Πεντακόσιες ημέρες πολέμου στην Ουκρανία. Τόσος είναι ο χρόνος που έχει κυλήσει από την εισβολή που διέταξε ο Βλαντίμιρ Πούτιν την 24η Φεβρουαρίου 2022 μέχρι σήμερα, Σάββατο 8 Ιουλίου 2023. 500 ημέρες ασταμάτητης αιματοχυσίας ανάμεσα σε δύο γειτονικούς και θεωρητικά «αδελφούς λαούς» στα πεδία των μαχών, ασύλληπτων καταστροφών και ανείπωτης τραγωδίας στο έδαφος της Ευρώπης, η οποία συνειδητοποίησε με τον πιο βίαιο και επώδυνο τρόπο ότι αυτό που ήλπιζε ότι δεν θα ζήσει ποτέ ξανά έχει επιστρέψει.

Αυτές οι 500 ημέρες, πέρα από τις απώλειες σε ανθρώπινες ζωές στις δύο εμπόλεμες χώρες, προκάλεσαν μια ακόμη οικονομική και ενεργειακή κρίση, η οποία συνοδεύεται από ένα τεράστιο κύμα ακρίβειας και κερδοσκοπίας. Εχουν επαναφέρει πάνω από την ανθρωπότητα το φάντασμα ενός Τρίτου Παγκόσμιου Πολέμου, ενδεχομένως και πυρηνικού. Εχουν δε αναγκάσει, δίχως αμφιβολία, ακόμη και τον μεγάλο πρωταγωνιστή να αναλογιστεί (έστω κι αν δεν το παραδέχεται δημοσίως) εάν πέτυχε έστω και κάτι από τους στόχους που είχε θέσει – ή εάν, αντιθέτως, έχει χάσει πολύ περισσότερα από όσα πιθανώς θεωρεί ότι κέρδισε.

Πέρα από το γεγονός, άλλωστε, ότι τα σενάρια του «αστραπιαίου πολέμου» και της γρήγορης νίκης ναυάγησαν στο Κίεβο, το Χάρκοβο, το Σούμι, τη Χερσώνα και άλλες πόλεις και περιοχές, ενώ ο ουκρανικός στρατός αποδεικνύεται – με τη βοήθεια της Δύσης – πολύ πιο αξιόμαχος και επικίνδυνος αντίπαλος από ό,τι υπολόγιζε το Κρεμλίνο, υπάρχει κάτι ακόμη που αναδεικνύει την αποτυχία ή, αν μη τι άλλο, τους λανθασμένους (γεω)πολιτικούς σχεδιασμούς: το ΝΑΤΟ, τη διεύρυνση προς Ανατολάς του οποίου ο Πούτιν χρησιμοποίησε ως επιχείρημα για την εισβολή, «μετακόμισε» ήδη πιο κοντά στα σύνορα της Ρωσίας, με την ένταξη της μέχρι πρόσφατα «ουδέτερης» Φινλανδίας – πιθανώς και της Σουηδίας, που θα ακολουθήσει όταν άρει το βέτο του ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Κορυφή του παγόβουνου η «ανταρσία» Πριγκόζιν

Το σίγουρο, σε κάθε περίπτωση, είναι ότι όλα τα μέτωπα παραμένουν ανοιχτά για τον Πούτιν – χωρίς, μάλιστα, ενδείξεις ότι πρόκειται να κλείσουν σύντομα ή, πολύ περισσότερο, ευνοϊκά για τον ίδιο, το σύστημα εξουσίας που έχει δημιουργήσει και τους συμπατριώτες του. Παρά το γεγονός ότι η δημοφιλία του δείχνει να παραμένει σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα, της τάξεως του 80%, μειώνεται διαρκώς το ποσοστό των Ρώσων που θεωρούν ότι η χώρα τους βαδίζει προς τη σωστή κατεύθυνση – ειδικά μετά το μπαϊράκι που σήκωσε ο Πριγκόζιν υπάρχουν τάσεις υποχώρησης κάτω του 60%, τουλάχιστον με βάση τις μετρήσεις του ινστιτούτου Levada.

