ΜΟΛΥΒΟΣ

Η κλασική μουσική στο πάρτι ενός κλαμπ!

Παρακολουθήσαμε τις συναυλίες που έδωσαν είκοσι σολίστ από την αφρόκρεμα του είδους στο μεσαιωνικό κάστρο, στο λιμάνι και στα καλντερίμια της πόλης

Μπορεί σε πολλές περιοχές του κόσμου να ορθώνονται τείχη αλλά στον Μόλυβο από τις 16 έως τις 19 Αυγούστου χτίστηκαν γέφυρες χάρη στη μουσική. Από το Διεθνές Φεστιβάλ Μουσικής της πόλης είκοσι νεαροί σολίστ από την αφρόκρεμα της ευρωπαϊκής κλασικής σκηνής έστειλαν συμβολικό μήνυμα αρμονικής συνύπαρξης. Οι μελωδίες τους που πλανήθηκαν από τον χώρο του μεσαιωνικού κάστρου μέχρι τις παραλίες και τα καλντερίμια κέντρισαν το ενδιαφέρον των επισκεπτών και των κατοίκων και λειτούργησαν έστω και για λίγο σαν βάλσαμο στις πληγές που έχουν ανοίξει στο νησί λόγω της προσφυγικής κρίσης.

Υπό το φως των σημερινών προκλήσεων, η φετινή δεύτερη διοργάνωση είχε τον τίτλο «Σταυροδρόμια». Στις πέντε συναυλίες παρουσιάστηκαν έργα από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα που φώτιζαν με διαφορετικό τρόπο το καθένα τα διάφορα επίπεδα της θεματικής. Στην πρεμιέρα του φεστιβάλ που έστησαν οι καλλιτεχνικές διευθύντριες, ελληνογερμανίδες πιανίστριες Δανάη και Κυβέλη Ντέρκεν, με τον συνομήλικό τους επιχειρηματία Δημήτρη Τρύφων η θεματική «Νότος – Φωτιά» έδεσε με τις μελωδίες των Αλμπινιόνι, Μότσαρτ, Βάινμπεργκ και Σκαλκώτα. Η δυναμική ερμηνεία του πιανίστα Λαρς Φογκτ, τακτικού συνεργάτη της Φιλαρμονικής του Βερολίνου και κεντρικού καλεσμένου μουσικού στον Μόλυβο, στο έργο «Ντούμκι» του Ντβόρζακ, αγκάλιασε τους ήχους απ’ το βιολί και το βιολοντσέλο, δημιουργώντας ένα ωραίο σύνολο.

Το δεύτερο κοντσέρτο «Ανατολή – Γη» με έργα των Χόχμαν, Γκλίνκα, Αζμέχ χαρακτηρίστηκε από έξυπνες ερμηνείες των σολίστ με πνευστά. Οι πινελιές στις μελωδίες από τα βιολιά αλλά πολύ περισσότερο από το μαντολίνο του Αλόν Σαριέλ άφησαν μια ωραία γεύση στους θεατές που πέρασαν την πόρτα του Συνεδριακού Κέντρου. Το βράδυ ακολούθησε η συναυλία «Δύση – Νερό», με συνθέσεις των Μπάρτοκ, Μπάρμπερ και Μότσαρτ. Οι παραδοσιακές μελωδίες ρουμάνικων χορών μπλέχτηκαν με τις κλασικές ερμηνείες από το πιάνο, τα βιολιά και τα βιολοντσέλα, οδηγώντας στη σκηνή ένα τσιγγάνικο θέαμα, που διατηρούσε ωστόσο τις αναλογίες των συμφωνικών μέτρων.

ΚΛΑΜΠΙΝΓΚ. Οι ρυθμοί ανέβηκαν για τα καλά στο δεύτερο μέρος της βραδιάς με τον τίτλο «Η κλασική πάει κλάμπινγκ» και το στυλιζαρισμένο κοντσέρτο έδωσε τη θέση του σ’ ένα ξέφρενο πάρτι. Γνωστές επιτυχίες από διαφορετικά είδη, από την τζαζ και τη λάτιν ώς το ροκ, διασκευάστηκαν από τους σολίστ που απέδειξαν περίτρανα ότι τα όρια της μουσικής τις περισσότερες φορές βρίσκονται στο μυαλό των ανθρώπων της. Το κλείσιμο της αυλαίας βρήκε τους νεαρούς καλλιτέχνες να χορεύουν επί σκηνής, ροκάροντας με το «Highway to Ηell» και το κοινό που είχε ακροβολιστεί στις πολεμίστρες, στην πλατεία και στους τοίχους του κάστρου ν’ αφήνουν τις θέσεις τους για να πάρουν μέρος με παλαμάκια και ζητωκραυγές στη γιορτή.

