Πάντα ζεστός αλλά συνήθως ευχάριστος, όπως και το υπόλοιπο καλοκαίρι στην Τιφλίδα, είναι ο Αύγουστος. Εν μέσω κορωνοϊού οι τουρίστες περιφέρονται αισθητά λιγότεροι και διακρίνονται ακόμα πιο εύκολα στα πλήθη.

Οι περισσότεροι είναι Αραβες από τον Κόλπο, οι οποίοι εκμεταλλεύονται το καθεστώς επισκέπτη χωρίς βίζα το οποίο απολαμβάνουν εδώ, προκειμένου να γλιτώσουν από τα 45άρια και τα 50άρια των χωρών τους, οι δε υπόλοιποι, πέρα από κάποιους Δυτικούς, είναι όλοι Ρώσοι. Αυτό δε που σίγουρα κάνει εντύπωση στους τελευταίους ειδικά είναι εκείνο που προσέχει αμέσως και ο πολιτικά υποψιασμένος επισκέπτης της γεωργιανής πρωτεύουσας: τίποτα δεν είναι τόσο δύσκολο να βρει κανείς σε αυτή την πρώην σοβιετική πόλη όσο την κυριλλική γραφή και τη ρωσική γλώσσα. Δεν υπάρχει πουθενά πια.

Και όταν λέμε πουθενά, εννοούμε πουθενά. Γραμμένα – διότι οι κάτοικοι τα μιλούν όταν πρέπει και είναι συνήθως μιας ηλικίας – τα βλέπει κάποιος μόνο σε υπαίθριες αγορές παλαιών αντικειμένων αλλά και σε φθαρμένα σοβιετικά βιβλία που δεν τα αγοράζει κανείς και που περιμένουν μόνιμα όσο και μάταια απλωμένα σε πεζούλια στις εξόδους του μετρό στην πλατεία Ελευθερίας, την κεντρική πλατεία της πόλης. Ονομάστηκε έτσι στα τρία χρόνια που έζησε η πρώτη Γεωργιανή Δημοκρατία του 1918 και η οποία έσβησε με την εισβολή του Κόκκινου Στρατού το 1921. Η πλατεία πήρε στη συνέχεια, στα χρόνια του Στάλιν, το όνομα του διαβόητου Λαβρέντι Μπέρια – Γεωργιανού της Αμπχαζίας στην καταγωγή – και μετά την εκτέλεσή του το όνομα του Λένιν. Με την ανεξαρτησία, οι κάτοικοι της έδωσαν ξανά το όνομα των τριών εκείνων χρόνων.

Από όλους τους λαούς που αναγκάστηκαν να ενσωματωθούν στην πάλαι ποτέ ΕΣΣΔ οι Γεωργιανοί ξερίζωσαν ίσως πιο βίαια καθετί που παρέπεμπε στο όποιο ρωσικό στοιχείο και φυσικά από εκεί την ίδια τη Ρωσία, με την οποία οι λογαριασμοί δεν έκλεισαν ποτέ. Οι ρώσοι επισκέπτες είναι πάντα ευπρόσδεκτοι εδώ, λίγο το πολυπόθητο συνάλλαγμα και λίγο τα κατάλοιπα αλληλεγγύης του «σοβιετικού DNA», όμως κανείς από τους ντόπιους δεν ξέχασε και κανείς δεν συγχώρεσε όχι μόνο το παρελθόν και το πώς η Μόσχα τιμώρησε τη Γεωργία για την απόφασή της να αποχωρήσει από την ΕΣΣΔ, αφήνοντάς τη χωρίς ρεύμα και φυσικό αέριο σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας για χρόνια, αλλά και κυρίως το ζήτημα της αποσχισθείσας περιοχής της Αμπχαζίας, την οποία η Γεωργία θεωρεί πια επισήμως έδαφος υπό ρωσική κατοχή.

