Ως ηθοποιός και προερχόμενος από μια οικογένεια που ασχολείται με την ψυχαγωγία έχω περάσει σχεδόν όλη τη ζωή μου στα κινηματογραφικά πλατό. Αλλά αυτό που πολλοί άνθρωποι δεν συνειδητοποιούν είναι πόσος κενός χρόνος υπάρχει ανάμεσα στις σκηνές. Η φωτογράφιση αυτών των στιγμών έγινε ένας τρόπος τεκμηρίωσης της ζωής μου και της ζωής των ανθρώπων γύρω μου, σαν ένα προσωπικό αρχείο.

Πριν από δέκα χρόνια, είχα τελειώσει την ταινία «Crazy Heart», όταν ο Τζορτζ Κλούνι μού τηλεφώνησε και μου πρότεινε να δω το σενάριο για τη νέα του ταινία «Οι άντρες που κοιτούν επίμονα κατσίκες». Ημουν εξαντλημένος, αλλά ήταν τόσο τρελή ιδέα, που μου προκάλεσε αμέσως το ενδιαφέρον. Οταν άρχισα να το εξερευνώ λίγο περισσότερο, ήξερα ότι έπρεπε να το κάνω και από εκεί πήγαμε μαζί σε αυτό το τρελό πράγμα. Ποτέ δεν είχα συναντήσει τον Τζορτζ, αλλά ήταν υπέροχο να δουλεύω μαζί του. Εκανε την παραγωγή στην ταινία όπου και πρωταγωνίστησε και περάσαμε όλοι πολύ καλά στη διάρκεια των γυρισμάτων, καθώς εκείνος δημιούργησε μια χαλαρή ατμόσφαιρα στο πλατό. Οπως δείχνει αυτή η εικόνα, είναι παιχνιδιάρης και ένας διασκεδαστής που κάνει παιχνίδια σχεδόν από το τίποτα.

Φωτογραφίζω με μια Widelux, μια αναλογική πανοραμική φωτογραφική μηχανή με διπλό φακό που δίνει αυτό το εφέ της διπλής εικόνας. Βάζω τον Τζορτζ στην αριστερή άκρη του εικονοσκοπίου και μόλις γίνει η λήψη φωνάζω «στροφή!». Σε εκείνο το σημείο γυρίζει το πρόσωπό του και κάνει τον θλιμμένο. Ο ηθοποιός δεν κινείται προς τα εμπρός ή οπουδήποτε, απλά γυρίζει το κεφάλι του.

Αυτή η φωτογραφία είναι μέρος μιας σειράς φωτογραφιών που παίζουν με την ιδέα της κωμωδίας και της τραγωδίας και τις μάσκες του αρχαίου ελληνικού θεάτρου. Είναι ένας τρόπος να εξερευνήσω τι σημαίνει να είμαι ηθοποιός και να αισθάνομαι τη συγκίνηση της δράσης. Είναι η ευκαιρία να αναπαραστήσω αυτό που σημαίνει να είσαι άνθρωπος, δηλαδή την ακραία χαρά και τη θλίψη που μας κάνουν ανθρώπινους. Αλλά επίσης αναφέρεται στις μάσκες που όλοι μας φοράμε σε διάφορες καταστάσεις. Πάντα ενδιαφερόμουν για τη φωτογραφία. Ως παιδί έπαιζα με τη Nikon του πατέρα μου και όταν εγκατέστησε έναν σκοτεινό θάλαμο στο σπίτι μας, μου άρεσε να μαθαίνω την τεχνική πλευρά της διαδικασίας και να βλέπω τι εικόνες θα έβγαιναν από εκεί μέσα. Η πρώτη κάμερα με μεγάλο φακό που απέκτησα ήταν το γαμήλιο δώρο από τη σύζυγό μου. Και από τότε έχω φωτογραφίσει σχεδόν αποκλειστικά με πανοραμικές κάμερες Widelux. Ξεκίνησα να φωτογραφίζω στα πλατό κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων του «Κινγκ Κονγκ» τη δεκαετία του 1970. Ο χαρακτήρας μου είχε μια κάμερα Nikon περασμένη με κορδόνι γύρω από τον λαιμό του κι έτσι σκέφτηκα ότι μπορούσα να τη χρησιμοποιήσω. Υποθέτω ότι ξεκίνησε ως μέρος του χαρακτήρα μου, αλλά έγινε πάθος.

Συνήθιζα να θυμώνω με τον εαυτό μου που φωτογράφιζε, έπαιζε μουσική, έγραφε τραγούδια ή ριχνόταν σε οποιαδήποτε δημιουργική καταδίωξη που δεν ήταν η ηθοποιία. Αλλά έχω συνειδητοποιήσει ότι η δημιουργικότητα τροφοδοτεί τη δημιουργικότητα και είναι όλα μέρος του ίδιου πράγματος. Οτι θα πρέπει να δώσεις στον εαυτό σου χρόνο για να εξερευνήσεις τα πάθη σου. Η φωτογραφία στη διάρκεια των γυρισμάτων είναι κάτι το καταπληκτικό. Πρώτον, επειδή ο φωτισμός είναι εντυπωσιακός. Και δεύτερον, φωτογραφίζεις ανθρώπους που ξέρουν πώς να αλληλεπιδρούν με μια κάμερα.

Ποτέ δεν σκόπευα να δημοσιεύσω αυτές τις εικόνες. Αρχικά, το έκανα για να φτιάξω μικρά βιβλία για το καστ και το συνεργείο, ώστε να θυμούνται την εμπειρία και τον χρόνο που περάσαμε μαζί. Συνήθως, στην πρώτη ανάγνωση σεναρίου ή στη συνάντηση με τους παραγωγούς, θα ρωτήσω αν όλοι είναι εντάξει με μένα να παίρνω φωτογραφίες στα παρασκήνια. Το δέχονται άνετα. Αλλά αισθάνθηκα πως θα έπρεπε αυτή τη δουλειά να τη μοιραστώ με τον κόσμο. Είναι ένας τρόπος για να ανταποδώσω κάτι στη βιομηχανία του κινηματογράφου, που έδωσε για δεκαετίες σε μένα μια υπέροχη στέγη.

INFOΤο λεύκωμα «Jeff Bridges: Pictures Volume 2» κυκλοφορεί στις 15 Οκτωβρίου από τον οίκο PowerHouse Books