Το Ισραήλ αντιμετωπίζει μια από τις πιο σοβαρές κρίσεις στην ιστορία του.

Και δεν τελείωσε, επειδή ο Μπενιαμίν «Μπίμπι» Νετανιάχου ανακοίνωσε πριν από λίγο μια παύση στη διαδικασία για την υιοθέτηση της μεταρρύθμισης του δικαστικού συστήματος, που έχει βγάλει μαζικά τους Ισραηλινούς στους δρόμους, επειδή φοβούνται ότι θα ξεριζώσει τη δημοκρατία από τη χώρα τους και θα καταστρέψει το κράτος δικαίου.

Πήρε απλά παράταση για να ξεσπάσει με ακόμα μεγαλύτερη δυναμική κατά την επόμενη κοινοβουλευτική σύνοδο, μετά τη γιορτή του εβραϊκού Πάσχα, από τις 5-13 Απριλίου, οπότε και θα επιδιωχθεί ξανά η έγκριση της.

Το δίχως άλλο, είναι η μεγαλύτερη δοκιμασία μέχρι σήμερα για τον «Μπίμπι», λίγους μήνες αφότου ανέστησε την πολιτική του καριέρα από τις στάχτες της επιστρέφοντας στο πρωθυπουργικό γραφείο, σχολιάζει η ιστοσελίδα The Conversation.

Τι προηγήθηκε

Υπενθυμίζεται ότι ο Νετανιάχου, ο μακροβιότερος πρωθυπουργός της χώρας, είχε εκδιωχθεί από την εξουσία το 2021, αλλά πέτυχε την πολιτική επιστροφή του πέρυσι και συγκέντρωσε την απαιτούμενη υποστήριξη για να σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου.

Ο συνασπισμός αυτός αποτελείται από το κεντροδεξιό κόμμα Λικούντ του ιδίου, μαζί με μια ομάδα από ακροδεξιά και υπερορθόδοξα θρησκευτικά κόμματα.

Θεωρείται η πιο δεξιά κυβέρνηση στην ιστορία του Ισραήλ, με πολιτικούς που έχουν μεγάλο κίνητρο για να χρησιμοποιήσουν το χρόνο τους στην εξουσία για να κάνουν γρήγορες και δραματικές αλλαγές μέσα στην χώρα και την πολιτική της προς τους Παλαιστίνιους.

Στη αρχή της, ο Νετανιάχου λάνσαρε εκ νέου τον εαυτό του ως ο «υπεύθυνος ενήλικας» που θα κρατούσε υπό έλεγχο τους ριζοσπάστες εντός της κυβέρνησης του. Τώρα όμως η κυβέρνηση του μεγαλώνει τις ήδη βαθιές διαιρέσεις στην ισραηλινή κοινωνία και απειλεί την ίδια την ύπαρξη του Ισραήλ ως προοδευτική δημοκρατία.

Ταυτόχρονα, η σύγκρουση με τους Παλαιστίνιους μπορεί να οδεύει σε μια νέα έκρηξη, επιβεβαιώνοντας την εκτίμηση πολλών αναλυτών, ότι αυτή η αέναη σύγκρουση των δύο λαών θα λήξει όταν ο ένας εξαφανίσει τον άλλον.

Τα αγκάθια της μεταρρύθμισης

Το σημερινό κακό στη χώρα ξεκίνησε όταν η κυβέρνηση πρότεινε την αναθεώρηση του συνόλου του δικαστικού συστήματο,ς που θα δώσει στην Κνεσέτ και συνεπώς στα κόμματα εξουσίας, μεγαλύτερο έλεγχο πάνω στην ισραηλινή δικαιοσύνη. Δηλαδή, από το πώς επιλέγονται οι δικαστές, μέχρι το για ποιους νόμους μπορεί να αποφανθεί το Ανώτατο Δικαστήριο, ενώ αναβαθμίζεται η εξουσία του κοινοβουλίου, καθώς θα μπορεί να ανατρέπει αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστηρίου.

Να σημειωθεί ότι ο Νετανιάχου μαζί τους δύο μπροστάρηδες των νομοθετικών αλλαγών, τον βουλευτή του και νυν υπουργό Δικαιοσύνης Γιαρίβ Λεβίν, καθώς και τον θρησκευτικό σιωνιστή βουλευτή Σίμτσα Ρόθμαν, ο οποίος προεδρεύει της Επιτροπής Νόμου και Δικαιοσύνης της Κνεσέτ, τρέφουν μακροχρόνιο μίσος για το Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο θεωρούν υπερβολικά ισχυρό και προκατειλημμένο έναντι του κινήματος των εποίκων, της υπερ-θρησκευτικής κοινότητας του Ισραήλ και του πληθυσμού Μιζραχί, των εβραίων με καταγωγή από τη Μέση Ανατολή.

Πολλοί άλλωστε από την ισραηλινή δεξιά δεν συγχώρησαν ποτέ στο Ανώτατο Δικαστήριο τις αποφάσεις που πήρε για τη μονομερή αποχώρηση του Ισραήλ από τη Λωρίδα της Γάζας και τη βόρεια Δυτική Όχθη το 2005.

