Η παράσταση «Τι να κάνουμε;» εμπνευσμένη από το έργο του Νικολάι Τσερνισέφσκι ανεβαίνει στο Υπόγειο του Θέατρου Τέχνης Καρόλου Κουν σε σκηνοθεσία Έλλης Παπακωνσταντίνου και δραματουργία Δήμητρας Κονδυλάκη έως τις 4 Ιουνίου. Τους ρόλους υποδύονται οι Δημήτρης Γεωργιάδης, Θεοδώρα Λούκας, Λάμπρος Πηγούνης, Σοφία Πριοβόλου και Βασίλης Σαφός.

Πόσο ελεύθεροι και ελεύθερες είμαστε να ορίζουμε τη μοίρα και την ταυτότητά μας; Τι μπορούμε να αντιτάξουμε ως βίωμα και ως τρόπο ζωής στη σημερινή αναδίπλωση των αξιών, στην όλο και μεγαλύτερη συντηρητικοποίηση της δυτικής κοινωνίας;

Με τέτοια ερωτήματα στο νου ανατρέχουμε στο εμβληματικό Τι να κάνουμε; (1863) του ρώσου φιλοσόφου και συγγραφέα Νικολάι Τσερνισέφκσι. Με αφετηρία την ιστορία της Βέρας –στο σταυροδρόμι ανάμεσα σε ηρωίδες της Γεωργίας Σάνδη και στον ουτοπικό σοσιαλισμό του Σαρλ Φουριέ– και μέσα από μια γοητευτική πλοκή που μετασχηματίζει το αδιέξοδο σε υλοποιημένη ουτοπία, το έργο εξερευνά τη διλημματική φύση του έρωτα και τη συνδέει με την ευρύτερη ηθική στάση του καθενός και τις επιλογές του στο κοινωνικό πεδίο και στην οικογένεια.

Μη φιλοδοξώντας σε μια πιστή θεατρική μεταφορά του έργου –εγχείρημα που αποτρέπουν οι μνημειώδεις διαστάσεις αλλά και οι ριζικές διαφορές από την εποχή του–, η παράσταση αντλεί έμπνευση και υλικό από το μυθιστόρημα του Τσερνισέφσκι για να συνομιλήσει με τον σημερινό θεατή και να αμφισβητήσει τα σημερινά κοινωνικά «αδιέξοδα», που εξακολουθούν να βασίζονται σε διαχρονικά, πατριαρχικά στερεότυπα.

Με έμφαση στη χρήση real time video που αποτελεί και το κύριο μέσο αφήγησης, χρησιμοποιείται πότε θεατρική γλώσσα και πότε κινηματογραφική: οι τέσσερις ηθοποιοί «γυρίζουν» επιλεγμένες σκηνές με την τελική εικόνα να συνθέτει κινηματογραφικά στιγμιότυπα «εποχής» με ζωντανό λόγο. Επιχειρώντας να αιχμαλωτίσει την ερωτική, υπαρξιακή και πολιτική διάσταση που διασταυρώνονται σε μια δύσκολη πορεία γυναικείας χειραφέτησης, το σκηνικό έργο διατυπώνει ένα σημερινό «τι να κάνουμε;», ποιοι και ποιες είμαστε, ποιοι και ποιες θέλουμε να είμαστε, μέσα από μια προσωπική και βιωματική οπτική.

Η σκηνοθέτρια της παράστασης Έλλη Παπακωνσταντίνου μιλάει στα «Νέα» για το έργο, τη φύση του έρωτα και την ελευθερία των επιλογών.

