Η ετήσια Σύνοδος του ΝΑΤΟ, η οποία ξεκινά σήμερα, είναι μια από τις σημαντικότερες για τον Οργανισμό και έχει ξεκάθαρα ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα. Παρά τα βήματα που έχει κάνει η Συμμαχία προς τη μετεξέλιξή της σε έναν στρατιωτικό/πολιτικό οργανισμό ασφάλειας, εξακολουθεί να ταλανίζεται από μια οντολογικής φύσεως αναζήτηση ταυτότητας. Μια αμυντική συμμαχία χρειάζεται έναν ξεκάθαρο εχθρό, κάτι που για το ΝΑΤΟ του 21ου αιώνα δεν είναι απολύτως ξεκάθαρο. Γι’ αυτό άλλωστε και είναι ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που θα απασχολήσουν τη Σύνοδο των Βρυξελλών. Σαφώς και η αναγκαιότητα αντιμετώπισης της Ρωσίας, ειδικότερα στον τομέα των υβριδικών απειλών και των κυβερνοεπιθέσεων, αποτελεί προτεραιότητα, ωστόσο δεν έχουν όλα τα κράτη-μέλη την ίδια ιεράρχηση των απειλών. Γι’ αυτό και αναζητείται ο κοινός παρανομαστής για τον επαναπροσδιορισμό της αποστολής του Οργανισμού.

Ενα δεύτερο σημαντικό ζήτημα είναι αυτό των στρατιωτικών επενδύσεων και της οικονομικής συνεισφοράς στη Συμμαχία. Πρόκειται για το οξύτερο σημείο της κριτικής του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ και ένα από τα θέματα που μπορούν να οδηγήσουν σε σημαντικούς κλυδωνισμούς, λαμβάνοντας πάντα υπόψη την ανατρεπτική λειτουργία του αμερικανού προέδρου. Την ώρα που η ΕΕ επιταχύνει τον αμυντικό βηματισμό της και υπολογίζει σημαντικά στην υποστήριξη του ΝΑΤΟ σε αυτή την κατεύθυνση, η στάση των ΗΠΑ μπορεί να δημιουργήσει σοβαρούς προβληματισμούς στα σχέδια της Ενωσης. Το τελευταίο μεγάλο ζήτημα που θα απασχολήσει είναι η διεύρυνση του Οργανισμού προς τα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη. Η πρόσκληση στην ΠΓΔΜ αλλά και η υποστήριξη της ένταξης της Γεωργίας και της Ουκρανίας έχουν εξαιρετικό στρατηγικό και πολιτικό ενδιαφέρον. Ειδικά η ενδεχόμενη ένταξη των δύο τελευταίων θα αποτελέσει ένα ακόμη σημείο τριβής στις σχέσεις της Δύσης με τη Ρωσία. Είναι ξεκάθαρο πως η στάση των ΗΠΑ θα καθορίσει σε σημαντικό βαθμό το αποτέλεσμα της Συνόδου και την πορεία του ΝΑΤΟ για τα επόμενα χρόνια.

Στην περίπτωση της Ελλάδας μπορεί η συζήτηση να εστιάζεται στην πρόσκληση και στη συνεπακόλουθη έναρξη των διαδικασιών ένταξης για την ΠΓΔΜ, ωστόσο δεν είναι το μόνο θέμα που θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει. Οι στρατηγικές αποφάσεις για απειλές όπως η τρομοκρατία και οι διογκούμενες μεταναστευτικές πιέσεις, αλλά και οι εξελίξεις στην αμυντική ολοκλήρωση της ΕΕ θα έπρεπε να αποτελούν σημαντικές ελληνικές προτεραιότητες και να διατυπωθούν ξεκάθαρες θέσεις στη Σύνοδο. Δυστυχώς, η αποστασιοποίηση της χώρας από την πρωτοβουλία Μακρόν δεν αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας για έναν πιο ενεργό ρόλο, μια ευκαιρία που θα έπρεπε να αξιοποιήσουμε, αλλά που τελικά δεν θα το κάνουμε.

Ο Τριαντάφυλλος Καρατράντος είναι διεθνολόγος με ειδικότητα στα θέματα ασφάλειας και σύμβουλος Πολιτικής και Στρατηγικής της Ελληνικής Ενωσης για την Ατλαντική και Ευρωπαϊκή Συνεργασία