Με το επιχείρημα ότι το Ανώτατο Δικαστήριο έχει γίνει μια ελιτίστικη ομάδα, που δεν εκπροσωπεί τον ισραηλινό λαό και ότι έχει υπερβεί τον ρόλο του, εμπλεκόμενο σε ζητήματα για τα οποία δεν μπορεί να αποφανθεί, οι προαναφερόμενοι μέσω της δικαστικής μεταρρύθμισης προωθούν το νομοσχέδιο, που αλλάζει τη σύνθεση της 9μελούς επιτροπής που επιλέγει τους δικαστές, προκειμένου να πάρει την κυβέρνηση τους την πλειοψηφία των εδρών.

Ο ισραηλινός λαός βγήκε στους δρόμους και τα επεισόδια ξέσπασαν και για την επονομαζόμενη «ρήτρα παράκαμψης», η οποία θα έδινε στο ισραηλινό κοινοβούλιο την εξουσία να εγκρίνει νόμους που προηγουμένως κρίθηκαν άκυροι από το δικαστήριο, παρακάμπτοντας ουσιαστικά τις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Όσοι επιχειρηματολογούν υπέρ της συγκεκριμένης διάταξης λένε ότι το Ανώτατο Δικαστήριο δεν πρέπει να παρεμβαίνει στη βούληση του λαού, που ψηφίζει τους πολιτικούς στην εξουσία.

Που αποσκοπεί ο «Μπίμπι»

Πρόβλημα δημιουργεί και το άλλο νομοσχέδιο, με το οποίο ο Νετανιάχου καθιστά πιο δύσκολο για έναν εν ενεργεία πρωθυπουργό να κηρυχθεί ανίκανος για το αξίωμα, περιορίζοντας τους λόγους στη σωματική ή πνευματική ανικανότητα και απαιτώντας είτε από τον ίδιο τον πρωθυπουργό είτε από τα δύο τρίτα του υπουργικού συμβουλίου να ψηφίσουν υπέρ μιας τέτοιας δήλωσης.

Αν και πολλά νομοσχέδια της δικαστικής μεταρρύθμισης θα μπορούσαν να αφορούν τον Νετανιάχου προσωπικά, είναι αυτό που αφορά την κήρυξη ενός πρωθυπουργού «ακατάλληλου για το αξίωμα» που έχει τις μεγαλύτερες επιπτώσεις για τον Ισραηλινό πρωθυπουργό.

Οι πολέμιοι του νομοσχεδίου, που εξοργίστηκαν περαιτέρω όταν ο Νετανιάχου έπαυσε την περασμένη Κυριακή από τα καθήκοντά τον υπουργό Άμυνας, Γιόαβ Γκάλαντ, επειδή είπε ότι αυτό σπέρνει στη διχόνοια στη χώρα και δημιουργεί μια πραγματική απειλή για την ασφάλεια της, λένε ότι ο Ισραηλινός πρωθυπουργός το προωθεί με το βλέμμα στη δική του εν εξελίξει δίκη για διαφθορά, στην οποία είναι αντιμέτωπος με τις κατηγορίες της απάτης, της δωροδοκίας και της παραβίασης εμπιστοσύνης.

Ο ίδιος αρνείται κάθε αδίκημα, αλλά δεν τον πιστεύει κανείς.

Για του λόγου το ασφαλές η δίκη του Νετανιάχου έχει πυροδοτήσει μια πολιτική κρίση στη χώρα διάρκειας 4 ετών με το Ισραήλ να χωρίζεται στη μέση για 5 συνεχόμενος εκλογικές αναμετρήσεις ποιος είναι κατάλληλος να ηγηθεί της χώρας.

Τι σημαίνει για τους Παλαιστινίους

Να σημειωθεί ότι η αποδυνάμωση της δικαστικής εξουσίας και μοιραία του ελέγχου που αυτή ασκεί στις κυβερνήσεις φέρνει σε ακόμη πιο δύσκολη θέση και τους Παλαιστίνιους.

Κι αυτό γιατί στην περίπτωση που οι αλλαγές του Νετανιάχου περάσουν τότε δεν υπάρχει κανένας, ούτε καν τυπικός, φραγμός ανάμεσα στα σχέδια της ακροδεξιάς εταίρου του Νετανιάχου που θέλει την ουσιαστική εξαφάνιση των Παλαιστινίων και στην πραγμάτωση αυτού του σχεδίου.

Χωρίς ισχυρή δικαστική εξουσία δεν έχει σημασία τι είναι δίκαιο στην χώρα, παρά μόνο αυτό που ορίζει ως δίκαιο η εκάστοτε ηγεσία.

Ενδεικτικά αναφέρεται ότι πέρυσι, το Ανώτατο Δικαστήριο σταμάτησε τις εξώσεις παλαιστινιακών οικογενειών στη γειτονιά Σέιχ Τζαράχ στην Ανατολική Ιερουσαλήμ, όπου εβραϊκές ομάδες διεκδικούσαν την κυριότητα γης στην οποία οι οικογένειες ζούσαν επί δεκαετίες.

Τώρα μετά το «πάγωμα» της δικαστικής μεταρρύθμισης το μόνο που ελπίζουν όλοι είναι να επικρατήσει η σύνεση, να προταχθεί ο διάλογος και αυτή η κρίση να αποσοβηθεί πριν διαλύσει το Ισραήλ και τους Παλαιστίνιους απέναντι του.