Στην εκπομπή «Κοινωνία Ώρα Mega» μίλησε ο καθηγητής Πνευμονολογίας – Εντατικής Θεραπείας, Θεόδωρος Βασιλακόπουλος, αναφορικά με την πορεία της πανδημίας στη χώρα, τι θα γίνει με τον εμβολιασμό των παιδιών, αλλά και πότε αναμένεται να χρειαστεί τρίτη δόση εμβολίου για όσους έχουν ολοκληρώσει ήδη τον εμβολιασμό τους κατά του κοροναϊού.

«Θέλω να πω κάτι πολύ ευχάριστο που ανακοινώθηκε εχτές. Έχουμε μείωση του καπνίσματος η οποία είναι πολύ πιο εντυπωσιακή στα νέα παιδιά. Το κάπνισμα είναι μια τεράστια μάστιγα που δεν τη συζητάμε όπως θα έπρεπε. Αν δεν υπήρχε το κάπνισμα, θα είχαμε ελάχιστη νοσηρότητα σε όλα τα νοσήματα. Και όλα τα χρήματα για την αντιμετώπιση των δυσάρεστων επιπλοκών του καπνίσματος θα μπορούσαν να διατεθούν για άλλους σκοπούς. Είναι τόσο πολλά τα νοσήματα που θα έχουμε ωφέλεια αν σταματήσουμε το κάπνισμα, ενώ το οικονομικό κέρδος για την κοινωνία θα είναι τεράστιο. Με τον κοροναϊό κάποιοι φοβήθηκαν και μείωσαν το κάπνισμα, κάποιοι λόγω αυξημένων προβλημάτων βρήκαν λανθασμένη διέξοδο στο κάπνισμα. Σε όλα τα νοσοκομεία ή σχεδόν σε όλα, υπάρχουν ιατρεία διακοπής καπνίσματος, στα οποία μπορεί να απευθυνθεί κάποιος για να βοηθηθεί να κόψει το κάπνισμα χωρίς στερητικά σύνδρομα» ανέφερε ξεκινώντας ο κ. Βασιλακόπουλος.

«Δοκιμάζονται ήδη εμβόλια σε ηλικίες 6 μηνών έως 12 ετών»

«Βρίσκω λογικό το να μην υπάρχει υποχρεωτικότητα για τον εμβολιασμό των παιδιών. Ο κίνδυνος για σοβαρή νόσο και θάνατο στα παιδιά είναι πολύ μικρός, ωστόσο δεν είναι αμελητέος. Στην Ελλάδα τρία ελληνόπουλα κάτω των 17 ετών έχουν χάσει τη ζωή τους από τον κοροναϊό. Θα πρέπει να πείσουμε τους γονείς να εμβολιάσουν τα παιδιά τους, ελπίζω μέχρι το τέλος του χρόνου να πάρει έγκριση το εμβόλιο για όλα τα παιδιά, κάθε ηλικίας. Οι μελέτες σε ηλικίες σε παιδιά 6 μηνών ως 12 ετών θα έχουν τελειώσει μέχρι το τέλος του χρόνου, οπότε στην αρχή του επόμενου έτους θα μπορεί να ξεκινήσει ο εμβολιασμός και σε μικρότερες των 12 ετών ηλικίες. Δεν έχει γίνει για τα παιδιά υποχρεωτικός ούτε ο εμβολιασμός για τη γρίπη» ανέφερε ο κ. Βασιλακόπουλος σχετικά με τον εμβολιασμό των παιδιών κατά του κοροναϊού.

«Όλο το αντιεμβολιαστικό κίνημα δημιουργήθηκε από το ψέμα ενός γιατρού. Υπήρχε ένας γιατρός που ήθελε να γίνει διάσημος στην Αγγλία, έγραψε ένα ψέμα, στη συνέχεια αναγκάστηκε να αποσύρει τη δημοσίευση, του πήραν την άδεια άσκησης επαγγέλματος. Από εκεί ξεκίνησε και το αντιεμβολιαστικό κίνημα. Το εμβόλιο δεν έχει καμία λογική να κάνει μακροχρόνιες συνέπειες. Το εμβόλιο θα μπει σήμερα στον οργανισμό μας, και μετά με τη δεύτερη δόση. Είναι μια παροδική έκθεση του οργανισμού και μιμείται μια φυσιολογική λοίμωξη. Δεν παθαίνουμε αυτοάνοσα με αυτόν τον τρόπο. Η επιστημονική κοινότητα δεν κρύβει τίποτα. Τις σπάνιες επιπλοκές που παρατηρήθηκαν με τα εμβόλια της AstraZeneca και της Johnson & Johnson δεν τις απέκρυψαν» εξήγησε ο ίδιος σχετικά με το αντιεμβολιαστικό κίνημα.

«Δε νομίζω ότι θα χρειαστούμε επαναληπτικό εμβολιασμό σύντομα»

«Κάθε χρόνο φτιάχνουμε τα εμβόλια της γρίπης με βάση τα στελέχη που κυκλοφορούν την προηγούμενη χρονιά. Φέτος, εξαιτίας ότι φορούσαμε τις μάσκες, είχαμε εμβολιαστεί και μαζικά για τη γρίπη, στην Ελλάδα εμβολιάστηκαν περίπου 4 εκατ. άνθρωποι, δεν είχαμε γρίπη. Θα φτιαχτεί το εμβόλιο, αλλά όλη αυτή η ιστορία με τον κοροναϊό και τις μάσκες εξαφάνισε τη γρίπη. Για τον κοροναϊό, δεν νομίζω ότι θα χρειαστούμε επαναληπτικό εμβολιασμό σύντομα. Αν χρειαστεί επαναληπτική δόση το μίνιμουμ διάστημα θα είναι ένας χρόνος, δεν νομίζω ότι θα χρειαστεί κάτι νωρίτερα, ίσως όμως χρειαστεί αργότερα» συνέχισε ο κ. Βασιλακόπουλος.

«Έφυγε» η 44χρονη από την Κρήτη που υπέστη θρόμβωση μετά τον εμβολιασμό της

Αναφερόμενος, τέλος, στην περίπτωση της 44χρονης από την Κρήτη που έχασε τη μάχη για τη ζωή, ο κ. Βασιλακόπουλος είπε ότι «δυστυχώς υπάρχει αυτή η σπάνια επιπλοκή, είναι μία περίπτωση στις 180.000 χιλιάδες, και κάποια περιστατικά, σε ακόμα πιο σπάνια περίπτωση, καταλήγουν. Είναι ο πρώτος θάνατος από εμβόλιο στην Ελλάδα, είμαστε περίπου στους 6 εκατ. εμβολιασμούς. Οι θάνατοι που έχουμε προλάβει από τα εμβόλια είναι χιλιάδες. Στην οικογένεια της κοπέλας, μόνο συλλυπητήρια μπορούμε να πούμε. Η επιστήμη προχωρά και θα βρει τρόπους να διαγιγνώσκουμε πιο έγκυρα αυτή τη σπάνια παρενέργεια και να την αντιμετωπίζουμε πιο σωστά».