Φορολογικές ανάσες στα νοικοκυριά με την εφαρμογή μια νέας κλίμακας φορολόγησης των εισοδημάτων τους σχεδιάζει να δώσει από το 2020 η κυβέρνηση, επιχειρώντας να ενισχύσει τόσο τους έχοντες χαμηλά εισοδήματα όσο και τη μεσαία τάξη, η οποία λύγισε από το βάρος της υπερφορολόγησης στα χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ.

Ετσι, μετά τις μειώσεις φόρων για τις επιχειρήσεις (κέρδη και μερίσματα) και τα μέτρα στήριξης της οικοδομής που έχουν ήδη κλειδώσει και θα προβλέπονται στο νέο μεγάλο φορολογικό νομοσχέδιο, στο οικονομικό επιτελείο «τρέχουν» όλα τα σενάρια για τις μειώσεις φόρων σε μισθωτούς, συνταξιούχους, επαγγελματίες που θα τεθούν σε ισχύ από το επόμενο έτος. Το στίγμα των ελαφρύνσεων αυτών αναμένεται να δώσει ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης το Σάββατο από το βήμα της Διεθνούς Εκθεσης Θεσσαλονίκης.

Σε κάθε περίπτωση το εύρος των φοροελαφρύνσεων που θα ενεργοποιηθούν το επόμενο έτος θα εξαρτηθεί από τα περιθώρια του νέου προϋπολογισμού, με την κυβέρνηση να προσβλέπει σε έναν πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο της τάξης των 1,2 – 1,3 δισ. ευρώ για το 2020. Ο χώρος αυτός, εφόσον εξασφαλιστεί, θα προέλθει από την επιστροφή των ετήσιων δόσεων από τα κέρδη των κεντρικών τραπεζών της ευρωζώνης από ελληνικά ομόλογα (SMPs και ANFAs), έσοδα τα οποία η κυβέρνηση συζητεί με τους θεσμούς να μετράνε στο πρωτογενές πλεόνασμα.

Τι σχεδιάζεται

Ο κυβερνητικός σχεδιασμός για τις φορολογικές ανάσες στα νοικοκυριά περιλαμβάνει:

  • Αλλαγές στη φορολογική κλίμακα με βασικότερη τη μείωση του πρώτου φορολογικού συντελεστή από το 22% στο 9% για εισοδήματα μέχρι 10.000 ευρώ. Σήμερα ο συντελεστής 22% εφαρμόζεται για τα εισοδήματα έως 20.000 ευρώ. Στην περίπτωση που ενεργοποιηθεί το μέτρο αυτό από το 2020, μισθωτοί και συνταξιούχοι θα πάρουν από τις αρχές του επόμενου έτους μια πρώτη γεύση των μειώσεων μέσω της μηνιαίας παρακράτησης φόρου, ενώ οι ελαφρύνσεις για τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αγρότες θα έχουν αντίκτυπο στον προϋπολογισμό του 2021 καθώς θα αποτυπωθούν στις φορολογικές δηλώσεις που θα υποβληθούν τη συγκεκριμένη χρονιά.
  • Αλλαγές και στα ενδιάμεσα κλιμάκια προκειμένου να ελαφρυνθεί η μεσαία τάξη. Σημειώνεται ότι η κυβέρνηση έχει ήδη προαναγγείλει τη σταδιακή μείωση του ανώτατου φορολογικού συντελεστή 45% που εφαρμόζεται σήμερα για το τμήμα του εισοδήματος που υπερβαίνει τα 40.000 ευρώ στο 42%.
  • Διατήρηση του αφορολόγητου ορίου στα σημερινά επίπεδα, το οποίο όμως θα χτίζεται με περισσότερες ηλεκτρονικές συναλλαγές. Ενα από τα εναλλακτικά σχέδια προβλέπει σταθερό αφορολόγητο όριο 6.500 ευρώ, το οποίο θα φτάνει στα 8.636 ευρώ που ανέρχεται σήμερα εφόσον ο φορολογούμενος παρουσιάσει στην Εφορία πρόσθετες ηλεκτρονικές συναλλαγές. Δηλαδή, για να επωφεληθεί ο φορολογούμενος από το προσαυξημένο αφορολόγητο θα πρέπει να έχει περισσότερες ηλεκτρονικές συναλλαγές από αυτές που προβλέπονται σήμερα. Με τον τρόπο αυτόν, υπολογίζουν στο οικονομικό επιτελείο, δεν θα διαταραχτεί η ισορροπία του προϋπολογισμού, εκτιμώντας ότι έτσι μπορούν να πείσουν τους θεσμούς για τη διατήρησή του στα σημερινά επίπεδα, ενισχύοντας ταυτόχρονα τις ηλεκτρονικές συναλλαγές στο πλαίσιο περιορισμού της φοροδιαφυγής.
  • Αύξηση του αφορολόγητου ορίου κατά 1.000 ευρώ για όσους έχουν παιδιά. Δηλαδή, ένας μισθωτός με ένα παιδί θα έχει αφορολόγητο όριο εισοδήματος 9.636 ευρώ από 8.864 ευρώ σήμερα και ένας μισθωτός με δύο παιδιά θα είναι αφορολόγητος για εισόδημα 10.636 ευρώ από 9.090 ευρώ που ανέρχεται σήμερα το αφορολόγητο όριο για τους μισθωτούς με δύο παιδιά. Με βάση τις αλλαγές, ένας μισθωτός με ετήσιο εισόδημα 10.000 ευρώ, ο οποίος σήμερα επιβαρύνεται με φόρο 300 ευρώ, με τη μείωση του συντελεστή στο 9% θα κληθεί να πληρώσει φόρο εισοδήματος 122,76 ευρώ. Δηλαδή, ο συγκεκριμένος φορολογούμενος κερδίζει 177,24 ευρώ. Επίσης, μισθωτός με ένα παιδί και ετήσιο εισόδημα 10.000 ευρώ, με τη διατήρηση του αφορολόγητου ορίου των 8.636 ευρώ και την προσαύξησή του κατά 1.000 ευρώ για κάθε παιδί, θα έχει αφορολόγητο όριο εισοδήματος 9.636 ευρώ από 8.864 ευρώ που είναι σήμερα. Σήμερα πληρώνει φόρο για το εισόδημά του 250 ευρώ, ο οποίος με τις αλλαγές περιορίζεται στα 32,76 ευρώ.

Παράλληλα με το νέο φορολογικό νομοσχέδιο βρίσκεται σε εξέλιξη η κατάρτιση του προσχεδίου του προϋπολογισμού του 2020 που θα πρέπει να υποβληθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 15 Σεπτεμβρίου. Το προσχέδιο θα προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το επόμενο έτος ανεξάρτητα από την έκβαση των σύνθετων πολιτικά διαπραγματεύσεων για τη μείωση του στόχου για τα πλεονάσματα.