Aπόφαση του Αρείου Πάγου για το Σκοπιανό, σύμφωνα με την οποία «δεν υπάρχει μακεδονικό έθνος και κατά συνέπεια μακεδονικός πολιτισμός και μακεδονική γλώσσα» έρχεται ξανά στο φως μέσα από δημοσίευμα.

Συγκεκριμένα την απόφαση δημοσιεύει η εφημερίδα Ελεύθερος Τύπος κατηγορώντας μάλιστα τη κυβέρνηση ότι «την έθαψε κάτω από το χαλί» και προχώρησε στη συμφωνία με τη γείτονα χώρα για το ονοματολογικό.

Σύμφωνα με το δημοσίευμα το 2003 σωματείο από τη Δυτική Μακεδονία ζήτησε να αναγνωριστεί η υπόστασή του αλλά το Πρωτοδικείο απέρριψε την αίτηση εγγραφής του. Στη συνέχεια υπέβαλλε έφεση η οποία απερρίφθη με το σκεπτικό ότι «αντίκειται προς τη δημόσια τάξη και ασφάλεια, αφού θέτει σε κίνδυνο τους θεσμούς του Ελληνικού Κράτους» και «προκαλεί σύγχυση τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και διεθνώς, στα Κράτη και στους λοιπούς φορείς, με τους οποίους θα συναλλαχθεί αυτό, καθώς και ότι η αναγνώριση του Σωματείου προσκρούει στην ανάγκη ειρηνικής συμβίωσης των πολιτών της περιοχής και κατ’ επέκταση της γαλήνης της χώρας».

Ο Άρειος Πάγος απέρριψε την αναίρεση που άσκησε το σωματείο επικυρώνοντας το 2009 την απόφαση του Εφετείου.

Ο Ελεύθερος Τύπος σημειώνει ότι στη σύνθεση του Αρείου Πάγου συμμετείχε ως εισηγήτρια η Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου, πρώην υπηρεσιακή πρωθυπουργός της Ελλάδας (27.8.2015-21.9.2015) και πρώην πρόεδρος του Αρείου Πάγου (1.7.2015-30.6.2017), η οποία ανέλαβε τη θέση του νομικού συμβούλου του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, δέκα ημέρες μετά τη συνταξιοδότησή της (η σύμβασή της λήγει στις 10.7.2019).

Αναφορικά με την απόφαση του Αρείου Πάγου που αφορούν στο Σκοπιανό το δημοσίευμα υποστηρίζει ότι η απόφαση εκκινεί με το σκεπτικό ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε αντιπαράθεση με το κράτος των Σκοπίων (FYROM), εξαιτίας της αυθαίρετης και ιστορικά ατεκμηρίωτης αξιώσεως του τελευταίου να αναγνωρισθεί διεθνώς ως κράτος με το όνομα «Μακεδονία» και στη συνέχεια, προκειμένου να αποκατασταθεί η ιστορική αλήθεια ως προς το σφετερισμό του ονόματος της Μακεδονίας από το νεοσυσταθέν κράτος των Σκοπίων (FYROM), το οποίο επιχειρεί να αποκτήσει εθνική ταυτότητα με όνομα που αποτελεί ιστορική, πολιτιστική και εθνική κληρονομιά της Ελλάδας, επισημαίνει συνοπτικά τα ακόλουθα ιστορικά δεδομένα:

– O όρος Μακεδονία, από αρχαιοτάτων χρόνων, είναι όρος ιστορικός και γεωγραφικός και όχι εθνολογικός. Οι Μακεδόνες δεν είναι, ούτε υπήρξαν κατά το πρόσφατο και το απώτερο παρελθόν, ιδιαίτερος εθνολογικός σχηματισμός. Απλώς, ως Μακεδόνες ονομάζονται ανέκαθεν οι κάτοικοι της γνωστής από την αρχαιότητα περιοχής της ελληνικής Μακεδονίας, όπως αντίστοιχα ονομάζονται Θράκες οι κάτοικοι της Θράκης, Θεσσαλοί οι κάτοικοι της Θεσσαλίας κ.ο.κ., χωρίς να υπάρχει αντίστοιχα θρακική ή θεσσαλική εθνικότητα. Επομένως, Μακεδόνες κατά την εθνικότητα δεν υπάρχουν και ούτε μπορούν να «δημιουργηθούν», στο πλαίσιο του συλλογικού αυτοπροσδιορισμού των κατοίκων της ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής της Μακεδονίας.

