Οι υπεραντιδράσεις των αγορών στις ειδήσεις για τα θύματα του κορωνοϊού στην Κίνα υπενθυμίζουν πόσο γρήγορα μπορούν να ερμηνεύσουν επικίνδυνες καταστάσεις, ανατρέποντας, από τη μία μέρα στην άλλη, το κλίμα στην παγκόσμια οικονομία. Επειτα από μια μακρά περίοδο σταθερότητας και ανόδου στα χρηματιστήρια όλου του πλανήτη, μια απρόσμενη εξέλιξη ήταν ικανή να ενσπείρει ισχυρές αμφιβολίες για τις προοπτικές των αγορών και της οικονομίας. Στην πραγματικότητα, ήρθε να προστεθεί στα γκρίζα σύννεφα που αρχίζουν να πυκνώνουν πάνω από την παγκόσμια οικονομία και αφορούν τους φόβους για την αναπτυξιακή καθίζηση της Κίνας, για το ξέφρενο ράλι των τιμών των μετοχών στις ΗΠΑ αλλά και για τη στασιμότητα της γερμανικής οικονομίας.

Τίποτα σήμερα στο παγκόσμιο σκηνικό δεν παρέχει εγγυήσεις ασφαλών προβλέψεων για το μέλλον. Πολύ περισσότερο το ξέφρενο σπιράλ καθόδου των επιτοκίων στις αγορές χρήματος, από το οποίο επωφελείται και η Ελλάδα. Το επιτόκιο των δεκαετών ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου μειώθηκε για πρώτη φορά στα χρονικά κάτω από το 1%. Αλλά, όπως λένε και οι ειδικοί αναλυτές των χρηματαγορών, τα επιτόκια, όσο εύκολα κατεβαίνουν, τόσο εύκολα ανεβαίνουν. Στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης γνωρίζουν καλά ότι το κλίμα ευφορίας που επικρατεί σήμερα στη χώρα από τις προοπτικές που ανοίγει ο φθηνός δανεισμός μπορεί να αποδειχθεί ευμετάβλητο και πρόσκαιρο, αν κάτι αλλάξει προς το χειρότερο στις διεθνείς αγορές τους επόμενους μήνες. Και είναι αλήθεια ότι η Ελλάδα, παρά την έξοδό της από τη δεκαετή κρίση, παραμένει ακόμη, λόγω του υψηλού χρέους της και της αδύναμης αναπτυξιακής δυναμικής της, ένας αδύναμος κρίκος σε κάθε δυσμενή μεταβολή στο παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον.

Με άλλα λόγια, καλά και ευπρόσδεκτα είναι (όσο τα έχουμε) τα χαμηλά επιτόκια. Δημιουργούν θετικές προοπτικές στην καμπύλη βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους και στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές για τον δημοσιονομικό χώρο και τα πλεονάσματα, αλλά δεν λύνουν το πρόβλημα. Γιατί, όσο η Ελλάδα εξακολουθεί να υπολείπεται σε επενδύσεις, η έξοδό της από την κρίση δεν θα είναι οριστική και βέβαιη. Και όσο η ανάπτυξη δεν θα είναι στέρεη, η ελληνική οικονομία θα παραμένει ευάλωτη στους παγκόσμιους κινδύνους. Ο χρόνος κυνηγάει την κυβέρνηση στο θέμα αυτό. Αν στο μέτωπο των φοροελαφρύνσεων υπάρχουν χρονικά και πολιτικά περιθώρια χειρισμών, εδώ ο χρόνος είναι αδυσώπητος. Δεν είναι τυχαία η στροφή της κυβερνητικής ρητορικής από το πεδίο των υποσχέσεων για τις φοροελαφρύνσεις στο πεδίο της ανάπτυξης της οικονομίας, μέσω της προσέλκυσης επενδύσεων. Αυτό καταγράφουν η μία μετά την άλλη οι κινήσεις του Πρωθυπουργού τις τελευταίες εβδομάδες: Μια αγωνία για την ανάπτυξη. Γιατί οι διεθνείς οικονομικές εξελίξεις δεν προδιαγράφονται ευοίωνες και η ανταπόκριση έως τώρα από τις εκκλήσεις του στους ξένους να επενδύσουν στην Ελλάδα δεν είναι η αναμενόμενη. Δεδομένου ότι οι εγχώριες επενδύσεις από μόνες τους δεν επαρκούν για να λύσουν το πρόβλημα, το στοίχημα της ισχυρής ανάπτυξης που αναζητεί η χώρα εξακολουθεί να είναι αμφισβητήσιμο.