Η Ανγκελα Μέρκελ έχει αποκτήσει πείρα με την ελληνική κρίση του 2015 και όσους δεν θέλουν τους κανόνες της ευρωζώνης. Και η Ελλάδα είναι παράδειγμα προς αποφυγήν για την Ιταλία. «Θέλουμε να συνεργαστούμε με οποιαδήποτε κυβέρνηση της Ιταλίας» διαβεβαίωσε χθες η Μέρκελ. «Αλλά έχουμε φυσικά αρχές στην ευρωζώνη» πρόσθεσε μιλώντας σε συνέδριο στο Βερολίνο. Αναμένει «δύσκολες συνομιλίες με μία νέα κυβέρνηση στη Ρώμη», υπενθυμίζοντας το προηγούμενο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ του Αλέξη Τσίπρα. «Στην αρχή δεν ήθελε να αποδεχτεί τους όρους για τη χορήγηση της οικονομικής βοήθειας των ευρωπαίων εταίρων και χρειάστηκαν διαπραγματεύσεις για πολλές νύχτες μέχρι να τα βρούμε» είπε η καγκελάριος.

Η ανησυχία στο Βερολίνο είναι έντονη. «Η Ιταλία έχει το δυναμικό να οδηγήσει σε κατάρρευση το ευρώ» σχολιάζει στη σημερινή της έκδοση η εφημερίδα «Ντι Βελτ». Ο «κυνισμός», προσθέτει, είναι ότι «τα λαϊκιστικά κόμματα που σχεδιάζουν απίθανες αυξήσεις δαπανών και χρεών μπορούν να υπολογίζουν ότι στο τέλος οι Ευρωπαίοι θα σώσουν τη χώρα από την πτώχευση».

Από το 2012 ποτέ δεν ήταν μεγαλύτερος όσο σήμερα ο κίνδυνος να μπει η Ευρώπη στη δίνη μιας κρίσης. Σήμερα μάλιστα δεν θα μπορέσει να σώσει την Ευρώπη η ΕΚΤ και ο πρόεδρός της Μάριο Ντράγκι, όπως έκανε το 2012, σημειώνει σε άρθρο του ο Mαρσέλ Φράτσερ, πρόεδρος του Γερμανικού Ιδρύματος Οικονομίας DIW.

Η Ευρώπη και η Γερμανία έχουν δύο επιλογές, κατά τον Φράτσερ: η πρώτη –και πιθανότερη –είναι η αναμονή με την ελπίδα ότι η νέα κρίση θα περάσει ξώφαλτσα από την Ευρώπη. Μία τέτοια στάση είναι άκρως επικίνδυνη, διότι η κρίση της Ιταλίας θα κοστίσει πολύ περισσότερο απ’ ό,τι η κατάρρευση της Lehman Brothers το 2008, και το μεγαλύτερο κόστος μετά την Ιταλία θα πληρώσει η Γερμανία, λέει ο γερμανός οικονομολόγος. «Οταν πτωχεύσει μία μικρή χώρα όπως η Ελλάδα, το μεγαλύτερο πρόβλημα το έχει η χώρα» εξηγεί «αλλά όταν πτωχεύσει μία μεγάλη χώρα όπως η Ιταλία, το πρόβλημα είναι των πιστωτών της, περισσότερο της Γερμανίας και των γερμανικών τραπεζών με τα ιταλικά ομόλογα που έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους». Ο γερμανός φορολογούμενος θα αναγκαστεί να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη για να διασώσει γερμανικές τράπεζες και επιχειρήσεις. Και η οικονομία της Ευρώπης θα συρθεί σε μία βαθιά ύφεση που θα πλήξει ιδιαίτερα εξαγωγικές οικονομίες όπως είναι η γερμανική.

Υπάρχει όμως και η δεύτερη, η εξυπνότερη επιλογή: να προχωρήσουν αποφασιστικά οι μεταρρυθμίσεις που θα αποτρέψουν ένα τέτοιο ρίσκο. Είναι επιβεβλημένο να μπει η Γερμανία σε έναν διάλογο με την Ιταλία, μολονότι έχει εντελώς διαφορετική αντίληψη για τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται η ΕΕ. Ζητούμενο είναι η ισορροπία ανάμεσα στον επιμερισμό του ρίσκου και τη δημοσιονομική πειθαρχία, η ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ενωσης και η ενίσχυση των ευρωπαϊκών θεσμών, συνδυασμένη με την ευθύνη των κρατών – μελών. Ο πρόεδρος του DIW προειδοποιεί: «Αν δεν αξιοποιηθεί η σημερινή ευκαιρία, η πιθανότερη εναλλακτική είναι να υπαγορεύσει η επόμενη κρίση στη Γερμανία τους όρους της διάσωσης και της μεταρρύθμισης της ευρωζώνης, με τεράστιο οικονομικό και πολιτικό κόστος».

Γαλλική στήριξη. Και ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν πήρε θέση για τις εξελίξεις στην Ιταλία, εκφράζοντας τη συμπαράστασή του για τη στάση του ιταλού προέδρου να μην εγκρίνει την πρώτη λαϊκιστική κυβέρνηση στη Δυτική Ευρώπη και να ανοίξει τον δρόμο για μια τεχνοκρατική κυβέρνηση που θα οδηγήσει τη χώρα σε νέες εκλογές. Σε συνέντευξη Τύπου στο Παρίσι χθες, ο Μακρόν δήλωσε ότι η Ιταλία αποτελεί σημαντικό εταίρο, «τον οποίο σεβόμαστε και χρειαζόμαστε για τα ευρωπαϊκά σχέδια καθώς και για τις διμερείς σχέσεις». Πρόσφερε την υποστήριξή του στον ιταλό πρόεδρο Σέρτζιο Ματαρέλα «που έχει μπροστά του ένα κρίσιμο καθήκον: τη θεσμική και δημοκρατική σταθερότητα της χώρας του –ένα καθήκον που εκτελεί με πολύ κουράγιο και μεγάλη αίσθηση ευθύνης».

Ισπανικά προβλήματα. Ομως τα προβλήματα για τον ευρωπαϊκό Νότο δεν φαίνεται να σταματούν στην Ιταλία. Στην Ισπανία, το ειδικό δικαστήριο έβγαλε την απόφασή του για το σκάνδαλο πολιτικής διαφθοράς Γκιουρτέλ, το μεγαλύτερο στη σύγχρονη ιστορία της χώρας: 351 χρόνια φυλάκισης σε 29 από τους 37 κατηγορουμένους. Στο εδώλιο ουσιαστικά βρέθηκε το κυβερνών Λαϊκό Κόμμα, γι’ αυτό και αμέσως μετά, ο επικεφαλής των Σοσιαλιστών Πέδρο Σάντσεθ κατέθεσε πρόταση μομφής για την κυβέρνηση μειοψηφίας του Μαριάνο Ραχόι, η οποία θα συζητηθεί Πέμπτη και Παρασκευή. Οι Ciudadanos ζητούν άμεση προσφυγή στις κάλπες, κάτι που δεν αποκλείεται ανάλογα με τις εξελίξεις.