Ο χρόνος μάς ξεπερνάει αδυσώπητα, και ό,τι χθες μπορούσε να φαντάζει επίκαιρο, αύριο εύκολα μπορεί να το έχουν σκεπάσει άλλα γεγονότα, που απωθούν παλαιότερα συμβάντα από τη μνήμη μας. Κάπως έτσι λειτουργεί ο ιστορικός χρόνος, κάπως έτσι η κυριαρχία των νοημάτων του παρόντος απωθεί τα νοήματα του παρελθόντος, ακόμα και εκείνα που είναι χρήσιμα για το σήμερα και το αύριο. Ιδίως εκείνα που είναι χρήσιμα για το σήμερα και το αύριο.

Πέρυσι τέτοια εποχή, έκτη επέτειο των γεγονότων που οδήγησαν στο «επεισόδιο Μαρφίν», στον εμπρησμό δηλαδή, αντιμετωπίζαμε την προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να σχετικοποιήσει το περιστατικό σε σχετική συζήτηση της Βουλής. Και διεκδικώντας τη μνήμη, πολεμώντας δηλαδή την προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να επιβληθεί επιλεκτική λήθη στο συγκεκριμένο περιστατικό, σημειώναμε ότι προέχει να μνημονεύουμε τα ονόματα των νεκρών εκείνης της βίας, στόχος της οποίας ήταν η δημοκρατική ομαλότητα: Αγγελική Παπαθανασοπούλου, Παρασκευή Ζούλια, Επαμεινώνδας Τσάκαλης.

Πολύ φοβάμαι, όμως, ότι από πέρυσι μέχρι φέτος, έβδομη επέτειο του οδυνηρού περιστατικού, τα πράγματα έχουν κατρακυλήσει ακόμα περισσότερο. Πλέον, έχει συμβεί κάτι περισσότερο. Τα ονόματα των τριών νεκρών θεωρείται ότι ήδη ξεχάστηκαν, η Αριστερά παραμένει ο μόνος πολιτικός χώρος που της περισσεύουν «μάρτυρες». Αλλά, όπως δείχνουν τα πράγματα, κινδυνεύουμε να ξεχαστεί συνολικά το περιστατικό. Σαν να μην έγινε τίποτα, σαν να πρόκειται για ένα συνηθισμένο επεισόδιο που προκάλεσαν οι μπαχαλάκηδες, από εκείνα για τα οποία κανείς δεν λογοδοτεί και δεν πληρώνει.

Εχει κανείς την εντύπωση ότι όλα ακολουθούν μια στρατηγική λήθης, την οποία έχουν αποδεχτεί οι πάντες –τα κόμματα, ακόμα και της ευρωπαϊκής αντιπολίτευσης, η δημοτική Αρχή (μια πλακέτα μνήμης, κύριε Καμίνη, την οφείλετε στη συλλογική μνήμη της Αθήνας), οι ομάδες πολιτών που αγωνίστηκαν για την ευρωπαϊκή δημοκρατική ταυτότητα της χώρας. Σαν να είναι κουρασμένη η κοινωνία, κι η κούρασή της αυτή, εκτός των άλλων, την αναγκάζει να παραδώσει τα σύμβολά της στον ΣΥΡΙΖΑ, που ενδυναμωμένος από τη νομή της εξουσίας συνεχίζει ακόμα να δίνει και τη μάχη των συμβόλων.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν επιθυμεί να μείνει ζωντανός ο συμβολισμός του φονικού περιστατικού της Μαρφίν. Διότι υπάρχει ο κίνδυνος να αμφισβητηθεί σοβαρά η ριζοσπαστική στρατηγική του στο όνομα της αντίθεσης στο Μνημόνιο. Σε αυτό έχει συμβάλει και η αδυναμία των διωκτικών Αρχών να ερευνήσουν το έγκλημα, να δομήσουν σοβαρό κατηγορητήριο και να οδηγήσουν την υπόθεση στη Δικαιοσύνη όπως θα άρμοζε –αντ’ αυτού, η υπόθεση έφτασε ατελώς στο δικαστήριο και, προφανώς, δεν στάθηκε δυνατόν να βρεθούν ένοχοι, οι παραπεμφθέντες αποδείχτηκαν αθώοι.

Η ανάδειξη μιας εσκεμμένης δολοφονικής ενέργειας εναντίον των εργαζομένων μιας τράπεζας στο κέντρο της Αθήνας είναι η πιο ουσιώδης κριτική στη στρατηγική του πολιτικού μηδενισμού που αποκλήθηκε αντιμνημόνιο, η οποία άλλαξε τους πολιτικούς συσχετισμούς ανασύροντας στο προσκήνιο καιροσκόπους. Καιροσκόπους που χρησιμοποίησαν για δικό τους όφελος το αντιμνημόνιο και τα συστατικά του: τον λαϊκισμό, τον εθνικισμό και ιδίως τον αντιευρωπαϊσμό, την αμφισβήτηση του κοινοβουλευτισμού, τα ψέματα και τη βία. Και τώρα επιδιώκουν τη λήθη.