Φάνταζε άπιαστο όνειρο, σχεδόν απατηλό. Ποιος θα τολμούσε άλλωστε να εκστομίσει πριν από το Euro του 2004 ότι η Ελλάδα επρόκειτο να αναδειχθεί πρωταθλήτρια Ευρώπης; Oύτε καν για αστείο δεν μπορούσε να ειπωθεί κάτι τέτοιο. Κι όμως στις 4 Ιουλίου ολοκληρώθηκε το θαύμα των θαυμάτων, που όμοιό του δεν ξανάζησε το παγκόσμιο ποδόσφαιρο σε επίπεδο εθνικών ομάδων. Ενας ξεροκέφαλος αλλά ιδιοφυής γερμανός προπονητής, ο Οτο Ρεχάγκελ, και μια παρέα εξαιρετικών ελλήνων ποδοσφαιριστών πέτυχαν το αδιανόητο, το ασύλληπτο, το απίθανο. Μοιάζει σαν χθες, αλλά πέρασαν 13 χρόνια από την εποποιία της Πορτογαλίας, τότε που όλοι θεωρούσαν πως εκείνη η επιτυχία θα έδινε το έναυσμα για την άνοιξη του ελληνικού ποδοσφαίρου. «Ο κόσμος άλλαξε. Το ελληνικό ποδόσφαιρο όμως δυστυχώς δεν άλλαξε» δήλωσε με παράπονο στα «ΝΕΑ» ο Κώστας Κατσουράνης, εκ των μεγάλων πρωταγωνιστών της ανεπανάληπτης πορείας μέχρι την κορυφή της Ευρώπης.

Πριν από 13 χρόνια, πολλοί – σχεδόν όλοι – ήλπιζαν σε ανάπτυξη του ελληνικού ποδοσφαίρου. Κάτι όμως που εν τέλει δεν συνέβη. Ποια είναι η εξήγηση που δίνετε;

Εμείς πήραμε το Euro, αλλά δυστυχώς δεν μπορέσαμε να αλλάξουμε το ποδόσφαιρό μας. Πρόκειται για μια αποτυχία του ελληνικού ποδοσφαίρου γιατί δεν καταφέραμε να επενδύσουμε σε αυτή τη μεγάλη επιτυχία. Προφανώς δεν ευθυνόμαστε εμείς οι παίκτες γι’ αυτό αλλά οι αρμόδιοι, εκείνοι που κρατούσαν και κρατούν τις τύχες του στα χέρια τους. Το χειρότερο όλων όμως είναι πως σήμερα το ελληνικό ποδόσφαιρο βρίσκεται σε χειρότερη κατάσταση συγκριτικά με το 2004»

Πού το αποδίδετε αυτό;

«Κατ’ αρχάς, είναι πολύ λίγοι πια οι έλληνες διεθνείς ποδοσφαιριστές που αγωνίζονται στο ελληνικό πρωτάθλημα. Οι περισσότεροι ξένοι παίκτες είναι μέτριοι και χαμηλού επιπέδου. Ακόμη και από τις ακαδημίες, όμως, δεν παράγονται παίκτες παρά μόνο περιστασιακά. Μεμονωμένα βγαίνουν κάποια ταλέντα χωρίς σχεδιασμό. Οσο για τα γήπεδα; Μια από τα ίδια. Είμαστε η μοναδική χώρα στον κόσμο που δεν έχει φτιάξει ούτε ένα γήπεδο ποδοσφαίρου μετά το 2004.

Οφέλη υπήρξαν;

Αναμφίβολα ο έλληνας ποδοσφαιριστής βγήκε ωφελημένος. Ανοιξαν οι πόρτες και οι ευρωπαϊκές ομάδες άρχισαν να εμπιστεύονται περισσότερο και να δίνουν ευκαιρίες στους Ελληνες. Και η Εθνική είχε κέρδος γιατί, με αφετηρία την επιτυχία του 2004, βρήκε μια ταυτότητα και μέχρι σήμερα βρίσκεται σε πολύ υψηλό επίπεδο.

Υπάρχει ακόμη και σήμερα η άποψη πως εκείνο το καλοκαίρι η Εθνική ήταν τυχερή. Αρκεί η τύχη για να κατακτηθεί ένα μεγάλο τουρνουά;

Δεν ήταν τυχαίο, εκείνη τη στιγμή που συνέβη, ότι κατακτήσαμε το Euro. Ούτε ότι νικήσαμε δύο φορές την Πορτογαλία στην έδρα της, στην πρεμιέρα και στον τελικό της διοργάνωσης. Ημασταν πιο ομάδα από τους Πορτογάλους. Μπορεί μεμονωμένα να είχαν καλύτερους παίκτες, εμείς όμως ήμασταν ο ορισμός της ομάδας. Θεωρώ ότι σε εκείνο το τουρνουά εμείς και οι Τσέχοι είχαμε, ως σύνολο, τις καλύτερες ομάδες.

Ηταν η ομαδικότητα το κλειδί για την επιτυχία;

Επί 40 μέρες ήμασταν όλοι μια πολύ δεμένη οικογένεια. Κι αυτό δεν είναι υπερβολή. Μπαίναμε στα ματς χωρίς άγχος και χωρίς φόβο. Αυτό που έχω κρατήσει περισσότερο στο μυαλό μου είναι πως υπήρχε μεγάλος σεβασμός και εκτίμηση για τον συμπαίκτη μας και πιστεύαμε πολύ στις δυνατότητες του διπλανού μας. Παίζαμε όλοι για έναν και ένας για όλους. Θεωρώ πως αυτό ήταν το πιο σημαντικό στοιχείο που μας οδήγησε στο Euro.

«Οταν φτάσαμε στην Αθήνα, καταλάβαμε!»

«Ολα όσα ζήσαμε στην Πορτογαλία ήταν πολύ έντονα. Νομίζω όμως ότι όλοι μας αντιληφθήκαμε τι πραγματικά πετύχαμε όταν φτάσαμε στην Αθήνα. Ηταν κάτι το ανεπανάληπτο, κάτι το αξέχαστο. Κάναμε πολλές ώρες για να φτάσουμε στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Η παρουσία του κόσμου ήταν συγκλονιστική».