Οπως σημειώνει σχετική ανάλυση που δημοσιεύτηκε στην «Εl Pais», στο φύλλο της περασμένης Κυριακής, «η ανταρσία των μισθοφόρων της Wagner ανέδειξε μόνο ένα από τα ανοιχτά μέτωπα» που έχει σήμερα ο πρόεδρος της Ρωσίας. «Η ολοένα αυξανόμενη αποστασιοποίηση της κοινωνίας, η επιδείνωση της κατάστασης της οικονομίας και η διεθνής απομόνωση περικυκλώνουν έναν ηγέτη ο οποίος θεωρούσε πως ήταν άτρωτος όταν εισέβαλε στην Ουκρανία», προσθέτει η ισπανική εφημερίδα.

Ο πόλεμος, η οικονομία και οι εκλογές του 2024

Το ερώτημα που τίθεται, βεβαίως, είναι εάν οι δραματικές εξελίξεις που είχαν ως πρωταγωνιστή τον μέχρι πρόσφατα «πιστό σκύλο» του Πούτιν θα αποτελέσουν τη ρωγμή που θα επιτρέψει σε όλα τα παραπάνω να έρθουν ορμητικά στην επιφάνεια, αμφισβητώντας εμπράκτως την κυριαρχία και την εξουσία του. Εάν θα συνδυαστούν, εκτός των άλλων, με μια νέα υποχώρηση στα πεδία των μαχών, όπως συνέβη στην προηγούμενη αντεπίθεση των Ουκρανών, από το φθινόπωρο του 2022. Μετατρέποντας, έτσι, τα καυτά ερωτήματα που έτσι κι αλλιώς υπάρχουν σε ένα κίνημα ανοιχτής αμφισβήτησης του ρώσου προέδρου – από τους ολιγάρχες (οι οποίοι αναγκάζονται να απαρνηθούν τον κοσμοπολιτισμό τους και μέρος των επενδύσεών τους), τις ένοπλες δυνάμεις ή ακόμη και τον στενό κύκλο των «σιλόβικι» που τον ανέδειξε και τον στήριξε με κάθε τρόπο ως τώρα.

Αναμφίβολα, ο δεύτερος πιο κρίσιμος παράγοντας, πέρα από την τροπή που θα πάρει ο πόλεμος, έχει να κάνει με την οικονομία και την ικανότητα του καθεστώτος να διασφαλίζει, ειρηνικά ή διά της βίας, την «κοινωνική ειρήνη». Παρά την ανθεκτικότητα που επέδειξαν οι δείκτες το 2022 – για πολλούς και διάφορους λόγους – τα δεδομένα έχουν αρχίσει να επιδεινώνονται και ο κλοιός να στενεύει, ειδικά καθώς ο Πούτιν μετατρέπει σταδιακά τη ρωσική οικονομία σε πολεμική. Στην περίπτωση, λοιπόν, που τα πράγματα ζορίσουν ακόμη περισσότερο και οι Ρώσοι νιώσουν ότι ο πόλεμος όχι απλώς δεν τους ωφελεί αλλά, αντιθέτως, τους φτωχοποιεί, τότε ίσως μεταβληθεί άρδην και το κλίμα για τον ηγέτη τους.

Οι σύμμαχοι και οι εκλογές του 2024

Εφόσον δε όλα τα παραπάνω συμβούν ή αρχίσει να δείχνει πιθανό ότι θα συμβούν, τότε ίσως έρθει η ώρα να αλλάξουν στάση και οι ηγεσίες των χωρών που μέχρι σήμερα έχουν στηρίξει ανοιχτά τη Ρωσία είτε έχουν τηρήσει στάση «θετικής ανοχής», όπως είναι η Κίνα, η Ινδία, οι εταίροι της στην ομάδα των BRICS, η Τουρκία, μεγάλο μέρος του αραβικού κόσμου κ.λπ. Κλείνοντας, έτσι, το «παράθυρο» που προσφέρουν στη Μόσχα για να παρακάμπτει το εμπάργκο της Δύσης, έστω και δύσκολα, διασφαλίζοντάς της σημαντικούς και ισχυρούς οικονομικούς και πολιτικούς εταίρους – κάνοντάς τη, με άλλα λόγια, να μην θα αισθάνεται απελπιστικά μόνη.

Είναι φανερό, από κάθε άποψη, ότι με τα μέτωπα όλα ανοιχτά και σε κρίσιμη φάση, οι επόμενες εβδομάδες και μήνες είναι κρίσιμες για τον Πούτιν. Ο ίδιος θα ήθελε, βεβαίως, να πάει στις προεδρικές εκλογές της ερχόμενης άνοιξης καβάλα στο άλογο του θριαμβευτή, όμως σήμερα ουδείς μπορεί να του εγγυηθεί ότι αυτό θα συμβεί.