– Ως Ελληνες, οι αρχαίοι Μακεδόνες χρησιμοποιούσαν την ίδια με τους Ελληνες της νομίμου Ελλάδας γλώσσα, πίστευαν στους ίδιους θεούς και είχαν τον ίδιο (ελληνικό) πολιτισμό. Ο αρχαίος ΕΕλληνας φιλόσοφος Αριστοτέλης υπήρξε δάσκαλος του Μεγάλου Αλεξάνδρου και τα ευρήματα της Βεργίνας αποτελούν σταθμούς της παγκόσμιας Ιστορίας και στοιχεία του παγκόσμιου πολιτισμού που αποδεικνύουν την ελληνικότητα της Μακεδονίας. Αντίθετα, οι Σλάβοι, δηλαδή τα διάφορα σλαβικά φύλα που εμφανίσθηκαν στην περιοχή των Βαλκανίων, βορείως της Μακεδονίας, κατά τον 7ο μ.Χ. αιώνα, δεν έχουν καμία σχέση με τους αρχαίους ΕΕλληνες Μακεδόνες.

– Λόγω της ελευθέρας διακίνησης των πληθυσμών, κατά τους χρόνους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, είχαν εγκατασταθεί στην Ελλάδα, ιδίως στην περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας, Βούλγαροι, σλαβόφωνοι, που είχαν σλαβική εθνική συνείδηση. Μετά την οριστικοποίηση των συνόρων, κατά τα προεκτεθέντα, οι περισσότεροι απ’ αυτούς διασκορπίσθηκαν στην περιοχή των Σκοπίων ή μετανάστευσαν σε διάφορα κράτη.

– Οι ολίγοι εναπομείναντες στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στους Νομούς Φλώρινας και Εδεσσας εδήλωσαν ελληνική εθνικότητα και έτσι από την εποχή εκείνη έπαυσε να υπάρχει θέμα σλαβικής μειονότητας. Πριν από το 1944 «Μακεδονία» ως σλαβικό κράτος και «μακεδονικό έθνος» ως ιδιαίτερη εθνότητα ήταν έννοιες παντελώς άγνωστες. Εως τότε, οι κάτοικοι της περιοχής των Σκοπίων δεν είχαν ούτε σερβική ούτε βουλγαρική, παρά τα φιλοβουλγαρικά αισθήματα των περισσότερων κατοίκων της, και πολύ περισσότερο δεν είχαν «μακεδονική» εθνική συνείδηση. Την τελευταία, τους έπεισε να την αποκτήσουν ο Τίτο, προκειμένου να αποκολλήσει τους Σκοπιανούς από το άρμα των Βουλγάρων, έχοντας ως απώτερο σκοπό τη σύσταση ενιαίου μακεδονικού κράτους, υπό σλαβικό μανδύα, και την έξοδο της χώρας του στο Αιγαίο.

– Ουδείς πολιτισμένος λαός μπορεί να ανεχθεί την πλαστογράφηση της Ιστορίας του. Στην προσπάθεια αυτή των Σκοπίων που άρχισε μετά τη διάσπαση της Γιουγκοσλαβίας, αφότου το κράτος των Σκοπίων απέκτησε οντότητα, το έτος 1991, εντάσσεται η διάδοση ιδεών από διάφορους εθνικιστές μετανάστες, οι οποίοι, μέσω οργανώσεων και σωματείων, που δρουν κυρίως στο εξωτερικό (Αυστραλία, Καναδά, ΗΠΑ), με ομιλίες, συγκεντρώσεις, εκδηλώσεις πολιτιστικές κ.λπ. παραπληροφορούν το κοινό, δημιουργώντας εσφαλμένες περί υπάρξεως «μακεδονικού» έθνους και πολιτισμού, «μακεδονικής» γλώσσας και συνείδησης. Παράλληλα, καλλιεργούν και την ιδέα του «αλυτρωτισμού», όπως προεκτέθηκε, επιχειρώντας να δημιουργήσουν αποσχιστικές τάσεις, θέτοντας και το ανύπαρκτο θέμα της λεγόμενης «μακεδονικής μειονότητας» που ζει στην Ελλάδα.

