Του Βαγγέλη Σταματίου

Τι θα μπορούσε στα αλήθεια να ήταν εκείνο το κύριο συστατικό για την «επανίδρυση» ή και «επαναθεμελίωση» ενός Πανεπιστημίου στην ελληνική περιφέρεια; Μπορείτε να σκεφτείτε και να «μετρήσετε» δημόσιες πολιτικές και ακαδημαϊκές συμπεριφορές. Η ανακοίνωση του ενός μεγάλου – σχέση με τον προϋπολογισμό του – επενδυτικού προγράμματος στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης λειτούργησε ως ένα ικανό ερέθισμα για έρευνα σχετικά με τους προσανατολισμούς, τις επιδιώξεις και τα επιθυμητά «παραδοτέα» αλλά και πέραν τούτου, για το κοινωνικό και οικονομικό αντίκρισμα.

Η Μαρία Μιχαλοπούλου προέρχεται από τα σπλάγχνα του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Εκεί, στο ΤΕΦΑΑ Κομοτηνής την περίοδο 1992 – 1995 κατάφερε να λάβει με 10 το διδακτορικό της – το διδακτορικό δίπλωμα Σπουδών στη Φυσική Αγωγή. Το θέμα του, «Η επίδραση της αθλητικής απόδοσης στην πετοσφαίριση, στη διαδικασία μεθόδευσης πληροφοριών και στην ικανότητα της προσοχής». Είχαν προηγηθεί ένα μεταπτυχιακό – με θέμα το βόλεϊ γυναικών – στο University of Sheffield στη Βρετανία αλλά και το πτυχίο Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού με ειδίκευση σχετικά με την προπονητική του βόλεϊ, από το ΤΕΦΑΑ Αθηνών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ

Η επένδυση στη γνώση

Σήμερα είναι καθηγήτρια στο ΤΕΦΑΑ Κομοτηνής και αντιπρύτανης Ερευνας και Διά Βίου Εκπαίδευσης του ΔΠΘ. Η ίδια πήρε πάνω της το βαρύ φορτίο ενός ολοκληρωμένου προγράμματος έργων ΣΔΙΤ, ο προϋπολογισμός των οποίων φθάνει τα 107 εκατομμύρια ευρώ. Πρόκειται για ένα έργο – όπως επισημαίνει η αντιπρύτανης – «το οποίο θα δώσει τη δυνατότητα στο Πανεπιστήμιο να δημιουργήσει ένα σύνθετο οικοδομικό συγκρότημα, το οποίο αναπτύσσεται άμεσα σε τρεις Πανεπιστημιουπόλεις παρέχοντας τη μοναδική ευκαιρία στο Πανεπιστήμιο να παρέχει για τα επόμενα 30 χρόνια υποδομές και υπηρεσίες υψηλής ποιότητας αλλά και εξειδίκευσης στους τομείς της φοιτητικής μέριμνας, της εκπαίδευσης και της έρευνας».

Θα αλλάξουν η ποιότητα ζωής και οι συνθήκες εργασίας

Με λίγα λόγια, «θα αλλάξουν η ποιότητα ζωής αλλά και οι συνθήκες εργασίας τόσο των φοιτητών όσο και των υπόλοιπων μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας. Η πρώτη φάση του διαγωνισμού, για την εκδήλωση ενδιαφέροντος, θα διαρκέσει μέχρι την 23η Ιουνίου 2020». Για την ιστορία, προβλέπονται τα εξής:

1) Αλεξανδρούπολη: χώροι διαμονής και σίτισης και πανεπιστημιακές κατοικίες.

2) Κομοτηνή: χώροι διαμονής και σίτισης, ξενώνες φιλοξενίας, πανεπιστημιακές κατοικίες και κτιριακό συγκρότημα πολλαπλών χρήσεων, συμπεριλαμβανομένης της στέγασης της κεντρικής βιβλιοθήκης, του αναγνωστηρίου του ιδρύματος και πολυλειτουργικών αιθουσών τελετών και συναντήσεων – εκδηλώσεων κ.ά.

3) Ξάνθη: χώρος στέγασης ερευνητικών δομών.

