Η αιγυπτιακή δικαιοσύνη διέταξε το Σάββατο το πάγωμα των περιουσιακών στοιχείων πέντε διακεκριμένων υποστηρικτών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων καθώς και τριών μη κυβερνητικών οργανώσεων στο πλαίσιο μεγάλης έρευνας που αφορά τις χρηματοδοτήσεις από το εξωτερικό της κοινωνίας των πολιτών.

Είναι η τελευταία εξέλιξη της έρευνας που άρχισε το 2011 – μετά την εξέγερση κατά την οποία εκδιώχθηκε ο Χόσνι Μουμπάρακ από την εξουσία – στην οποία οι ΜΚΟ κατηγορούνται ότι λαμβάνουν χρήματα από το εξωτερικό για να σπείρουν το χάος. Η έρευνα έχει οδηγήσει σε ποινές φυλάκισης και αναγκάσει διάφορες μη κυβερνητικές οργανώσεις να σταματήσουν τη δράση τους στην Αίγυπτο, προκαλώντας θύελλα αντιδράσεων διεθνώς.

Δικαστήριο του Καΐρου έκανε δεκτό το εισαγγελικό αίτημα για πάγωμα των περιουσιακών στοιχείων διαφόρων υποστηρικτών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σύμφωνα με εκπρόσωπο του δικαστηρίου και τον δικηγόρο ενός εκ των κατηγορουμένων. Η απόφαση αφορά τον Χοσάμ Μπάχγκατ, δημοσιογράφο και ιδρυτή της Αιγυπτιακής Πρωτοβουλίας για τα Ατομικά Δικαιώματα (EIPR) και τον Γκαμάλ ‘Ειντ, διάσημο δικηγόρο που διευθύνει το αραβικό Δίκτυο Ενημέρωσης για τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Ο Μπαχέι ελ-Ντιν-Χάσαν, ιδρυτής και διευθυντής του Ινστιτούτου του Καΐρου για τις μελέτες ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ο Μουστάφα αλ-Χάσαν, διευθυντής του Κέντρου Δικαίου Χισάμ Μουμπάρακ και ο ‘Αμπντελ Χαφίζ Τάγελ, διευθυντής του αιγυπτιακού κέντρου για το δικαίωμα στην εκπαίδευση, είναι – όπως και οι οργανώσεις τους – μεταξύ αυτών, τους οποίους αφορά η απόφαση.

Σε ανακοίνωσή της, η Διεθνής Αμνηστία κατήγγειλε τη δικαστική απόφαση καλώντας τις «αιγυπτιακές αρχές να σταματήσουν τις οχλήσεις προς αυτούς τους υπέρμαχους των ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Πολλές διεθνείς οργανώσεις κατηγορούν τον πρόεδρο ‘Αμπντελ Φάταχ αλ-Σίσι ότι ηγείται ενός υπεραυταρχικού καθεστώτος.