Η απόφαση καταλήγει αναφέροντας πως, σύμφωνα με όλα όσα προεκτέθηκαν, δεν υπάρχει μακεδονικό έθνος και, κατά συνέπεια, μακεδονικός πολιτισμός και μακεδονική γλώσσα «MAKEDONCKI». Ούτε υφίσταται στην Ελλάδα «μακεδονική μειονότητα». Είναι αυτονόητο ότι ένα μωσαϊκό εθνοτήτων δεν μπορεί, σε εξήντα χρόνια, να αποκτήσει εθνολογική οντότητα, στηριζόμενο σε χαλκευμένα ιστορικά στοιχεία.

Ωστόσο, τα μέλη του υπό ίδρυση σωματείου δικαιώθηκαν από το Δικαστήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το οποίο αποφάνθηκε ότι η άρνηση εγγραφής του Σωματείου στις εθνικές αρχές έρχεται σε αντίθεση με την αρχή της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι και κυρίως διότι δεν είχαν ακόμη αναπτύξει δράση για να μπορεί να κριθεί ότι απειλεί τη δημόσια ειρήνη και ασφάλεια. Σε κάθε, δε, περίπτωση, υποστήριξε πως αν ανέπτυσσε τέτοια δράση, οι εθνικές αρχές δεν ήταν αφοπλισμένες και θα μπορούσαν να αποφασίσουν τη διάλυσή του.

Ιδιαίτερης σημασίας χρήζει η διαπίστωση του Ευρωπαϊκού Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ότι δεν εντοπίστηκαν ενδείξεις αυθαιρεσίας κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας, όπως επικαλούνταν οι προσφεύγοντες, και επιπλέον ότι οι αποφάσεις του Αρείου Πάγου και του Εφετείου ήταν πλήρως αιτιολογημένες και του Αρείου Πάγου πλήρως αμερόληπτη.

Επισημαίνεται δε ότι η Πολιτεία δεν προσέβαλε την απόφαση, υποβάλλοντας αίτημα επανεξέτασης, όπως ανακοινώθηκε την 9/10/2015.

Η δικηγόρος Αριάδνη Νούκα που έφερε στο φως την απόφαση σημειώνει με δηλώσεις της στον Ελεύθερο Τύπο ότι «οι αποφάσεις τόσο του Αρείου Πάγου όσο και του Εφετείου είναι ιστορικές και εκδόθηκαν από εξαιρετικούς δικαστές. Τα ελληνικά δικαστήρια επικύρωσαν τη μοναδική ιστορική αλήθεια, που δεν είναι άλλη από την ελληνικότητα της Μακεδονίας και την ανυπαρξία ιδιαίτερης “μακεδονικής” γλώσσας και “μακεδονικού” έθνους που προωθούσαν προπαγανδιστικά όλα αυτά τα χρόνια οι Σκοπιανοί. Η χαρακτηριστική δικανική παραδοχή ότι ένα μωσαϊκό εθνοτήτων δεν μπορεί, σε εξήντα χρόνια, να αποκτήσει εθνολογική οντότητα, στηριζόμενο σε χαλκευμένα ιστορικά στοιχεία, είναι απόλυτα ακριβής. Στο σημείο αυτό συνάδει και η υπενθύμιση της επιστολής των 373 ακαδημαϊκών εγνωσμένου κύρους ανά τον κόσμο προς τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, οι οποίοι έκαναν λόγο για ιστορική αταξία και του επισήμαναν ότι οι Σκοπιανοί διεκδικούν το όνομα για να σφετεριστούν την Ιστορία και τον Μέγα Αλέξανδρο και ότι αυτό εγκυμονεί σοβαρότατους κινδύνους. Θεωρώ ότι αν θέλουμε με μία φράση να δώσουμε τη διάσταση των πραγμάτων, αυτή δεν θα ήταν άλλη από τη δικανική κρίση ότι ουδείς πολιτισμένος λαός μπορεί να ανεχθεί την πλαστογράφηση της Ιστορίας του».

