Σκέφτομαι πως είναι ο μοναδικός της γενιάς και του διαμετρήματός του τον οποίο μπορείς να συναντήσεις σε κάποιο μπαρ και εντελώς ισότιμα να μιλήσεις μαζί του για τα πάντα. Είτε στο Στράτο στην Φωκίωνος, είτε στον Μπάτμαν στον Νέο Κόσμο. Κάπως έτσι ο Γιάννης Σπανός κινείται και στην καλλιτεχνική του πορεία. Χαμηλόφωνα. Ισως και ανάποδα από το τεράστιο έργο του που ξεκινάει από την αριστερή όχθη του Σηκουάνα στα μέσα του 1960 και φθάνει μέχρι τις περίφημες τρεις «Ανθολογίες», το «Ρίξε στο κορμί μου σπίρτο» ή τη μελοποίηση Καβάφη με τον Μανώλη Μητσιά.

Τώρα, ας πούμε, εμφανίζεται στην Αθηναΐδα. Με τη μόνιμη συνεργάτιδά του Πένυ Ξενάκη και τον Δώρο Δημοσθένους. Σε ένα κλίμα μετα-μπουάτ. «Εγώ είμαι συνθέτης της παρέας. Στην Αθηναΐδα έχουμε με την αγαπημένη Πένυ και τον εξαιρετικό Δώρο μια φιλική συνεργασία και είμαστε όλοι ίσοι σε αυτήν. Τα τραγούδια εξάλλου είναι που πρωταγωνιστούν και μαζί με αυτά οι μοίρες των ανθρώπων. Αρχικά τα σιγομουρμουράνε και μετά τραγουδάνε όλοι μαζί» λέει ο μεγάλος συνθέτης.

Ακούγεται κλισέ αλλά κάθε φορά που μιλάμε προσπαθώ να καταλάβω τι τον κάνει τόσο σεμνό (όχι σεμνότυφο). Τόσο γενναιόδωρο. Ο Σπανός είναι ένας χορτάτος δημιουργός. Τον έχουν τραγουδήσει μεγάλοι Γάλλοι όπως η Ζιλιέτ Γκρεκό ή μεγάλοι δικοί μας, όπως ο Μπιθικώτσης και η Μοσχολιού. Επίσης ποτέ δεν κάθησε στα αβγά του ή επαναπαύθηκε. Εγραψε Νέο Κύμα, λαϊκά, pop. Τα πάντα. «Εκτός από τζαζ, που δεν θα μπορούσα» με διορθώνει γελώντας. «Σήμερα αισθάνομαι τυχερός αφού ο κόσμος –κυρίως ο νέος –έχει αρχίσει και επιλέγει πάλι μέσα στην κρίση. Αυτό με έχει ευνοήσει. Πάντα βέβαια απευθυνόμουν στη νεολαία, συνεργαζόμουν με νέους, δεν είχα εξαρτήσεις από τα μεγάλα ονόματα. Εγραφα τραγούδια για να φθάσω στους ανθρώπους, όχι για να πουλήσω. Θα ήθελα πάντως να σημειώσω πως τα σουξέ όλοι τα θέλουμε, αλλά είναι λάθος να ξεκινάς για να γράψεις ένα σουξέ. Ξεκινούσα πάντα για να γράψω ένα καλό τραγούδι. Και δεν με ένοιαζε πού θα το έδινα. Εγραψα για όλους. Μόνο με τον Καζαντζίδη δεν τα κατάφερα, λόγω εταιρειών. Τον άκουγα στη Γαλλία και αισθανόμουν Ελληνας. Εμεινε για μένα ανεκπλήρωτο όνειρο».

ΓΑΛΛΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ. Ο Σπανός βέβαια έκανε άλλα πράγματα που αποτελούν άπιαστα όνειρα για τους άλλους. Για παράδειγμα, τον ερμήνευσε η Μπριζίτ Μπαρντό –στην άγνωστη γαλλική του περίοδο –και μάλιστα το τραγούδι του «Sidonie» ακούγεται από την ίδια στην ταινία «Vie privee» του Λουί Μαλ (1962). «Ηταν όλοι τόσο απλοί, τόσο φιλόξενοι. Μετά μου κάνανε διάφοροι τον καμπόσο στην Ελλάδα» σημειώνει. Σκεφθείτε πως ο Σπανός έζησε για 15 χρόνια στο Παρίσι. Και έγραψε εκεί 300 τραγούδια στα 60s καταχωρισμένος ως γάλλος δημιουργός. Μετά ήλθαν το Νέο Κύμα –αυτός είναι ο πατριάρχης του -, οι λαϊκοί δίσκοι στην Columbia, οι έντεχνες δουλειές του 1980, τα λαϊκά σουξέ, μουσική για το θέατρο ή το σινεμά. «Οι σπουδαίοι παραγωγοί σαν τον Πατσιφά, τον Λαμπρόπουλο ή τον Μάτσα κάνανε το ελληνικό τραγούδι» λέει αφοπλιστικά. «Σήμερα ψάχνουμε να βρούμε το ελληνικό τραγούδι. Eίναι όμως ζήτημα χρόνου. Η κρίση θα δημιουργήσει νέα θέματα, θα ανθήσει η δημιουργία, θα γραφτεί πολιτικό –όχι κομματικό –τραγούδι».

Του ζητώ να μου περιγράψει το σημερινό τοπίο: «Η Ελλάδα είχε πάντα πολύ ταλέντο και πολλή γκρίνια. Οφείλουμε όμως να βοηθήσουμε τους νέους. Τα όνειρα εξάλλου είναι ιερά και δεν πρέπει να επεμβαίνεις σε αυτά. Εμάς μπορεί άμεσα οι παλιοί να μη μας βοήθησαν αλλά ήταν σημαντικότερο πως τους θαυμάζαμε και θέλαμε να γίνουμε σαν αυτούς. Μας ενέπνεαν. Μην τυχόν και οι νέοι παρατήσουν σήμερα τα όπλα!» καταλήγει και μου ζητάει να αποτυπώσω τα λόγια του ακόμη και με τα σαρδάμ του.