Είναι ίσως ο άνθρωπος που βρίσκεται πιο κοντά από τον καθένα δίπλα στον Δημήτρη Λιγνάδη, τον πρωταγωνιστή μίας από τις πιο συγκλονιστικές υποθέσεις που σαρώνει συθέμελα τη χώρα. Είναι ίσως ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους που αυτήν την ώρα βρίσκουν να πουν ένα υποστηρικτικό λόγο για τον θεατράνθρωπο που πριν λίγα 24ωρα μεσουρανούσε και τώρα αναμένει σε ένα κελί της ΓΑΔΑ, να οδηγηθεί στον εισαγγελέα για να απολογηθεί για τις κατηγορίες που τον βαρύνουν.

Ο Γιάννης Λιγνάδης, δεν είναι γνωστός στο ευρύτερο κοινό όσο υπήρξε ο αδερφός του. Δεν είναι όμως άγνωστος στον κύκλο των Γραμμάτων και προσφάτως του Θεάτρου.  Αλλά και στους ανθρώπους που αγαπούν τις κλασσικές σπουδές, που επισκέπτονται συχνά κάποιο βιβλιοπωλείο, που κάθισαν σε ένα θρανίο παρακολουθώντας τον να διδάσκει.

Ο Γιάννης Λιγνάδης, δεν οφείλει την επαγγελματική του καταξίωση στο βάρος του επιθέτου του, ούτε και στις εμφανίσεις δίπλα στον γνωστότερο αδερφό του. Αντιθέτως, κέρδισε την αναγνώριση σταδιακά, μετά τις σπουδές του στην Κλασική Φιλολογία και τις διδασκαλίες του πάνω στη Λογοτεχνία και το Αρχαίο Δράμα σε ανώτερες δραματικές σχολές. Εντυπωσίασε πρόσφατα με μία σειρά δραματοποιημένων μαθημάτων πάνω στην αρχαία ελληνική πολεμική ιστορία , για την οποία καταχειροκροτήθηκε.

Γέμισε το Μέγαρο Μουσικής, αμέτρητοι μαθητές συνέρρεαν να δουν το έργο του. Ελαβε διθυραμβικές κριτικές ακόμη και το Εξωτερικό. Ανέφερε μία συνέντευξη -παρουσίαση του έργου πριν από δύο χρόνια:

«Αν πριν από τρία χρόνια, κάποιος προέβλεπε ότι εκατοντάδες μαθητές θα συνέρρεαν για εβδομάδες στο θέατρο προκειμένου να παρακολουθήσουν ένα δραματοποιημένο μάθημα στην αρχαία ελληνική πολεμική ιστορία, πιθανότατα να τον θεωρούσαν αθεράπευτα ρομαντικό. Ή ακόμα και ουτοπιστή. Ο εκπαιδευτικός και μεταφραστής Γιάννης Λιγνάδης ήταν ο άνθρωπος πίσω από αυτή τη σκέψη. Γιατί εξακολουθεί να θεωρεί – μετά από δύο επιτυχημένους κύκλους των «Μαθημάτων πολέμου» (και εν όψει τρίτου) – πως το θέατρο είναι από τα καλύτερα (αν όχι το καλύτερο) εργαλεία στην υπηρεσία της γνώσης. «Η επικοινωνία που προσφέρει είναι ζωντανή, άμεση και, ως εκ τούτου, μπορεί να καταστεί, υπό συνθήκες, ουσιώδης και συναρπαστική. Στην περίπτωση των Μαθημάτων Πολέμου, το θεατρικό μέσο προσφέρει μια βιωματική παίδευση, συνδυάζοντας την διανοητική με την συναισθηματική διέγερση· την διδαχή με την ψυχαγωγία», εξηγεί.

Σε σκηνοθεσία του αδελφού του και νέου καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού θεάτρου Δημήτρη Λιγνάδη, σε μουσική του Θοδωρή Οικονόμου και με την συμμετοχή μιας ομάδας νέων ηθοποιών – που χρονικά λίγο απέχουν από τα χρόνια της μαθητικής γνώσης – τα «Μαθήματα πολέμου» υπέδειξαν μια νέα δυνατότητα στο χώρο της διδασκαλίας, τη δύναμη της οποίας αγνοούσαν ακόμα και οι εκπαιδευτικοί.

Την Τρίτη ήταν η πρώτη φορά που μίλησε για τον αδερφό του. Και του συμπαραστάθηκε: «Όσοι ξέρουν να διαβάζουν κάτω από τις γραμμές ξέρουν πολύ καλά τι είδους υπόθεση είναι αυτή», είπε σε μία σύντομη δήλωση.

Και πρόσθεσε ότι «αυτή τη στιγμή εκπροσωπεί την υπόθεση ο Αλέξης Κούγιας στον οποίο έχουμε εμπιστοσύνη. Εγώ σε χρόνο νηφάλιο θα βγω σε εφημερίδες και κανάλια και θα πω αυτά που πρέπει να πω. Όχι τώρα όμως. Νομίζω οι έχοντες ορθό λόγο καταλαβαίνουν πολύ καλά, όσοι ξέρουν να διαβάζουν κάτω από τις γραμμές -που λένε- ξέρουν πολύ καλά τι είδους υπόθεση είναι αυτή. «Οι ανορθόλογοι κατασπαράζουν. Τον Δημήτρη τον είδα. Είμαστε σε τυπική επαφή. Μου λέει για τα χρειώδη».