Ταυτόχρονα, όπως μας ενημερώνει, προχωρά και η διαδικασία δημοπράτησης για ένα ακόμη έργο το οποίο χρηματοδοτείται από την Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Το συγκεκριμένο έργο αφορά τη δημιουργία μιας Θερμοκοιτίδας Νεοφυών Επιχειρήσεων στο Δημοκρίτειο. Η δομή αυτή, με έδρα την Πολυτεχνική Σχολή Ξάνθης, προβλέπεται ότι στο τέλος του 2020 θα είναι σε θέση να υποδεχθεί τις πρώτες ομάδες ερευνητών τόσο από το Πανεπιστήμιο όσο από τις περιοχές της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Ο προϋπολογισμός για το έργο της Θερμοκοιτίδας είναι λίγο χαμηλότερος των 900.000 αλλά τα οφέλη του στην τοπική κοινωνία και αγορά θα είναι πολλαπλάσια.

Η προοπτική ενός δημόσιου πανεπιστημίου στην περιφέρεια

Αλλά μπορεί ένα πρόγραμμα κτιριακών εγκαταστάσεων να λειτουργήσει ως καταλύτης εξελίξεων που θα δώσουν νέα ώθηση και νέο περιεχόμενο στην προοπτική ενός δημόσιου πανεπιστημίου στην περιφέρεια;

Η Πολυξένη Μάντζου είναι καθηγήτρια στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΔΠΘ που βρίσκεται στην Ξάνθη. Η ίδια έχει μια ιδιαίτερη άποψη για το τι μπορεί να πετύχει η ύπαρξη και λειτουργία ενός campus – τόσο για το Πανεπιστήμιο όσο και για την πόλη. Ο λόγος σε εκείνη: «Το πανεπιστημιακό campus μπορεί να θεωρηθεί ως η εξέλιξη της τυπολογίας του μεσαιωνικού μοναστηριού. Το μεσαιωνικό μοναστήρι στηρίζεται στον συνδυασμό διαφορετικών τυπολογιών που συνυπάρχουν ώστε να συντηρούν την αυτόνομη κοινότητα, η οποία όμως λειτουργεί στην πράξη όχι ως κλειστό αλλά ως ανοιχτό οικοσύστημα που διαδρά κι αναπτύσσει σχέσεις αλληλεξάρτησης με το εγγύς περιβάλλον της.

Το πανεπιστημιακό campus λειτουργεί ως συνέχεια αυτής της οργάνωσης και συγκροτεί μία μικρή κοινωνία που λειτουργεί αυτόνομα αλλά και σε συνεχή αλληλεπίδραση με το περιβάλλον, τόσο το εγγύς όσο και το πιο απομακρυσμένο. Η λειτουργία του campus ως εκπαιδευτική, ερευνητική, διοικητική κοινότητα προϋποθέτει τη συνύπαρξη πολλών διαφορετικών λειτουργιών απαραίτητων για τη συντήρηση της κοινότητας και ικανών για τη συσχέτισή της με το άμεσο περιβάλλον, δηλαδή την πόλη στην οποία βρίσκεται, η οποία συχνά καθορίζεται από την ύπαρξή του».

Με άλλα λόγια, το πρώτο και βασικό που επιτυγχάνεται με αυτό το πρόγραμμα, πέραν του κατασκευαστικού σκέλους, είναι «μια μικρή κοινωνία», ένα διαχρονικό έλλειμμα στα πανεπιστήμια της περιφέρειας.

Υποδομές έρευνας, εκπαίδευσης και φοιτητικής μέριμνας

Ζήτησα από την αντιπρύτανη Μαρία Μιχαλοπούλου να προσδιορίσει το εύρος αλλά και το περιεχόμενο των αλλαγών που φέρνει μαζί του το ολοκληρωμένο επενδυτικό πρόγραμμα των 107 εκατομμυρίων ευρώ. Ο λόγος της ανήκει: «Το έργο ΣΔΙΤ του ΔΠΘ αποτελεί κομβικό σημείο στην εξέλιξη του Πανεπιστημίου μας καθώς το πρότυπο που δημιουργείται αναδιατάσσει πρωτίστως τον εργασιακό χώρο φοιτητών και προσωπικού του Πανεπιστημίου αλλά ταυτόχρονα αναβαθμίζει την καθημερινότητα και την ποιότητα ζωής όλων μας. Κι αυτό γιατί το έργο αυτό περιλαμβάνει φοιτητικές εστίες, φοιτητικά εστιατόρια, ξενώνες φιλοξενίας μικρής διάρκειας επισκεπτών καθηγητών και αθλητών και κατοικίες πανεπιστημιακών, παρεμβάσεις που έχουν στόχο την ολιστική αναβάθμιση της πανεπιστημιακής ζωής και καθημερινότητας.

