Η ΕΕ θα προχωρήσει σε εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο, μια απόφαση που εντάσσεται στο έκτο πακέτο κυρώσεων προς τη Μόσχα από την αρχή του πολέμου στην Ουκρανία. Η Κομισιόν τελικά αποφάσισε την απαγόρευση της εισαγωγής πετρελαίου έχοντας δύο στόχους. Αφενός να πλήξει την οικονομία της Ρωσίας και αφετέρου να περιορίσει την ευρωπαϊκή έκθεση στη ρωσική επιρροή.

Ωστόσο, η διαδικασία αυτή ούτε εύκολη είναι ούτε η ίδια για όλες τις χώρες της Ε.Ε. Ήδη στη συζήτηση για τις προτάσεις της Κομισιόν η Τσεχία και η Ουγγαρία εξέφρασαν τις αντιρρήσεις τους κατηγορώντας την Επιτροπή ότι δεν παρουσίασε πειστικό εναλλακτικό σχέδιο.

Σε άρθρο των New York Times διεθνείς αναλυτές αναφέρονται στις εναλλακτικές επιλογές που έχει η Ευρώπη εάν εφαρμόσει το εμπάργκο, χωρίς να κρύβουν τους κινδύνους που ενέχει μία τέτοια απόφαση για τους πολίτες.

Υψηλότερες τιμές

«Η προσπάθεια θα πάρει χρόνο και μπορεί να οδηγήσει σε ελλείψεις και υψηλότερες τιμές για τη βενζίνη, το ντίζελ, τα καύσιμα αεροσκαφών και άλλα προϊόντα – μια κατάσταση που θα λειτουργούσε τιμωρητικά για τους καταναλωτές που ήδη βρίσκονται αντιμέτωποι με τον υψηλό πληθωρισμό  αλλά ενέχει κινδύνους και για την οικονομία, καθώς η ανάκαμψη μετά την πανδημία μπορεί να εκτροχιαστεί.

Πρόκειται «να είναι περίπλοκο», δήλωσε ο Richard Bronze, επικεφαλής γεωπολιτικής στην Energy Aspects, μια εταιρεία ερευνών. «Πρόκειται για μια αποσύνδεση δύο πολύ αλληλένδετων τμημάτων του παγκόσμιου ενεργειακού συστήματος», είπε, προσθέτοντας: «Θα υπάρξουν αναταράξεις αλλά και κόστος μετά από αυτήν την επιλογή».

«Οι στόχοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι σαφείς. Με τη Ρωσία να συνεχίζει να διεξάγει πόλεμο στην Ουκρανία, η Ευρώπη θέλει να αρνηθεί στον πρόεδρο Βλαντίμιρ Β. Πούτιν τα κεφάλαια από τις πωλήσεις πετρελαίου, που αποτελούν το μεγαλύτερο εξαγωγικό του εισόδημα και ακρογωνιαίο λίθο της ρωσικής οικονομίας. Οι πωλήσεις πετρελαίου της Ρωσίας στην Ευρώπη ανέρχονται σε 310 εκατομμύρια δολάρια την ημέρα», εκτιμά ο Florian Thaler, διευθύνων σύμβουλος της OilX, μιας εταιρείας ενεργειακών ερευνών.

Αν και η απεξάρτηση από το πετρέλαιο θεωρείται πιο εύκολο εγχείρημα συγκριτικά με το φυσικό αέριο, για την ΕΕ μία τέτοια επιλογή αποτελεί τιτάνιο εγχείρημα που μεταξύ άλλων κινδυνεύει να τη διαιρέσει.  Περίπου το 25% του αργού πετρελαίου της Ευρώπης προέρχεται από τη Ρωσία, αλλά υπάρχουν μεγάλες διαφορές στο επίπεδο εξάρτησης μεταξύ των χωρών, με τον γενικό κανόνα να είναι ότι τα έθνη που βρίσκονται γεωγραφικά πιο κοντά στη Ρωσία είναι περισσότερο μπλεγμένα στον ενεργειακό της ιστό.

