Την έχουν χαρακτηρίσει ως τη γυναίκα των 16 τρισ. δολαρίων, αφού αυτό είναι το μέγεθος της αμερικανικής οικονομίας που κρατάει στα χέρια της. Το Bloomberg και το Forbes την έχουν τοποθετήσει στις πρώτες θέσεις λίστας με τα πρόσωπα που έχουν τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο. Οι αγορές μετοχών, ομολόγων, συναλλαγματικών ισοτιμιών και πρώτων υλών αλλά και οι κεντρικοί τραπεζίτες άλλων χωρών κρέμονται από τα χείλη της κάθε φορά που ανακοινώνει τη νομισματική πολιτική της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ –της επονομαζόμενης Fed -, της ισχυρότερης κεντρικής τράπεζας στον κόσμο.

Η Τζάνετ Γέλεν, πάντως, προτιμά να κρατά ένα χαμηλότερων τόνων προφίλ και να μιλάει λίγο. Ισως επειδή ξέρει ότι όσο λιγότερο μιλάει ένας κεντρικός τραπεζίτης τόσο μεγαλύτερη προσοχή δίνει ο πλανήτης όταν κάνει δηλώσεις.

Τώρα η 69χρονη Γέλεν βρίσκεται ξανά στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Οχι όμως όπως θα περίμενε κανείς επειδή τον επόμενο μήνα θα πρέπει να αποφασίσει εάν θα συνεχίσει τις αυξήσεις των επιτοκίων δανεισμού σε δολάρια ή εάν θα περιμένει να ομαλοποιηθεί ακόμη περισσότερο η κατάσταση στην αμερικανική οικονομία. Το μεγάλο αφεντικό της Fed τράβηξε αυτήν τη φορά την προσοχή για την έμμεση μεν αλλά ουσιαστική επίθεση που πραγματοποίησε εναντίον της ο υποψήφιος για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών Ντόναλντ Τραμπ.

Ο μεγιστάνας των ακινήτων που έχει βάλει στόχο να είναι ο επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ ανακοίνωσε πριν από λίγες μέρες ότι εάν κερδίσει την κούρσα πιθανότατα θα αντικαταστήσει τη Γέλεν στο τέλος της θητείας της τον Φεβρουάριο του 2018, παρά το γεγονός ότι συμφωνεί με τη χαλαρή νομισματική πολιτική που ακολουθεί σήμερα. Ο Τραμπ ανέφερε ότι μια αύξηση του κόστους δανεισμού σε δολάρια θα αύξανε την ισοτιμία του αμερικανικού νομίσματος και θα μείωνε την ανταγωνιστικότητα των ΗΠΑ απέναντι στην Κίνα. Προσέθεσε ακόμη ότι μια ενίσχυση του δολαρίου θα έκανε πιο δύσκολη την εξυπηρέτηση του αμερικανικού δημόσιου χρέους. Ενός δημόσιου χρέους ύψους 19 τρισ. δολαρίων για το οποίο δημιουργήθηκε σάλος όταν ο Τραμπ είπε ότι μπορεί ακόμη και να ζητήσει κούρεμά του εάν το απαιτήσουν οι συνθήκες –προκαλώντας διεθνείς τριγμούς και εγείροντας συγκρίσεις με την οικονομική κατάσταση της Ελλάδας και της Αργεντινής.

«Δεν έχω απολύτως τίποτε εναντίον της Τζάνετ Γέλεν. Νομίζω ότι κάνει καλά τη δουλειά της. Ομως δεν ανήκει στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα (…), πιθανότατα θα την αντικαθιστούσα όταν λήξει η θητεία της», ήταν τα λόγια του Τραμπ, ο οποίος θα ήθελε όπως όλα δείχνουν να κόψει λίγο τα φτερά της Fed.

