Παλεύοντας να διατηρήσει τον προεδρικό θώκο η Ντίλμα Ρουσέφ, που έχει απομακρυνθεί προσωρινά από την προεδρία, δήλωσε χθες στους γερουσιαστές ότι οι κατηγορίες εναντίον της δεν ισχύουν και ότι η Ιστορία θα τους επικρίνει αν την εκδιώξουν από την προεδρία της Βραζιλίας. Καθώς η διαδικασία για την αποπομπή της Ρουσέφ αναμένεται να ολοκληρωθεί σύντομα, η πληγή που έχει αφήσει η εννεάμηνη διαδικασία προκαλεί το μεγάλο ερώτημα: έχει διαλυθεί το πολιτικό σύστημα της μεγαλύτερης χώρας της Λατινικής Αμερικής;

Η τελευταία φάση της δίκης της αριστερής προέδρου στο Κογκρέσο, με τις κατηγορίες ότι αλλοίωσε στοιχεία του προϋπολογισμού, που ξεκίνησε την Πέμπτη, ήταν γεμάτη από φραστικές αντιπαραθέσεις μεταξύ γερουσιαστών από αντίπαλα κόμματα –τόσο έντονες που χρειάσθηκε αρκετές φορές να διακοπεί η συνεδρίαση ώστε να ηρεμήσουν τα πνεύματα.

Η Ρουσέφ εμφανίστηκε χθες μπροστά στους γερουσιαστές για να υπερασπιστεί τον εαυτό της και τη δεύτερη θητεία της. «Ξέρω ότι θα με κρίνετε, μα εγώ έχω τη συνείδησή μου καθαρή. Δεν έκανα κάποιο έγκλημα» είπε και τους υπενθύμισε ότι επανεξελέγη το 2014 λαμβάνοντας περισσότερες από 54 εκατ. ψήφους. Είπε πως ανά πάσα στιγμή τηρούσε το Σύνταγμα και έκανε ό,τι ήταν καλύτερο για τη χώρα. «Δεν μπορώ να γευθώ την πικρία της αδικίας σε αυτή τη διαδικασία» είπε, καταγγέλλοντάς την ως «πραξικόπημα». Μάλιστα χαρακτήρισε «ειρωνεία της ιστορίας» το γεγονός ότι δικάζεται για εγκλήματα που δεν διέπραξε, από ανθρώπους που κατηγορούνται για σοβαρά εγκλήματα, αναφερόμενη σε σκάνδαλα που αφορούν μέλη της Γερουσίας.

Κατά τη διάρκεια της 30λεπτης ομιλίας της η Ρουσέφ υποστήριξε ότι στις αρχές του 2015 η αντιπολίτευση στο Κογκρέσο άρχισε να δημιουργεί κλίμα αστάθειας, με την άρνησή της να διαπραγματευθεί και να ρίχνει «δημοσιονομικές βόμβες» βλέποντας τη μείωση των εσόδων. Η διαδικασία παραπομπής, ανέφερε, συνέβαλε στην ύφεση της μεγαλύτερης οικονομίας της Λατινικής Αμερικής, χαρακτηρίζοντας σφετεριστή τον υπηρεσιακό πρόεδρο (και πρώην δικό της αντιπρόεδρο) Μισέλ Τεμέρ. Ο Τεμέρ ανέλαβε τον Μάιο όταν η Γερουσία ψήφισε υπέρ της παραπομπής της Ρουσέφ και την απομάκρυνε για 180 ημέρες. Το υπουργικό συμβούλιό του απαρτίζεται αποκλειστικά από λευκούς άνδρες, κάτι το οποίο επίσης κατήγγειλε η Ρουσέφ αναφέροντας ότι οι ψηφοφόροι μιας χώρας που αποτελείται κατά 50% από μη λευκούς δεν θα ψήφιζαν ποτέ τον Τεμέρ.

Οι αναλυτές όμως ανησυχούν για το ότι η διαδικασία παραπομπής έχει αφήσει ακυβέρνητη μια από τις μεγαλύτερες αναδυόμενες οικονομίες του κόσμου εδώ και σχεδόν έναν χρόνο, ενώ η Βραζιλία ζει τη χειρότερη περίοδο ύφεσης στην ιστορία της. Κάποιοι μάλιστα αναφέρουν το παράδειγμα της Βρετανίας, το κοινοβουλευτικό σύστημα της οποίας επέτρεψε την άμεση αντικατάσταση του Ντέιβιντ Κάμερον στην πρωθυπουργία από την Τερίζα Μέι, μετά την ήττα του στο δημοψήφισμα για το Brexit.

Η Γερουσία αναμένεται να ολοκληρώσει το τελικό στάδιο της παραπομπής με ψηφοφορία σήμερα. Εάν τα 2/3, δηλαδή 54 και άνω, των 81 γερουσιαστών υποστηρίξουν τη διαδικασία η Ρουσέφ θα αντικατασταθεί και επισήμως από τον Τεμέρ, ο οποίος θα παραμείνει στον προεδρικό θώκο μέχρι τις επόμενες προγραμματισμένες εκλογές το 2018.

Η βουλγαρικής καταγωγής Ρουσέφ είναι η δεύτερη περίπτωση ηγέτη της Βραζιλίας που αντιμετωπίζει διαδικασία παραπομπής από το τέλος της στρατιωτικής δικτατορίας και την επιστροφή της χώρας στη δημοκρατία, εδώ και 28 χρόνια. Επιλογή του δημοφιλούς προκατόχου της Λούλα ντα Σίλβα, ιδρυτή του αριστερού Εργατικού Κόμματος, η Ρουσέφ ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας της μεταξύ 2011 και 2014. Τα ποσοστά δημοτικότητάς της έπεσαν κατακόρυφα όταν ξέσπασε το μεγάλο σκάνδαλο διαφθοράς της κρατικής εταιρείας πετρελαίου Petrobras και η χώρα βυθίστηκε στην ύφεση. Την περασμένη εβδομάδα η ομοσπονδιακή αστυνομία παρέπεμψε σε δίκη τον Λούλα με την κατηγορία ότι δεχόταν δώρα από επιχειρηματίες που έκλειναν συμβόλαια με την Petrobras, κάποιοι εκ των οποίων έχουν καταδικαστεί ότι έδιναν μίζες σε μέλη της πρώην κυβέρνησης του Λούλα.

Το Εργατικό Κόμμα έκανε λόγο από την πρώτη στιγμή για πραξικόπημα. Αν όμως η Βραζιλία είχε κοινοβουλευτική δημοκρατία, η Ρουσέφ θα είχε απομακρυνθεί με μια απλή πρόταση μομφής εδώ και μήνες. Γι’ αυτό και πολλοί αναλυτές αλλά και πολιτικοί αναρωτιούνται τώρα στον δημόσιο διάλογο αν ένα κοινοβουλευτικό σύστημα θα εξυπηρετούσε καλύτερα τα συμφέροντα της χώρας. «Αυτή η συζήτηση επιστρέφει κάθε φορά που έχουμε πολιτική κρίση» σχολιάζει ο Κάρλος Περέιρα, αναλυτής σε Ινστιτούτο του Ρίο ντε Ζανέιρο.