Οταν ο γεωργιανός πρωθυπουργός της Ιράκλι Γκαριμπασβίλι μιλούσε την περασμένη Δευτέρα στο πολυσυζητημένο Φόρουμ της Κριμαίας στο Κίεβο αποκαλώντας «θέμα διεθνούς ανησυχίας» τις ενέργειες της Ρωσίας στην Ουκρανία και τη Γεωργία, εννοούσε ακριβώς το ζήτημα της Αμπχαζίας – και της Νότιας Οσετίας σε μικρότερο βαθμό -, ζητήματα για τα οποία η περηφάνια των Γεωργιανών παραμένει βαθύτατα πληγωμένη. Οι πλείστοι άλλωστε εδώ, όπως και στις τρεις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες τις Βαλτικής, θεωρούν – και το λένε – ότι η ρωσική όρεξη δεν έχει κοπάσει και πως η Μόσχα ψάχνει τρόπο για να επαναφέρει τα εδάφη τους στη σφαίρα επιρροής της, μακριά από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, τη σημαία της οποίας οι Γεωργιανοί έχουν αναρτήσει σε κάθε δημόσιο κτίριο πλάι στη δική τους.

Τίποτα δεν εξάπτει πιο εύκολα αυτή την πληγωμένη τους περηφάνια από την όποια ερώτηση του επισκέπτη για τις δύο διενέξεις ή για την ίδια τη Ρωσία. Εκπληκτικό, δε, είναι το ότι οι Γεωργιανοί, στην προσπάθειά τους να μην αφήσουν κανένα περιθώριο σύνδεσης με τη Ρωσία και το παρελθόν, δεν έχουν σβήσει μόνο τις ρωσικές επιγραφές, ακόμα και τις ανάγλυφες, σε ιδιωτικούς και δημόσιους, εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους – και αυτό διά νόμου -, αλλά έχουν επιβάλει την υπό διωγμό στους σοβιετικούς καιρούς γλώσσα τους και το γεωργιανό αλφάβητο στα πάντα, έτσι που να είναι σίγουροι.

Τι σημαίνει «στα πάντα»; Σημαίνει πως ακόμα και μια αμερικανική αλυσίδα φαστφουντάδικων λ.χ. ή μια εταιρεία ρουχισμού, από αυτές που βρίσκει κανείς σε κάθε πόλη του παγκοσμιοποιημένου μας πια πλανήτη, είναι υποχρεωμένη να αναρτά στο ίδιο μέγεθος και δίπλα ακριβώς από το λογότυπό της το ίδιο ακριβώς λογότυπο γραμμένο με το γεωργιανό αλφάβητο. Εάν δεν υπάρχει χώρος, τότε μπαίνει μόνο στα γεωργιανά. Οι ντόπιοι κάνουν πλάκα με αυτό, αλλά εάν κάποιος – ξένος – το αμφισβητήσει σπεύδουν να το δικαιολογήσουν και να πουν πως, αν και ακραίο, είναι σημαντικό για την αποκατάσταση της εθνικής τους συνείδησης, παρότι σήμερα πια κανείς τους δεν νιώθει οτιδήποτε άλλο εκτός από Γεωργιανός. Στο κομμάτι που ελέγχει ακόμα η Τιφλίδα τουλάχιστον.

Ανοιχτές παραμένουν ακόμα οι πληγές στον Καύκασο

Η διένεξη στη Γεωργία, παρότι ξεχασμένη και de facto επιλυμένη στο μυαλό των περισσότερων ανθρώπων – αλλού -, κάθε άλλο παρά τέτοια είναι εδώ. Η χώρα, ένα από τα καλύτερα κρυμμένα μυστικά στον τουριστικό χάρτη της Ευρώπης, κρύβει και η ίδια επιμελώς τις δικές της πληγές, όπως έκρυψε και εξαφάνισε μια για πάντα τις λέξεις των Ρώσων από τα κτίρια και τις πλατείες της.

Ομως, κάτω από την ηρεμία της εποχής μας, οι Γεωργιανοί γνωρίζουν καλά πως ο Καύκασος παραμένει ένα ενεργό ηφαίστειο το οποίο κάποια στιγμή μπορεί να βγάλει από τα έγκατά του βίαια τη λάβα του πρόσφατου και του μακρινού του παρελθόντος. Αυτό μάλλον προσπαθούν να ξεχάσουν μαθαίνοντας μανιωδώς αγγλικά, θάβοντας το παρελθόν με στρώσεις μπογιάς και εξαφανίζοντας τις λέξεις των Ρώσων. Ελπίζοντας πως εκεί θα παραμένει το χθες. Αθέατο και ξεχασμένο. Για πάντα. Και πως τίποτα και κανείς δεν πρόκειται να ξύσει ξανά την μπογιά και τις πληγές τους, αποκαλύπτοντας τα όσα έκρυψαν με τόση επιμέλεια στις τρεις αυτές δεκαετίες της ανεξαρτησίας τους.