Οι διαφοροποιήσεις στις χώρες

Η Βρετανία, η οποία δεν είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και έχει παραγωγή πετρελαίου από τη Βόρεια Θάλασσα, έχει δηλώσει ότι θα καταργήσει σταδιακά τη ρωσική ενέργεια- η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Γαλλία εισάγουν σχετικά μικρές ποσότητες πετρελαίου από τη Ρωσία.

Από την άλλη πλευρά, αρκετά έθνη, όπως η Ουγγαρία, η Σλοβακία, η Φινλανδία και η Βουλγαρία, εισάγουν συνήθως πάνω από το 75% του πετρελαίου τους από τη Ρωσία.

«Είναι φυσικά αδύνατο να λειτουργήσει η Ουγγαρία και η ουγγρική οικονομία χωρίς αργό πετρέλαιο από τη Ρωσία», δήλωσε την Τρίτη ο υπουργός Εξωτερικών της Ουγγαρίας, Peter Szijjarto.

Οι εναλλακτικές διαδρομές

Ενώ οι ανησυχίες επικεντρώνονται στους αγωγούς φυσικού αερίου, τεράστιες ποσότητες πετρελαίου ρέουν επίσης από τα ρωσικά κοιτάσματα πετρελαίου μέσω του αγωγού Druzhba (που πήρε το όνομά του από τη ρωσική λέξη για τη φιλία), του οποίου ο βόρειος κλάδος τροφοδοτεί τη Γερμανία και την Πολωνία και η νότια γραμμή πηγαίνει στη Σλοβακία, την Τσεχική Δημοκρατία και την Ουγγαρία.

Τα διυλιστήρια κατά μήκος αυτής της διαδρομής, συμπεριλαμβανομένων των εγκαταστάσεων της PCK στο Schwedt, κοντά στο Βερολίνο, «λειτουργούν με ρωσικό αργό τα τελευταία 50 χρόνια», δήλωσε ο κ. Thaler της OilX. «Πρέπει να προμηθευτείτε ένα υποκατάστατο για αυτό στη διεθνή αγορά».

Ο κ. Thaler δήλωσε ότι η Ουγγαρία και η Σλοβακία θα μπορούσαν δυνητικά να λάβουν περισσότερο πετρέλαιο από δεξαμενόπλοια στην Αδριατική Θάλασσα, μέσω ενός αγωγού που διέρχεται από την Κροατία, ενώ η Τσεχική Δημοκρατία θα μπορούσε να τροφοδοτηθεί από έναν τερματικό σταθμό στην Τεργέστη της Ιταλίας. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στις Βρυξέλλες φαίνεται πως θα δώσουν στην Ουγγαρία και ίσως και σε άλλες χώρες μεγάλο χρονικό διάστημα για να προσαρμοστούν προκειμένου να κερδίσουν την υποστήριξή τους.

Η Γερμανία, από την άλλη πλευρά, και η Πολωνία φαίνονται τώρα αποφασισμένες να τερματίσουν την εξάρτησή τους από τη ρωσική ενέργεια, και αυτή η μεταστροφή της Γερμανίας είναι το «κλειδί» για την αλλαγή της ευρωπαϊκής πολιτικής. Το Βερολίνο σχεδιάζει να φέρει πετρέλαιο μέσω του ανατολικού λιμανιού του Ροστόκ καθώς και από την άλλη πλευρά των συνόρων στην Πολωνία, από το λιμάνι του Γκντανσκ.

Η γερμανική κυβέρνηση λέει ότι κατάφερε να τερματίσει τα συμβόλαια για το ρωσικό αργό, με εξαίρεση το διυλιστήριο Schwedt και ένα άλλο στην ανατολική Γερμανία που ονομάζεται Leuna, τα οποία μαζί αντιπροσωπεύουν περίπου το 12% των εισαγωγών της χώρας από τη Ρωσία.