Ο Δημήτρης Λιγνάδης είχε πει πρόσφατα για τον αδερφό του σε μία συνέντευξη: «Με τον αδελφό μου έχουμε μια σχέση ιδιαίτερη, όχι τόσο ζεστή, αλλά με βαθιά εκτίμηση και πολλή αγάπη. Είμαστε πολύ δεμένοι. Κι αγαπάμε την δουλειά μας. Τα τελευταία χρόνια που συνεργάζομαι μαζί του δεν το κάνω από αγάπη αλλά από θαυμασμό. Ο Γιάννης είναι υψηλός νους. Εκείνος είναι η μηχανή, εγώ είμαι ο πλασιέ -το πιστεύω αυτό».

Ο Δημήτρης προσέλαβε τον Γιάννη στο Εθνικό Θέατρο. Ηταν μία κίνηση που δίχασε, παρά τα εγνωσμένα προσόντα του Γιάννη, και ασκήθηκε κριτική εις βάρος του. Ο κατηγορούμενος για φρικτές πράξεις, είχε απαντήσει τότε για τον αδερφό του. Μεταξύ άλλων σημείωσε:

«Ο κ. Γιάννης Λιγνάδης, εκτός από αδελφός μου, είναι εκπαιδευτικός, κλασικός φιλόλογος και δρ. Θεατρολογίας στο επιστημονικό πεδίο του Αρχαίου Ελληνικού Δράματος (Τραγωδία 5ος αιώνας). Έχει εργαστεί, επίσης, σε Δραματικές Σχολές καθώς και στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Με βάση αυτή του την επαγγελματική ειδίκευση και ακαδημαϊκή γνώση προσελήφθη με σύμβαση ορισμένου χρόνου οκτάμηνης διάρκειας ως επιστημονικός συνεργάτης, εντασσόμενος στο τμήμα Δραματολογίου. Η πρόσληψη αυτή στόχευε στο να μπορεί να εποπτεύει -επιστημονικά- τη λειτουργία της Ερευνητικής Σκηνής για το αρχαίο δράμα και να οργανώνει τις δραστηριότητές της, που αφορούν στη σύνδεση ακαδημαϊκού και καλλιτεχνικού χώρου, πεδίο δηλαδή για το οποίο έχει τη σχετική γνώση και επάρκεια.

Οι αρμοδιότητες αυτές έχουν κατά τη γνώμη μου βαρύνουσα σημασία για τη δράση μιας τέτοιας σκηνής και απαιτούν συνδυασμό ικανοτήτων, τις οποίες ο κ. Λιγνάδης αποδεδειγμένα από την πορεία του διαθέτει».

Σε τέσσερις γραμμές, ο βίος θα μπορούσε  του Γιάννη Λιγνάδη θα μπορούσε να συμπυκνωθεί στα ακόλουθα: Γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε Κλασική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Υπήρξε μαθητής του Στ. Κουμανούδη (Ελληνική Επιγραφική Εταιρεία) και του J. Griffin (Oxford University). Εργάζεται ως φιλόλογος στα σχολεία της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας (Αρσάκειο Ψυχικού). Διδάσκει Αρχαίο Δράμα και Λογοτεχνία σε ανώτερες δραματικές σχολές (Εθνικό Θέατρο, Θέατρο Τέχνης). Έχει δημοσιεύσει μελέτες και άρθρα σε βιβλία, περιοδικά κ.ά. έντυπα. Έχει διατελέσει επιστημονικός συνεργάτης σε εκπομπές της ιδιωτικής τηλεόρασης και της κρατικής ραδιοφωνίας, και σύμβουλος υπουργού Παιδείας. Μεταφράσεις και διασκευές του σε έργα του Αρχαίου Δράματος έχουν παρασταθεί στην ελληνική θεατρική σκηνή.

Αντί για επίλογο, ο Γιάννης Λιγνάδης αυτοπροσωπογραφείται :

«Δάσκαλος έγινα με τρόπο τυχαίο. Το μόνο που ήθελα ήταν να διαβάζω και να βρίσκομαι στην κοινωνία των αρχαίων κλασικών γραμμάτων. Αυτός ο έρωτας -που μετά έγινε αγάπη- υπάρχει από την όψιμη εφηβεία μου. Η περίοδος της κρίσης, που θέλει τα κλασικά γράμματα να διώκονται ακόμη κι από το σχολείο, είναι ένα κίνητρο ώστε να επισημάνεις με πείσμα ότι η ιστορία δεν είναι μια γριά άσχημη με όψη που σε κάνει να πετρώνεις. Η γνώση έχει εξ ορισμού κάτι πολύ γοητευτικό. Είναι μια αποσκευή που σε σώζει από την προσωπική περιπέτεια».