Ολες αυτές οι υποδομές αναπτύσσονται εντός των Πανεπιστημιουπόλεων, στην περίμετρο του αστικού ιστού των τριών πόλεων (Αλεξανδρούπολη, Κομοτηνή και Ξάνθη) δίνοντας την ευκαιρία να δημιουργηθεί ένας νέος πόλος ζωής μεγαλώνοντας τις πόλεις μας και διασυνδέοντας τες.

Οι υποδομές έρευνας, εκπαίδευσης και φοιτητικής μέριμνας, θα γίνουν διαθέσιμες στο Πανεπιστήμιο χωρίς αυτό να επιβαρυνθεί με το κόστος συντήρησης και λειτουργίας, ενώ οι υποδομές αυτές έχουν σχεδιαστεί και χωροθετηθεί ώστε να αναδιαταχθεί πάνω τους σημαντικό μέρος της λειτουργίας του Πανεπιστημίου μας.

Αναλυτικότερα μέσω του έργου αυτού δίνεται έμφαση στη:

  • Διαθεματική προσέγγιση στην παραγωγή και διάδοση νέας γνώσης και κάλυψη πεδίων αιχμής που προκύπτουν σήμερα στην έρευνα και την εκπαίδευση μέσα από τη συστέγαση των αντίστοιχων δομών.
  • Διασύνδεση των υφιστάμενων δομών και υπηρεσιών του Πανεπιστημίου μεταξύ τους (Εργαστήρια και Κέντρα Μελετών και Σπουδών των Τμημάτων), αλλά και με όσα είναι σε φάση υλοποίησης και θα τεθούν σε λειτουργία στο άμεσο μέλλον (Θερμοκοιτίδα Νεοφυών Επιχειρήσεων, Γραφείο Μεταφοράς Τεχνολογίας, Πανεπιστημιακό Πολυλειτουργικό Κέντρο Εκπαίδευσης και Αθλησης), όπως επίσης και με τα κέντρα αριστείας στον διεθνή χώρο αυξάνοντας τη δυνατότητα για εισερχόμενη κινητικότητα αρχικά και στη συνέχεια για κάθε σχετικό στοιχείο με την εξέλιξή μας στα ευρωπαϊκά και διεθνή δρόμενα.
  • Επικοινωνία με τον διεθνή χώρο καθώς οι δομές του έργου θα λειτουργήσουν ως κόμβοι εξωστρέφειας και καινοτομίας στηρίζοντας την κυρίαρχη επιδίωξη του Πανεπιστημίου μας: τη διεθνοποίησή του.
  • Λειτουργία ως κέντρο δεξιοτήτων και αριστείας για την αναβάθμιση των ικανοτήτων και προσόντων του ανθρώπινου δυναμικού της Περιφέρειάς και της χώρας μας.
  • Αυτά είναι στοιχεία που αυξάνουν σημαντικά την ελκυστικότητα και ανταγωνιστικότητα του Πανεπιστημίου μας καθώς το ολοκληρώνουν λειτουργικά, δίνουν την ευκαιρία να προβληθούν τα σημεία αιχμής και οι πόλοι ερευνητικής και εκπαιδευτικής αριστείας τους το κάνουν ορατό στην παγκόσμια κοινότητα της γνώσης και της έρευνας. Αίρονται οι γεωγραφικοί περιορισμοί, ανοίγουν, άρα εξελίσσονται, οι υποδομές κι οι υπηρεσίες μας και μαζί τους και το μυαλό και η σκέψη μας».

Το σχέδιο που εξελίσσεται στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και στις πόλεις που το φιλοξενούν – την Αλεξανδρούπολη, την Κομοτηνή και την Ξάνθη – συγκροτεί και μια εναλλακτική προσέγγιση – πρόταση για την επόμενη ημέρα του ελληνικού δημόσιου ΑΕΙ στην περιφέρεια πέραν των γεωγραφικών ή άλλων περιορισμών. Μια πρόταση που δίνει έμφαση στην αναπτυξιακή προοπτική μέσα από μια γενναία επενδυτική παρέμβαση με ισχυρό κοινωνικό και οικονομικό αποτύπωμα. Δίχως άλλο, μια δημόσια επένδυση μακράς πνοής της τάξης των 100 εκατομμυρίων ευρώ που κινητοποιεί κεφάλαια και επενδυτές δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη στο πεδίο της Θράκης. Αλλωστε, είναι μια επένδυση που θα μείνει εκεί και θα ριζώσει!