Μια ιστορία που ξαναζεσταίνεται σε κάθε διπλωματική και πολιτική επαφή Ελλάδας – Τουρκίας είναι αυτή των οκτώ τούρκων επίδοξων πραξικοπηματιών, οι οποίοι συνελήφθησαν στην Αλεξανδρούπολη τον Ιούλιο του 2016. Οι αποφάσεις του Συμβουλίου Εφετών και του Αρείου Πάγου, σύμφωνα με τις οποίες παραμένουν έγκλειστοι στην Ελλάδα και δεν θα εκδοθούν στην Τουρκία, ενοχλούν ιδιαιτέρως την Αγκυρα. Και όπως αναμενόταν, το ζήτημα τέθηκε μετ’ επιτάσεως από τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με τον Αλέξη Τσίπρα να δίνει μια μάλλον διπλωματική και συμβιβαστική απάντηση, αλλά να κλείνει εν τοις πράγμασι την πόρτα στην τουρκική αξίωση για παράδοσή τους.

Το ζήτημα εξακολουθεί έτσι να αποτελεί ένα σημείο τριβής ανάμεσα στην Αθήνα και την Αγκυρα. Πρέπει μάλιστα να σημειωθεί ότι δεν ήταν καν η πρώτη φορά που τέθηκε σε υψηλό επίπεδο: ο τούρκος πρόεδρος το είχε θέσει στον έλληνα Πρωθυπουργό κατά τη συνάντησή τους στο Πεκίνο, τον περασμένο Μάιο. Η τύχη μάλιστα των οκτώ αξιωματικών που αυτομόλησαν στον Εβρο, αιτούμενοι πολιτικού ασύλου από την Ελλάδα, μονοπώλησε τη συζήτηση ανάμεσα στους δύο ηγέτες. Η ελληνική απάντηση, διά στόματος Τσίπρα, ήταν ξανά πως το ζήτημα αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα της Δικαιοσύνης.

Κατά τις χθεσινές δηλώσεις του, ο Πρωθυπουργός κινήθηκε στους ίδιους άξονες. Φρόντισε όμως να λειάνει τις γωνίες της τοποθέτησής του και να ικανοποιήσει τον συνομιλητή του ως προς το ότι η Ελλάδα δεν στηρίζει ούτε δέχεται πραξικοπηματίες στο έδαφός της, όπως είπε χαρακτηριστικά. Συγκεκριμένα, τόνισε: «Βασική αξία της Ελλάδας είναι ο σεβασμός της δημοκρατικής διαδικασίας. Είναι η χώρα της Δημοκρατίας και της ελευθερίας. Δεν στηρίζουμε πραξικοπηματίες, αλλά είμαστε ευρωπαϊκή χώρα, κράτος δικαίου που σέβεται τη διάκριση των εξουσιών». Για να καταλήξει χαρακτηριστικά: «Σεβόμαστε απολύτως τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης».

Ο Τσίπρας επανήλθε στο θέμα αργότερα, επαναλαμβάνοντας πως «η Ελλάδα, ως δημοκρατικός λαός, δεν μπορεί παρά να στηρίζει τις δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις και είναι αντίθετη σε όποια προσπάθεια κατάλυσης της δημοκρατίας». Και κατέληξε λέγοντας πως «η ελληνική Δικαιοσύνη θα πράξει τα δέοντα, ώστε οι άνθρωποι αυτοί να έχουν μια δίκαιη δίκη» (σ.σ.: μολονότι η υπόθεσή τους έχει κριθεί οριστικά).

Χαμήλωσε τους τόνους. Από τη δική του πλευρά, ο τούρκος πρόεδρος μπορεί να χαμήλωσε εμφανώς τους τόνους σε σχέση με όσα είχε πει στην προχθεσινή συνέντευξή του στον Σκάι περί της ανάγκης η εκτελεστική εξουσία να παρακάμψει τη Δικαιοσύνη και στην πράξη να καταργήσει τους δικαστές, αλλά επέμεινε στο αίτημά του, νιώθοντας μάλιστα την ανάγκη να τονίσει πως θα έχουν μια δίκαιη δίκη. Τι είπε συγκεκριμένα; «Οι πραξικοπηματίες είναι δυνατόν να επιστραφούν στην Τουρκία, μία χώρα που έχει καταργήσει τη θανατική ποινή. Δεν γίνονται βασανιστήρια και πιστεύω ότι η ελληνική Δικαιοσύνη θα εισακούσει την έκκληση», δήλωσε ο Ερντογάν.

Μολαταύτα, ο τούρκος πρόεδρος, εμφανώς απογοητευμένος, απέφυγε να επανέλθει στο ζήτημα όταν άκουσε τον έλληνα Πρωθυπουργό να απαντά για μία ακόμη φορά πως δεν μπορεί να παρέμβει στις αποφάσεις της Δικαιοσύνης.