαννακοπούλου, η οποία επέκρινε το λεγόμενο σκανδιναβικό μοντέλο πίσω από τον οποίο έχει οχυρωθεί ο Νίκος Ανδρουλάκης. Κι έχει δίκιο η βουλευτίνα Μεσσηνίας του ΠΑΣΟΚ που εξεγείρεται έχοντας υποστεί έναν καταναγκασμό, καθώς επί της ουσίας δεν υπάρχει σκανδιναβικό μοντέλο (άλλο πράγμα η Σουηδία, άλλο η Δανία κι άλλο η Νορβηγία) αλλά ένα πολιτικό σχέδιο στο μυαλό του Ανδρουλάκη ο οποίος νομίζει ότι θα γίνει ΣΥΡΙΖΑ στη θέση του ΣΥΡΙΖΑ. Περιφρονεί μάλιστα τους κορυφαίους έλληνες συνταγματολόγους (Βενιζέλος, Αλιβιζάτος, Μανιτάκης), τους οποίους μοιάζει να θεωρεί όργανα αυτού που ονομάζει διευθέτηση – ουσιαστικά κόβοντας γέφυρες με τη νομική και την πολιτική κουλτούρα του χώρου του. Εκχωρώντας εύκολα το μεταρρυθμιστικό σχέδιο αποκλειστικά στον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Η Γιαννακοπούλου έθεσε ένα ουσιαστικό ζήτημα: το θέμα των ιδεών. Αναφέρθηκε δηλαδή στον ρόλο των βουλευτών ενός κόμματος και στο δικαίωμα να λειτουργούν με βάση ένα ιδεολογικό πλαίσιο διά του οποίου απευθύνθηκαν στους ψηφοφόρους τους. Εχει δίκιο. Οι βουλευτές δεν είναι υπάλληλοι της επιχείρησης του αρχηγού. Είναι ελεύθεροι άνθρωποι οι οποίοι συμβάλλουν στο συλλογικό εγχείρημα που είναι το κόμμα. Δικαιούται να εξανίσταται όταν ένα μεταρρυθμιστικό κόμμα όπως το ΠΑΣΟΚ, που πλήρωσε την προσήλωσή του στους θεσμούς και στον ευρωπαϊκό εκσυγχρονισμό της χώρας τη δύσκολη περίοδο της χρεοκοπίας και των μνημονίων, σήμερα οχυρώνεται πίσω από άγονες αρνήσεις, ακατανόητες για όσους το στήριξαν στα δύσκολα.

Ο Νίκος Ανδρουλάκης, που «δεν θα επιτρέψει να υπάρξει ρήγμα στην ψηφοφορία», αφού έχει καθηλώσει το ΠΑΣΟΚ σε έναν ρόλο αντί του ΣΥΡΙΖΑ, στη συνέχεια έχει αποφασίσει να περιορίσει το κόμμα στον ρόλο ενός νεκροταφείου ιδεών, όπου όποιος διαφωνεί με τον αρχηγό έχει δύο επιλογές: ή να υποτάξει την άποψή του ή να φύγει.