Οι υπογράφοντες δικαστικοί λειτουργοί, καθώς και καθηγητές Δημοσίου Δικαίου και Πολιτικής Επιστήμης, αισθανόμαστε την ανάγκη να γνωστοποιήσουμε την ανησυχία μας για μια ασάφεια του θεσμικού υποστρώματος της δημόσιας ζωής, η οποία, υπό προϋποθέσεις, θα μπορούσε να προξενήσει μείζονες παρενέργειες, με άδηλες ευρύτερες συνέπειες στην ομαλή λειτουργία του πολιτικού μας συστήματος.

Ως γνωστόν, η πρόβλεψη του ισχύοντος εκλογικού νόμου περί διεξαγωγής εκλογών με κλειστή δεσμευτική λίστα –δηλαδή χωρίς σταυρό προτίμησης -, εφόσον αυτές διεξάγονται εντός 18μηνου από τις προηγούμενες, έχει βαθιά διχάσει την επιστημονική κοινότητα της χώρας: η μεν γραμματική ερμηνεία οδηγεί στην άποψη πως η αφετηρία του 18μηνου βρίσκεται στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, ενώ η προσέγγιση που βασίζεται στη λεγόμενη τελολογική ερμηνεία καταλήγει στο συμπέρασμα πως ως αφετηρία πρέπει να θεωρηθούν εκείνες του Ιανουαρίου του ιδίου έτους.

Εφόσον, λοιπόν, ο τόπος οδηγηθεί σε νέες εθνικές εκλογές μέχρι τα τέλη περίπου του προσεχούς Μαρτίου, κάτι για το οποίο δεν λείπουν ολοσχερώς οι ενδείξεις, ελλείψει Συνταγματικού Δικαστηρίου, το ΑΕΔ, λειτουργούν ως εκλογοδικείο, θα κληθεί να προσδιορίσει εκ των υστέρων την άποψη που θα κατισχύσει. Πιθανολογούμε, βέβαια, πως εφόσον όλα τα κόμματα, ενδεχομένως εναρμονιζόμενα ομοφώνως με την υπουργική εγκύκλιο που θα εκδοθεί, καταρτίσουν εκλογικούς συνδυασμούς ενστερνιζόμενα την ίδια ερμηνεία, τη μια ή την άλλη αδιάφορο, τότε το ανώτατο δικαστήριο δύσκολα θα ακυρώσει την εκλογική διαδικασία, όποια και αν είναι η κατά συνείδηση νομική/επιστημονική άποψη των μελών του. Αν, όμως, κάποια από τα κόμματα κατατάξουν τους υποψηφίους τους στους εκλογικούς του συνδυασμούς με σειρά εκλογιμότητας, κάποια δε άλλα (έχοντα ενδεχομένως διαφορετική εκτίμηση για το πολιτικώς συμφέρον) καταρτίσουν καταλόγους υποψηφίων με αλφαβητική σειρά, εναποθέτοντα στους εκλογείς την ευθύνη να προσδιορίσουν αυτοί, διά της σταυροδοσίας, τη σειρά εκλογιμότητας, τότε δυσκολευόμαστε να φανταστούμε πώς μπορεί να αποτραπεί η ολική ακύρωση των εκλογών.

Στην περίπτωση, δε, αυτή της ακύρωσης, θα προκύψει πάραυτα νέα νομική αντιδικία/διχογνωμία, δυνητικά επίσης παραγωγός κινδύνων και προβλημάτων: οι εκλογές, οι οποίες θα διεξαχθούν εκ νέου στη συνέχεια, θα θεωρηθούν άραγε ως οι πρώτες που διεξάγονται μετά την ψήφιση του νόμου περί απλής αναλογικής (με την έννοια πως η ακυρωτική απόφαση του ΑΕΠ εξαφανίζει ως νομικό γεγονός τις προηγούμενες εκλογές), οπότε οι νέες θα πρέπει να γίνουν με τη σήμερα ισχύουσα πρόβλεψη των 50 πλειοψηφικών εδρών για το πρώτο κόμμα; Ή, αντίθετα, θα θεωρηθούν δεύτερες εκλογές, οπότε θα διεξαχθούν με το προσφάτως ψηφισθέν ολοσχερώς αναλογικό εκλογικό σύστημα;

Θεωρώντας, λοιπόν, πως το τελευταίο που χρειάζεται σήμερα η χώρα μας είναι, στα τόσα προβλήματά της, να προστεθεί μια παρατεταμένη περίοδος κυβερνητικής και πολιτικής ρευστότητας, ανασφάλειας και αστάθειας, κάνουμε έκκληση στους πολιτικούς και πολιτειακούς υπευθύνους να φροντίσουν για την έγκαιρη, διά νόμου, αποσαφήνιση του ζητήματος, που θα μπορούσε να παραγάγει περισσότερα θέματα από όσα εκ πρώτης όψεως θα μπορούσε κανείς να φανταστεί.

Ο Γιώργος Γεραπετρίτης είναι αναπληρωτής καθηγητής, ο Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι καθηγητής, η Μαριλένα Κοππά είναι επίκουρος καθηγήτρια, η Ισμήνη Κριάρη είναι πρύτανις του Παντείου, ο Κώστας Μενουδάκος είναι επί τιμή πρόεδρος του ΣτΕ, ο Κώστας Λάβδας είναι καθηγητής, ο Πάνος Λαζαράτος είναι καθηγητής και ο Γιώργος Παγουλάτος είναι καθηγητής