Στην προτελευταία παράσταση «Βορράς – Αέρα», υπό το φως της πανσελήνου μετά το κομμάτι «Neveser 14» του Ντέιλι, η ελευθερία της παρτιτούρας που δεν περιλαμβάνει συγκεκριμένους συνδυασμούς οργάνων έφερε στη σκηνή το μαντολίνο, το φαγκότο, το φλάουτο και το βιολί για μια γρήγορη ερμηνεία. Ωστόσο, ο ήχος από το πιάνο του Φογκτ που ακολούθησε στη σύνθεση του Ντβόρζακ μαζί με το βιολί, τη βιόλα και το βιολοντσέλο άγγιξε τις ευαίσθητες χορδές του κοινού, προκαλώντας συναισθήματα θλίψης και νοσταλγίας που ξεθώριασαν εντέλει χάρη στα δυναμικά ενδιάμεσα στοιχεία. Η βραδιά έκλεισε με την ερμηνεία στο πιάνο των αδελφών Ντέρκεν σ’ ένα απ’ το πιο σημαντικά κλασικά έργα, την «Ιεροτελεστία της άνοιξης» του Στραβίνσκι που, παρά τις αδυναμίες, άξιζε να παρουσιαστεί στον κόσμο.

Η αυλαία του φεστιβάλ έπεσε με μελωδίες των Ντάντσι, Μπραμς και Λάχνερ και τον ζεστό ήχο των εγχόρδων να αναμειγνύεται με το πιάνο και τα πνευστά, δημιουργώντας άλλοτε αισθήματα αισιοδοξίας κι άλλοτε περισσότερο εσωτερισμό. Το τελευταίο χειροκρότημα πήρε το έργο της ελληνοαμερικανίδας συνθέτριας Αθηνάς Αδαμοπούλου «Στο σταυροδρόμι», που ήταν η ειδική ανάθεση για τη φετινή διοργάνωση. Επηρεασμένη από το πέρασμα των προσφύγων από την Ανατολή στη Δύση, προσπάθησε να αναπαραστήσει με τους ήχους της τα συναισθήματα που δημιουργούνται στον άνθρωπο τη στιγμή που βρίσκεται μπροστά σ’ ένα σταυροδρόμι. Γι’ αυτό, και τα σωστά δουλεμένα μέλη του αποτελούνταν από δυνατές στιγμές που ζωντάνευαν το άγχος και την αγωνία και από πιο μελωδικές που βύθιζαν στη θλίψη και την απογοήτευση. Ο Λαρς Φογκτ που διηύθυνε το σύνολο των σολίστ στη σκηνή φρόντισε να τονίσει αυτές τις μεταβάσεις.

ΠΑΙΔΙΚΗ ΣΥΝΑΥΛΙΑ. Στις ιδιαίτερες στιγμές του φεστιβάλ ήταν η παιδική συναυλία το δειλινό της Πέμπτης στο Κάστρο του Μολύβου που ανέδειξε τις ερμηνείες του Ελευθέριου και του Κωνσταντίνου Κακάμπουρα – Αλεξόπουλου στο πιάνο. Τα δυο παιδιά επιλέχθηκαν από το εκπαιδευτικό πρόγραμμα «Μουσικό κλειδί» που πραγματοποιήθηκε τη χειμερινή σεζόν στα σχολεία της Λέσβου. Ωστόσο, το ενδιαφέρον των λιλιπούτειων θεατών κέντρισαν τα πνευστά όργανα των μουσικών που κατέβηκαν από τη σκηνή για να τα δοκιμάσουν, βγάζοντας άλλοτε ξέπνοους ήχους κι άλλοτε δυνατούς βόμβους. Το αλατοπίπερο που έδωσε το κάτι παραπάνω ήταν οι μουσικές στιγμές που στήθηκαν στα διάφορα σημεία της πόλης του Μολύβου. Οι καλλιτέχνες που το βράδυ θα πατούσαν τη σκηνή με το επίσημο ύφος τους τα μεσημέρια φορούσαν μαγιό, σαγονιάρες και γυαλιά ηλίου για να παίξουν σκόρπιες μελωδίες από παρτιτούρες που στο πίσω φύλλο τους είχαν μενού εστιατορίων. Ρίχνοντας το τυράκι για να τραβήξουν το κοινό στα κεντρικά κοντσέρτα, έστηναν σύντομα πρελούδια μπροστά από χταπόδια που λιάζονταν, στην άμμο, στις ανηφοριές και στα μπιτς μπαρ, αποσπώντας το αυθόρμητο χειροκρότημα των περαστικών. Σαν κι εκείνο που άξιζε στα γελαστά μαθητόπαιδα που ήταν οι εθελοντές των ημερών και στα ευγενικά πρόσωπα των ανθρώπων της διοργάνωσης.

