Χιλιάδες Αφγανοί ελπίζουν να δικαιωθούν από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο με τους ισλαμιστές αντάρτες, την αφγανική κυβέρνηση και τον υπό τις ΗΠΑ συνασπισμό να αναμένεται να είναι στο επίκεντρο της έρευνας και πιθανών δικών.

Η εισαγγελέας του ΔΠΔ Φάτου Μπενσούντα ζήτησε από μια ομάδα δικαστών τον Νοέμβριο άδεια για να ξεκινήσει πλήρη έρευνα σχετικά με τις καταγγελίες για διάπραξη εγκλημάτων πολέμου και εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας στο Αφγανιστάν.

Η Μπενσούντα εξήγησε ότι «υπάρχει λογική βάση» στις καταγγελίες για διάπραξη εγκλημάτων από όλες τις αντιμαχόμενες πλευρές και πρόσθεσε ότι το ΔΠΔ εξετάζει τώρα τις προσφυγές που υποβλήθηκαν σε αυτό μέχρι την καταληκτική ημερομηνία της 31ης Ιανουαρίου.

«Στο Αφγανιστάν έχουμε χιλιάδες θύματα», δήλωσε ο Εχσάν Κάανε, ένας δικηγόρος που εργάζεται στην οργάνωση Transitional Justice Coordination Group, που βοήθησε τα θύματα να προετοιμάσουν τις προσφυγές.

«Οι άνθρωποι πίσω από αυτές τις φρικαλεότητες δεν είναι αντιμέτωποι με σοβαρή νομική διαδικασία στη χώρα αυτή, οπότε διαπράττουν εγκλήματα χωρίς φόβο», πρόσθεσε.

Το ΔΠΔ δεν δίνει στη δημοσιότητα λεπτομέρειες για τις προσφυγές που λαμβάνει και μόνο πολύ λίγοι άνθρωποι έχουν δηλώσει ότι έχουν καταθέσει προσφυγή. Κανείς στο Αφγανιστάν που έχει καταθέσει προσφυγή κατά των αμερικανικών δυνάμεων δεν το έχει δηλώσει δημοσίως.

Ένας άνθρωπος που μίλησε ήταν ο πολιτικός Άχμαντ Ιστσί, ο οποίος κατήγγειλε ότι ο αντιπρόεδρος του Αφγανιστάν, ο Αμπντούλ Ρασίντ Ντόστουμ, διέταξε τους άνδρες του να τον απαγάγουν, να τον χτυπήσουν και να τον κακοποιήσουν σεξουαλικά το 2016.

«Ελπίζω το ΔΠΔ να με δικαιώσει, ώστε να μπορέσω να ανακτήσω την αξιοπρέπειά μου», τόνισε ο Ιστσί στο Reuters από το καλά φυλασσόμενο γραφείο του στην Καμπούλ.

Ο Ντόστουμ, που βρίσκεται στην Τουρκία, δεν έχει κατηγορηθεί για κάποιο έγκλημα και έχει αρνηθεί τις κατηγορίες. Ωστόσο η αφγανική κυβέρνηση είχε ανακοινώσει πριν από ένα χρόνο ότι οι σωματοφύλακες του αντιπροέδρου ανακρίνονται.

Το καθεστώς της έρευνας παραμένει αδιευκρίνιστο, όμως ο Ιστσί καταγγέλλει ότι δεν έχει παρατηρήσει καμία πρόοδο.

Αφγανοί δημοσιογράφοι έχουν επίσης υποβάλει προσφυγές στο ΔΠΔ κατά των Ταλιμπάν και άλλων ανταρτών για επιθέσεις εναντίον των εργαζόμενων στον Τύπο.

Ο Μουτζίμπ Χαλβατγκάρ, επικεφαλής της οργάνωσης υπεράσπισης του Τύπου Nai, δήλωσε ότι η αποτυχία να τιμωρηθούν όσοι έχουν επιτεθεί εναντίον δημοσιογράφων τροφοδοτεί την ατιμωρησία.

Η περσινή χρονιά ήταν η πιο αιματηρή για τους δημοσιογράφους στο Αφγανιστάν, με 21 να έχουν σκοτωθεί, αύξηση σχεδόν 50% από το 2016, ενώ καταγράφηκαν ακόμη 150 άλλες υποθέσεις βίας, σύμφωνα με τον Χαλβατγκάρ.

Σε ό,τι αφορά διεθνείς δυνάμεις υπό τις ΗΠΑ που βρίσκονται στο Αφγανιστάν κατηγορούνται ότι προκάλεσαν θύματα μεταξύ των αμάχων και καταγγελίες για βασανιστήρια αιχμαλώτων.

Το ΔΠΔ έχει αναφέρει ότι υπάρχουν προκαταρκτικά στοιχεία τα οποία συνηγορούν στο ότι οι αμερικανικές δυνάμεις διέπραξαν εγκλήματα πολέμου στο Αφγανιστάν και σε κέντρα κράτησης της CIA αλλού το 2003 και το 2004.

Προηγούμενες αμερικανικές κυβερνήσεις έχουν αντιταχθεί στην έναρξη επίσημης δικαστικής έρευνας, επικαλούμενες φόβους ότι οι Αμερικανοί στρατιώτες θα βρεθούν στο στόχαστρο πολιτικά υποκινούμενων ερευνών. Ωστόσο αργότερα τάχθηκαν υπέρ κάποιων μεμονωμένων ερευνών.

Μια έρευνα του ΔΠΔ εναντίον του αμερικανικού προσωπικού θα είναι «εντελώς αθέμιτη και αδικαιολόγητη», τόνισε Αμερικανός κυβερνητικός αξιωματούχος.

Από την πλευρά της η αφγανική κυβέρνηση έχει εκφράσει τις ανησυχίες για τις επιπτώσεις των ερευνών του ΔΠΔ στη σταθερότητά του.