«Αυτό σημαίνει ότι το εμπάργκο εφαρμόζεται ήδη, βήμα προς βήμα», δήλωσε τη Δευτέρα ο Ρόμπερτ Χάμπεκ, υπουργός Οικονομίας της Γερμανίας.

Το πρόβλημα των εγκαταστάσεων

Ένα άλλο «αγκάθι» σε αυτήν τη διαδικασία, είναι οι διαφορετικοί τύποι πετρελαίου. Τα διυλιστήρια και οι υποδομές συνήθως έχουν διαμορφωθεί με τέτοιον τρόπο για να λειτουργούν με συγκεκριμένες ποιότητες αργού. Η απομάκρυνση από το ρωσικό πετρέλαιο, ακόμα και εάν βρεθεί άλλη αγορά, μπορεί να συνεπάγεται μεγάλο κόστος.

Ο Zsolt Hernadi, ο επικεφαλής της MOL, μιας μεγάλης ουγγρικής εταιρείας πετρελαίου, δήλωσε πρόσφατα ότι θα μπορούσε να απαιτηθούν έως και τέσσερα χρόνια και 700 εκατομμύρια δολάρια για την αναπροσαρμογή των διυλιστηρίων της εταιρείας του σε περίπτωση εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο.

Οι «εναλλακτικές» πηγές

Ο Viktor Katona, ειδικός σε θέματα πετρελαίου στην Kpler, δήλωσε ότι από τα υποκατάστατα που είναι δυνητικά διαθέσιμα για το ρωσικό πετρέλαιο, μόνο η παραγωγή της Σαουδικής Αραβίας είναι κατάλληλη. Μέχρι στιγμής οι Σαουδάραβες δεν έχουν δείξει μεγάλη προθυμία να αυξήσουν την παραγωγή τους. Ο Katona δήλωσε ότι το ιρανικό πετρέλαιο θα μπορούσε επίσης να λειτουργήσει, αλλά οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν λειτουργούν περιοριστικά για αυτήν την αγορά. Το πετρέλαιο από τη Βενεζουέλα, το οποίο επίσης πλήττεται από τις κυρώσεις, αναφέρεται συχνά ως ο πιθανός αντικαταστάτης του ρωσικού αργού.

Οι πιέσεις στο ντίζελ ήδη δείχνουν το τι θα μπορούσε να ακολουθήσει, καθώς ήδη η αύξηση της τιμής του συμπιέζει το εισόδημα των πολιτών. Αν λάβουμε υπόψη και το γεγονός ότι κάποια από τα διυλιστήρια στην Ευρώπη είναι ρωσικών συμφερόντων, και δεν αναμένεται να «τρέξουν» μη ρωσικά πετρέλαια, γεννιέται το ερώτημα κατά πόσο το εμπάργκο θα μπορέσει τελικά να πετύχει έναν από τους διακηρυγμένους στόχους της Ένωσης: Να «πληγώσει» την οικονομία της Ρωσίας.

Μέχρι στιγμής, η πίεση προς τη Ρωσία φαίνεται να αυξάνει τις τιμές και, επομένως, τα έσοδα. Η Rystad Energy, μια εταιρεία συμβούλων, προβλέπει ότι, παρόλο που η ρωσική παραγωγή πετρελαίου είναι πιθανό να μειωθεί το 2022, τα συνολικά έσοδα της ρωσικής κυβέρνησης από το καύσιμο είναι πιθανό να αυξηθούν κατά περίπου 45%, στα 180 δισεκατομμύρια δολάρια.

Η Ρωσία βρίσκει επίσης στέγη για το πετρέλαιό της στην Ινδία και, σε μικρότερο βαθμό, στην Τουρκία, καθώς οι αγοραστές επωφελούνται από τις σημαντικές εκπτώσεις. «Μπορεί να είναι απλώς ένα παιχνίδι μουσικών καρεκλών», δηλώνει χαρακτηριστικά ο Katona.