ΑΝΔΡΟΣ

Πουέντ σε κυκλαδίτικο σοκάκι

Μερικές φορές αρκεί ένα γκαλά σε ένα νησί του Αιγαίου με καλλιτέχνες της Οπερας του Παρισιού για να καταλάβεις τι σχέση έχει το κλασικό ή το σύγχρονο μπαλέτο με μια χώρα σε καλοκαιρινές διακοπές

Μια επιλογή ήταν να παρατηρήσεις τον κόσμο στο νησί: τόπος καπεταναίων, με τις «εννιά στις δέκα οικογένειες να έχουν περάσει από τη θάλασσα», με κάποιους τουρίστες να έρχονται «για να δουν πού γυρίστηκε η «Μικρά Αγγλία»», η φιλότεχνη Ανδρος φιλοξενούσε εκείνες τις μέρες επισκέπτες με καθωσπρέπει τρόπους, ενδιαφέρον για τα εικαστικά και, σύμφωνα με την τελική εκτίμηση ενός ντόπιου αυτοκινητιστή, με σταθερή παρουσία στο φεστιβάλ. Ποιο φεστιβάλ; Το Διεθνές Φεστιβάλ Ανδρου φυσικά, που στη δεύτερή του διοργάνωση περηφανευόταν ήδη για συναυλίες σαν της Μαρίας Φαραντούρη και παραστάσεις όπως η «Λυσιστράτη» του Εθνικού. Το βράδυ που καλλιτέχνες της Οπερας του Παρισιού θα παρουσίαζαν στο πλαίσιό του ένα μουσικοχορευτικό γκαλά έμοιαζε επίσης πετυχημένο: το νεόδμητο θέατρο, πετρόκτιστο και μάλλον ενθυμητικό άλλων («σαν μικρό Ηρώδειο» έλεγαν δυο καλοστεκούμενες φίλες), χορηγία του εφοπλιστή Αλκιβιάδη Τάττου, γέμιζε γρήγορα με παρέες που μιλούσαν αγγλικά, καραβοκύρηδες με πουλοβεράκια στην πλάτη ή ντόπιους άρχοντες και αρχόντισσες. Καλωσορίστηκαν από τον Παντελή Βούλγαρη, καλλιτεχνικό διευθυντή, που ευχαρίστησε όσους έπρεπε και έκανε αστειευόμενος και μια ομολογία: «Βλέποντας τη χθεσινή πρόβα, κατάλαβα πόσο ωραίο πράγμα είναι ο χορός. Αν και μάλλον αργά το θυμήθηκα».

Μια άλλη επιλογή ήταν να επικεντρωθείς στο γκαλά. Σκηνοθετημένο έτσι ώστε να παρουσιάζει τις ρίζες της παράδοσης του μπαλέτου ή να αναδεικνύει την κληρονομιά των Ballet Russes, του θιάσου που στις αρχές του 20ού αιώνα έβγαλε το μπαλέτο στο ευρύ κοινό, ξεκίνησε με ένα πρελούδιο ονόματι «Genesis», αρκετό για να μαγνητίσει μάτια και αφτιά. Μια εξομοίωση μαθήματος χορού, με δύο μπάρες μπαλέτου επί σκηνής, δεν θύμιζε τόσο επίδειξη γυμναστικής όσο αισθητικοποιημένη άσκηση από κορμιά δυνατά και χαριτωμένα –σαν μηχανές με αίμα και οστά. Η σύνθεση «Coeur!» είχε και μερικά ανατολίτικα μπαχαρικά, ενώ το pas de deux, καθώς λέγεται, στο έργο «Caspian Suite» έμοιαζε με το χορευτικό ισοδύναμο ενός έρωτα που πότε ελκύει τα δυο μέρη, πότε τα απωθεί. Το πρώτο «μπράβο» ακούστηκε εδώ, όχι όμως ότι το κοινό δεν χειροκρότησε και το «Waltz of Guests», από το τρίτο μέρος, με τίτλο «Médianoche»: πιο παιχνιδιάρης ο ένας χορευτής, πιο σοβαρός ο άλλος, πιο αθλητική η πρώτη χορεύτρια, πιο ώριμη η δεύτερη και κάπως έτσι το πρόγραμμα οδηγήθηκε προς το τέλος, με μια χορευτική απεικόνιση του «Μπολερό». Οι περισσότερες χορογραφίες έδιναν έμφαση στα ζεύγη, ενώ η τελευταία, εν είδει αποχαιρετισμού, επαναλήφθηκε και στο ανκόρ.

