Στις 23 Ιουνίου οι Βρετανοί θα λάβουν μέρος σε δημοψήφισμα για το εάν η χώρα τους θα πρέπει να εγκαταλείψει την Ευρωπαϊκή Ενωση ή όχι. Υπάρχουν τρία βασικά οικονομικά ερωτήματα για το Brexit. Επιβάλλουν οι νόμοι της ΕΕ περιορισμούς στη Βρετανία όσον αφορά την ανάπτυξη; Μια έξοδος από την ΕΕ θα αυξήσει τις ευκαιρίες για εξαγωγές; Και ποιες θα είναι οι πιθανές επιπτώσεις για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα; Εκθεση του Κέντρου Ευρωπαϊκών Μεταρρυθμίσεων (CER) δείχνει ότι το κανονιστικό πλαίσιο για τα προϊόντα και την αγορά εργασίας της Βρετανίας βρίσκεται πιο κοντά σε αυτό των ΗΠΑ παρά σε αυτό της Δυτικής Ευρώπης και το ίδιο προκύπτει από τις εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ όσον αφορά την επιχειρηματικότητα. Αλλες χώρες της ΕΕ όπως η Γερμανία και η Γαλλία αντιμετωπίζουν περισσότερα εμπόδια στο επιχειρείν σε σύγκριση με τη Βρετανία.

Αναφορικά με το θέμα του εμπορίου, τα πράγματα είναι ακόμη πιο απλά. Η μελέτη του CER δείχνει ότι η είσοδος της Βρετανίας στην ΕΕ έχει αυξήσει 50% το εμπόριο αγαθών της χώρας. Εάν βγει η Βρετανία από την ΕΕ, δεν είναι πιθανό να βρει νέες εμπορικές συνεργασίες με άλλες χώρες.

Οσον αφορά τους κινδύνους για τον χρηματοπιστωτικό κλάδο, η Τράπεζα της Αγγλίας είναι αρκετά σαφής. Κάνει λόγο για αύξηση των κινδύνων λόγω των συζητήσεων για Brexit που θα μπορούσε να οδηγήσει σε υποτίμηση της στερλίνας και να επηρεάσει το κόστος χρηματοδότησης για όσους έχουν λάβει δάνειο στη Βρετανία.

Βέβαια, το να είναι μια χώρα μέλος της ΕΕ δεν έχει μόνο οικονομικές προεκτάσεις. Είναι όμως δύσκολο να δει κανείς το πώς θα μπορούσε να αυξηθεί η επιρροή της Βρετανίας στον κόσμο από μια πιθανή έξοδο από την ΕΕ –ειδικά αν αναλογιστούμε ότι ένα Brexit θα είχε αρνητικές συνέπειες για τη βρετανική οικονομία.

Ο Σάιμον Τζόνσον είναι καθηγητής στη School of Management του MIT Sloan και πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