Παπαγγελόπουλος, Κατρούγκαλος, Βορίδης στη Βουλή

«Η απόφαση του Αρείου Πάγου, αναφέρεται στην ύπαρξη ή μη μακεδονικής μειονότητας. Αυτό λέει. Όλα τα υπόλοιπα είναι παρεμπίπτουσες σκέψεις» τόνισε από το βήμα της Ολομέλειας ο αν. υπουργός Δικαιοσύνης, Δημήτρης Παπαγγελόπουλος, σχετικώς με το ζήτημα που ανέκυψε δια του Τύπου και στο οποίο αναφέρθηκαν βουλευτές.

«Στο δικαιϊκό μας σύστημα εκφεύγει της αρμοδιότητας των δικαστηρίων η χάραξη εξωτερικής πολιτικής» είπε ο κ. Παπαγγελόπουλος.

Παίρνοντας τον λόγο ο Μάκης Βορίδης από την ΝΔ, ανέγνωσε από την απόφαση του Αρείου Πάγου απόσπασμα σύμφωνα με το οποίο: «Ο όρος Μακεδονία από αρχαιοτάτων χρόνων είναι όρος ιστορικός γεωγραφικός και όχι εθνολογικός. Οι Μακεδόνες δεν είναι ούτε και υπήρξαν κατά το πρόσφατο και το απώτερο παρελθόν ιδιαίτερος εθνολογικός σχηματισμός. Μακεδόνες ονομάζονται ανέκαθεν οι κάτοικοι της γνωστής από την αρχαιότητα περιοχής της ελληνικής Μακεδονίας». Έθεσε δε προς τον κ. Παπαγγελόπουλο το ερώτημα «γιατί δεν τα διαβάζετε αυτά κ. Υπουργέ; Σας αρέσει η παραπλάνηση;» και προσέθεσε ότι η απόφαση αυτή έχει και για τη γλώσσα αναφορές, έχει και για την εθνότητα.

Καθώς στην Αίθουσα υπήρξαν αντιδράσεις παρενέβη ο πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης, ο οποίος είπε πως «αν είχε λυθεί δικαστικά το θέμα προ ετών δεν θα μιλάγαμε τρεις μέρες τώρα», ενώ τον λόγο πήρε και ο αν. υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Κατρούγκαλος. «Πράγματι. Αν είχαμε μια απόφαση αμετάκλητη του Αρείου Πάγου, που έλυνε το θέμα γιατί να μην την κάνουμε εκτελεστή, να την στείλουμε στα Σκόπια και να μην διαπραγματευόμαστε;» είπε και υπογράμμισε ότι «ο ‘Αρειος Πάγος είχε να λύσει ένα νομικό θέμα και μόνο. Εάν ήταν νόμιμη ή όχι η εγγραφή ενός Σωματείου στα αντίστοιχα βιβλία του Πρωτοδικείου. Δεν είχε αρμοδιότητα να εξετάσει ζητήματα εξωτερικής πολιτικής».

«Δεν μπορούν να υπάρχουν αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις για την εξωτερική πολιτική, δεν μπορεί να υπάρξουν και για την Ιστορία. Είναι σαν να λέτε ότι ένα εσωτερικό όργανο μπορεί να αποφασίσει περί εξωτερικών διαφορών. Αφήστε που προσπαθείτε με διπλή παραχάραξη να στήσετε ένα θέμα» είπε ο κ. Κατρούγκαλος προς την αντιπολίτευση.