ΟΛΑ ΤΑ ΑΣΤΕΡΙΑ. Ηταν μια βραδιά με απαρχές που εντοπίζονται στις προσπάθειες του Ρεμί Ντεσαϊέ, φίλου της Ανδρου και του φεστιβάλ, να πείσει την Ελίνα Ακίμοβα, πιανίστρια του Μπαλέτου της Οπερας του Παρισιού, καταρχήν για τις ομορφιές του νησιού. Η Ακίμοβα συμμετείχε στην περσινή διοργάνωση, γοητεύτηκε και κάπως έτσι αποφάσισε να συνεργαστεί με τον χορευτή Αλιστέρ Μαντέν, ώστε να συνθέσουν μερικές νέες μουσικές και χορογραφίες. Ανάλογα καθήκοντα ανέλαβε και η σολίστ Λόρα Φρίντμαν ή ο Γκι Ποτζιολί, ενώ την ομάδα συμπλήρωσαν οι χορευτές και χορεύτριες Ροξάν Στογιανόφ, Καμίλ ντε Μπελεφόν, Ματιέ Μποτό και Ματιέ Κοντάτ και οι μουσικοί Τσούι Γινγκ Τάι, Ερίκ Ταλέ και Ζαν Μαρκ Κερισίτ. Ολοι τους δεν αποκλείεται να ένιωθαν ότι συνδέονται με ένα λεπτό νήμα με την Αυτού Μεγαλειότητα τον Λουδοβίκο ΙΔ’, που χορευτής στα νιάτα του κι ο ίδιος συνένωσε στα χρόνια της βασιλείας του τις ακαδημίες χορού και μουσικής και δημιούργησε τη μελλοντική Οπερα του Παρισιού. Κάπως έτσι προέκυψε η λεγόμενη γαλλική παράδοση, που δίνοντας έμφαση στην αρμονία, στον συντονισμό και στην ακρίβεια έφερνε λίγο σε αρχαία Ελλάδα. Αρκούσε μια ματιά στην αφίσα του event: ένας χορευτής πραγματοποιούσε ένα σύγχρονο άλμα, απεικονισμένος σε τεχνοτροπία κλασικού αγγείου.

Μετουσιώθηκαν όλα αυτά με κάποιο τρόπο την Κυριακή 21 Αυγούστου στο θέατρο της Ανδρου; Αποχωρώντας από το γκαλά, άλλος έκανε σχόλια όπως «ωραία πόδια» και άλλος παρατηρούσε σε άψογα αγγλικά ότι το θέαμα ήταν «τόσο κομψό όσο και περίπλοκο». Κάποιος επαινούσε τη Γαλλία για τα επιτεύγματά της στον χορό, άλλος προτιμούσε τη μουσική που είχε ακουστεί, ενώ ένας τρίτος ασχολιόταν με το θέατρο, η κατασκευή του οποίου δεν εισέπραξε ούτε έναν πολιτειακό έπαινο. Οι πιο σχετικοί έφτασαν στη συνέχεια της βραδιάς να συζητούν για τον σωματότυπο των χορευτών και των χορευτριών, για το πρόγραμμα το οποίο απλώς επικεντρωνόταν στην ποικιλία που χρειάζονται τέτοιες βραδιές ή και για την έλλειψη μιας ακαδημίας χορού στην Ελλάδα, το κέρδος όμως των περισσοτέρων έμοιαζε να είναι άλλο. «Το θέατρο γέμισε αυγουστιάτικα από παραθεριστές που δεν είναι όλοι σχετικοί με το μπαλέτο» ήταν μια παρατήρηση. «Μήπως να κρατήσουμε αυτό από όλη τη βραδιά;».