Οι δηλώσεις αυτές όπως ήταν αναμενόμενο προκάλεσαν τις αντιδράσεις οικονομικών και πολιτικών αναλυτών, μεταξύ των οποίων και του γνωστού αρθρογράφου των «Financial Times» Μάρτιν Γουλφ, που κάνει ευθέως λόγο για υπονόμευση της επικεφαλής της τράπεζας. Είναι πολύ κακή ιδέα το να πολιτικοποιεί κανείς μια τόσο σημαντική θέση, αυτή της Fed, έγραψε ο Γουλφ, αφού οι επικεφαλής της δεν θα πρέπει να διαχωρίζονται σε Ρεπουμπλικανούς ή Δημοκρατικούς.

Προς το παρόν το πιο άμεσο πρόβλημα της Γέλεν –αυτό που άπτεται των καθηκόντων της και όχι η πολιτική προεκλογική κόντρα –είναι η νομισματική πολιτική που θα ακολουθήσει ζυγίζοντας τα πολλά προβλήματα που αντιμετωπίζουν η αμερικανική και η παγκόσμια οικονομία.

Η Γέλεν έβαλε πέρσι φρένο στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Fed και προχώρησε στην πρώτη αύξηση των επιτοκίων του δολαρίου από το 2006 σε μια προσπάθεια ομαλοποίησης της νομισματικής πολιτικής ύστερα από μια δεκαετία πολύ φθηνού χρήματος. Στα τέλη του 2015 υποσχέθηκε ότι θα ακολουθήσουν κι άλλες τέτοιες αυξήσεις. Στην πορεία όμως η γυναίκα των 16 τρισ. δολαρίων, όπως την χαρακτήρισε το «Time» τον Ιανουάριο του 2014 όταν ανέλαβε τα καθήκοντά της, διαπίστωσε ότι η εγχώρια και η διεθνής κατάσταση της οικονομίας είναι περισσότερο σύνθετες από όσο αρχικά φαινόταν. Μια συνεχιζόμενη αύξηση των επιτοκίων όχι μόνο θα ενίσχυε το δολάριο αλλά και θα αύξανε σημαντικά το κόστος εξυπηρέτησης κρατικών και ιδιωτικών χρεών σε πολλές αναπτυσσόμενες οικονομίες, καθώς τα χρέη αυτά έχουν συναφθεί σε αμερικανικό νόμισμα. Παράλληλα η Γέλεν θέλει να σιγουρέψει και κάτι ακόμη. Οτι η ανάκαμψη στο εσωτερικό των ΗΠΑ είναι πράγματι ισχυρή και γι’ αυτό κοιτάζει όχι μόνο τον δείκτη απασχόλησης αλλά και τις μισθολογικές αυξήσεις των εργαζομένων. Τον Απρίλιο η ισχυρή κυρία της Fed άφησε εντέχνως να εννοηθεί ότι μπορεί να καθυστερήσει λίγο τις νέες αυξήσεις που αναμένονταν φέτος στα επιτόκια του δολαρίου. «Μερικές φορές πρέπει να λαμβάνει κανείς αποφάσεις χωρίς να γνωρίζει όλα όσα θα ήθελε να γνωρίζει. Αυτό είναι μέρος της δουλειάς» είχε αναγνωρίσει σε συνέντευξη που παραχώρησε πριν από δύο μήνες στο περιοδικό «Time». «Είναι απαραίτητο να λειτουργούμε σε ένα περιβάλλον στο οποίο υπάρχει πολύ μεγάλη αβεβαιότητα. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον είναι λογικό να ακολουθεί κανείς προσέγγιση διαχείρισης κινδύνου ώστε να αναγνωρίζονται και να αποφεύγονται μεγάλα λάθη. Αυτός είναι ένας λόγος που προτιμώ την προσεκτική προσέγγιση» εξήγησε αναφερόμενη στη στάση που κρατά. Το ότι θα προσεγγίσει με προσοχή το θέμα της αύξησης των επιτοκίων, πιθανότατα καθυστερώντας την αύξηση αυτή, το είχε αναφέρει στη συνεδρίαση που πραγματοποίησε η Fed τον Απρίλιο.