Πώς προέκυψε η ιδέα για την παράσταση;

Το μυθιστόρημα «τι να κάνουμε;» του Ν. Τσερνισέφκσι μεταφράστηκε για πρώτη φορά στα ελληνικά το 2013 από την Ελένη Μπακοπούλου. Ένα χρόνο μετά σκηνοθετούσα μια παράσταση στη Γαλλία και εκεί συνάντησα τη Δήμητρα Κονδυλάκη. Μιλούσαμε  και οι δύο με πάθος γι’ αυτό το μυθιστόρημα. Στην περίοδο της οικονομικής κρίσης, εγώ προσωπικά το είχα δίπλα στο κρεβάτι μου και το διάβαζα σχεδόν κάθε βράδυ. Ήθελα με όλη μου τη δύναμη να βουτήξω στον φωτεινό κόσμο του. Συμφωνήσαμε πως αυτό το έργο θα έπρεπε να ανέβει στη σκηνή, αλλά πέρασαν πολλά χρόνια για να βρεθούν οι κατάλληλες συνθήκες μέχρι τη στιγμή που το θέατρο τέχνης αγκάλιασε αυτό το εγχείρημα.

Πώς το έργο του Νικολάι Τσερνισέφσκι διαπνέει την παράσταση;

Η Δήμητρα Κονδυλάκη υπογράφει την  ελεύθερη απόδοση του μυθιστορήματος. Φυσικά ήταν αδύνατον να μεταφερθεί ολόκληρο το μυθιστόρημα που ίσως μελλοντικά το ανεβάσω ως séquence. Παρακολουθούμε την ερωτική, πολιτική και έμφυλη απελευθέρωση της Βέρας, μια επαναστατική ερωτική ιστορία. Το προσωπικό διαπλέκεται με το πολιτικό αναδεικνύοντας τον έρωτα στην μέγιστη επαναστατική δύναμη. Η πολιτική πράξη δεν περιορίζεται σε δράσεις, όπως για παράδειγμα στη δημιουργία οριζόντιων δομών συνδιαχείρισης. Η πολιτική σκέψη βρίσκεται στον πυρήνα του έρωτα. Καθώς τα πρόσωπα μάς μαθαίνουν ή μάς υπενθυμίζουν ότι υπάρχει κι ένας άλλος τρόπος να αγαπάς με γνώμονα την ευτυχία του άλλου ο οποίος όπως τονίζεται οφείλει να παραμένει ελεύθερος να εξελιχτεί. Εδώ, είναι η δύναμη του έργου. Στην εποχή μας μιλάμε τόσο πολύ για τις ατομικές  ελευθερίες. Ακούμε διαρκώς «οι ελευθερίες -οι ελευθερίες του ατόμου» αλλά σε αυτό το έργο το προεπαναστατικό, η  ιδεολογία και η αυτοπραγμάτωση ορίζεται από το γενικό καλό, αυτό είναι η πραγματικότητα. Να ζεις το όνειρό σου στο εδώ και στο τώρα μέσα στο σύνολο. Κι αν τυχόν έχεις τη δύναμη να ωφελήσεις κάποιον άλλο να απελευθερωθεί από τις προκαταλήψεις της εποχής του, τότε κάνε το! Αυτό ορίζει ο Τσερνισέφσκι ως αγάπη κι έρωτα μαζί, φυσικά ενάντια στην κτητικότητα και την ταύτιση των εραστών. Λέει ο Ρεμπώ «πρέπει να εφεύρουμε ξανά τον έρωτα!»

Πώς το real time video συνομιλεί με την θεατρική και την κινηματογραφική γλώσσα;

Οι Ηθοποιοί σε συνεργασία με την Κατερίνα Σαβόγλου την βίντεο artist χειρίζονται την κάμερα και τα φώτα της παράστασης ζωντανά για να δημιουργήσουν εικόνες από τα όνειρά της Βέρας και σκηνές από την δραματοποιημένη ζωή της. Ο ηλεκτροακουστικός Λάμπρος Πηγούνης δημιουργεί ένα ζωντανό ηχητικό δρώμενο. Κινηματογραφική εικόνα και ήχος διαπλέκονται με τον θεατρικό λόγο. Στο κέντρο όλων ο ηθοποιός. Είναι μία γλώσσα που εξελίσσω τα τελευταία οχτώ χρόνια δουλεύοντας και διερευνώντας την συνύπαρξη νέων μέσων και παραδοσιακών μορφών έκφρασης.

Η φύση του έρωτα είναι για εσάς διλημματική;

Για μένα το δίλημμα είναι ένα στον έρωτα. Παραίτηση -παθητικότητα κατά Λακάν- ή αντίσταση. Ζωή ή ατομικισμός. Στην πραγματικότητα αυτό θέτει και το έργο. Προϋπόθεση για τον έρωτα είναι να δεχτείς ότι δεν μπορείς να κάνεις τίποτα από το να αφεθείς στον μαγνητισμό του άλλου. Δεν υπάρχει επιλογή στον έρωτα. Άρα, δίλλημα πραγματικό υπό αυτή την έννοια δεν υπάρχει. Εδώ, το κεντρικό πρόσωπο ο Λοπουχόφ, αναγνωρίζει την αλήθεια και παραμερίζει για να αφήσει το πεδίο ανοικτό στην Βέρα και τον Κιρσάνοφ να ζήσουν τον έρωτά τους.

Πόσο ελεύθεροι είμαστε να ορίζουμε τη μοίρα μας και την ταυτότητα μας, κατά τη γνώμη σας;

Εμείς οι Έλληνες έχουμε μια ιδιαίτερη σχέση με την έννοια «μοίρα» που την μεταφράζουμε κατά κόρον ως μοιρολατρία. Αλλά η μοίρα είναι ακριβώς όπως αποκαλύπτει και η ετυμολογική ρίζα της λέξης, το μέρος μας στον κόσμο, αυτό είναι το μερίδιο μας. Είμαστε σε αυτόν τον κόσμο για να μάθουμε μέσα από αγώνα και μόχθο πώς θα ζήσουμε αληθινά με συγκίνηση κι αγάπη για τους άλλους και τον εαυτό μας για αυτό που γινόμαστε την κάθε στιγμή. Η λέξη ταυτότητα για μένα προσωπικά είναι ένα στατικό σχήμα που η αληθινή ζωή το ταράζει κι από αυτή την καταστροφική μερικές φορές κίνηση, πλησιάζουμε τον αληθινό εαυτό, το μέρος μας στον κόσμο που είναι μοναδικό ιδιαίτερο.

Στην δύσκολη πορεία της γυναικείας χειραφέτησης, οι παράμετροι του έρωτα, της ύπαρξης και του πολιτικού περιβάλλοντος, επηρεάζουν την κατάληξη;

Ναι, καταρχάς από τη στιγμή που ο έρωτας περνάει μέσα από το σώμα και η γυναικεία χειραφέτηση εστιάζει στην αυτοδιάθεση του σώματος, πολιτική και έρωτας συνυφαίνονται με άπειρους τρόπους. Ο έρωτας αποτελεί την ύψιστη πολιτική πράξη. Από τη στιγμή που μας ανοίγει χωρίς τις γνωστές μας ασφάλειες στον Άλλο.

Στην ερώτηση «τι κάνουμε;» πόσο εύκολη είναι η απάντηση;

Η απάντηση είναι μία: ζούμε αληθινά! Αγωνιζόμαστε για την αυτοπραγμάτωση μας με γνώμονα τον ορθολογισμό, το κοινό καλό και την αλήθεια. Ενάντια στον αποπροσανατολισμό που επικρατεί στην εποχή του ατομικισμού που έχει αναδειχτεί πλέον σε η υπέρτατη αξία της «φιλελεύθερης δημοκρατίας» και του καπιταλισμού. Ζούμε αληθινά σημαίνει ζούμε πραγματικά. Μέσα στους περιορισμούς της υλικής πραγματικότητας, ζούμε συλλογικά με πίστη στο όνειρο. «Φέρτε το μέλλον πιο κοντά, αγαπήστε το καντε το πράξη σήμερα» λέει ο Τσερνοσεφκσι. Είναι ωραίο να ονειρεύεσαι, αλλά δε χρειάζεται να περιμένεις πότε θα υπάρξουν οι κατάλληλες συνθήκες. Μην περιμένεις! Ζήσε!