Το τεράστιο κεφάλι της Μάργκαρετ Θάτσερ ξεπροβάλλει μέσα από ένα παράθυρο, απειλητικό. Ενα πριόνι ξακρίζει τα ξύλινα «μαλλιά» της. «Πάμε!» ακούγεται επιτακτικά στη σκηνή. Και μια ομάδα ηθοποιών και μικρών χορευτών συναρμόζεται σε έναν εντυπωσιακά καλοκουρδισμένο χορό με κλακέτες.

Κλακέτες στην Ελλάδα; Και όμως. Ο κλακετίστας –ίσως ο μόνος ειδικός στα μέρη μας –Γιώργος Σαγιάς, μαθητής του Φρεντ Αστέρ και συνεργάτης κάποτε του Μπομπ Φόσι, έχει φροντίσει γι’ αυτό. Ο ίδιος και οι επίμονες πρόβες, από τον Ιούνιο, υπό το άγρυπνο βλέμμα του δοκιμασμένου χρόνια τώρα στο είδος (από την «Εβίτα» της Αλίκης Βουγιουκλάκη ώς τους «Βιολιστές στη στέγη») χορογράφου Δημήτρη Παπάζογλου.

Το ογκώδες, πλούσιο σκηνικό δίνει πότε το στίγμα της νοτισμένης, σκοτεινής βρετανικής επαρχίας, πότε τη χαρά του χορού, με δεκάδες κρεμασμένα κορμάκια χορού. Είμαστε στο 1983, στα χρόνια της Σιδηράς Κυρίας και της απεργίας των βρετανών ανθρακωρύχων. Και στο βασίλειο του Μπίλι Ελιοτ. Του παιδιού που, απλώς, επόθησε να γίνει χορευτής μέσα στο σκοτεινό αυτό φόντο.

ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ. Το υπέδαφος για να πάρει ζωή το απαιτητικό βρετανικό μιούζικαλ «Μπίλι Ελιοτ», σε μουσική του σερ Ελτον Τζον, δεν υπήρχε στην Ελλάδα. Το παραδέχεται ο σκηνοθέτης του Δημήτρης Λιγνάδης στη διάρκεια της πρόβας στο Παλλάς. Χρειάστηκε πολλή δουλειά. Και κάποια τόλμη. Ισως και τύχη στις ακροάσεις για τους μικρούς πρωταγωνιστές, τον Μπίλι, τον φίλο του και τα κορίτσια, που παίζουν σε τριπλή, παρακαλώ, διανομή. Πόσα αγόρια ξέρετε που να λατρεύουν, ανοιχτά, το κλασικό μπαλέτο και τον χορό; Δίχως να κινδυνεύουν να πέσουν στην παγίδα της προκατάληψης, όπως και ο πατέρας του Μπίλι (Αιμίλιος Χειλάκης); Ενα από τα αγόρια μετά την ακρόαση απελευθερώθηκε και είπε το θέλω του και τώρα χαίρεται τα μαθήματα που παίρνει από την ομάδα του Δημήτρη Παπάζογλου.

«Δεν είναι στο DNA του Ελληνα το μιούζικαλ με τη δυτική έννοια» μου λέει ο Δημήτρης Λιγνάδης. «Γιατί μιούζικαλ είναι το αρχαίο δράμα. Η ελληνική, ειδικά η παιδική και εφηβική, κοινωνία δεν είναι τόσο ώριμη που να χορέψει και να παίξει δίχως αγκυλώσεις. Τα καταφέραμε όμως. Σε μια Ελλάδα γκρίζα έρχεται και κουμπώνει το κάρβουνο των απεργών ανθρακωρύχων της ιστορίας και το ψυχικό κάρβουνο με το διαμάντι που είναι ο Μπίλι Ελιοτ. Και κάτι ακόμη: σε μια ζοφερή κοινωνική, πολιτική και οικονομική πραγματικότητα πάμε κόντρα και παρουσιάζουμε μια υπερπαραγωγή που δίνει ελπίδα, όχι μόνο ως θέμα αλλά και ως θέαμα». Με ατού την πολλή δουλειά από όλους, όπως μου λέει και η βοηθός σκηνοθέτη Βίκυ Βολιώτη. Για τον σκηνοθέτη ο «Μπίλι Ελιοτ» είναι «ψυχικό μπότοξ». Ειδικά όταν παράλληλα κάνει πρόβες για τον σαιξπηρικό «Ριχάρδο Γ’» στο Εθνικό. «Φεύγω από ένα πολύ κακό, σκοτεινό και αιμοσταγές παιδί και έρχομαι σε κάτι λαμπερό όπως ο Μπίλι. Φεύγω από το δηλητήριο και έρχομαι στο νέκταρ –αυτά που συνυπάρχουν και στη ζωή μου».

Για τον «πατέρα» Αιμίλιο Χειλάκη η ιστορία του Μπίλι δείχνει ότι κάτω από τα μεγάλα γεγονότα πάντα υπάρχει μια ζωή που ανθεί. «Σκεφθείτε ένα παιδί στις Σκουριές, εκεί όπου όλο το χωριό έχει χάσει τα μεροκάματά του για μήνες, να λέει στον πατέρα του ότι θέλει να γίνει χορευτής» μεταφέρει το στόρι στην Ελλάδα του σήμερα, την Ελλάδα της κρίσης, ο πρωταγωνιστής (που επίσης χορεύει, τραγουδάει και επιδίδεται σε κλακέτες!). «Εγώ ενσαρκώνω αυτόν τον μπαμπά που δεν μπορεί να δεχθεί ότι το παιδί του δεν θα παίζει μποξ, αλλά θα κάνει μπαλέτο. Για να φθάσει στη μυθοπλασία –δεν είναι σίγουρο ότι θα συνέβαινε στην πραγματική ζωή –να σπάσει την απεργία για να μπορέσει να πάει τον γιο του στο Λονδίνο για ακρόαση σε σχολή.

ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΗ. Ο Αιμίλιος Χειλάκης το συνειδητοποίησε και το μοιράζεται: οι μεγάλες κρίσεις έρχονται σε κοινωνίες με μεγάλη προκατάληψη. Και απέναντι σε αυτή την τελευταία βλέπει παιδιά με καλλιτεχνική φύση, που στο παραμύθι της «Κοκκινοσκουφίτσας» δεν βλέπουν φόβο, αλλά χαρά, λύτρωση. Εκείνος τους βλέπει σαν πολίτες. «Πολίτης δεν είναι εκείνος που ψηφίζει, αλλά εκείνος που ανήκει σε μια πολιτεία και σηκώνει ανάστημα. Αυτοί οι πολίτες μπορούν να δημιουργήσουν περιβάλλον συναισθηματικά ευφυές. Το παιδί που ορθώνει ανάστημα για να ζητήσει εκείνο που πραγματικά θέλει είναι ωραίος φάρος για τη σημερινή εποχή».

Παράξενο, αλλά «μια περίπτωση Μπίλι Ελιοτ» είναι και ο χορογράφος Δημήτρης Παπάζογλου: «Εδειχνα ότι θέλω να γίνω χορευτής από τα πέντε μου και έτρωγα ξύλο γι’ αυτό» λέει σε ένα διάλειμμα της πρόβας στο Παλλάς. «Μέχρι που έκανα την επανάστασή μου. Εκανα τον μικρό του καφενείου και τον βοηθό ελαιοχρωματιστή για να πληρώσω τα δίδακτρα της Σχολής της Ελλης Ζουρούδη». Είναι απλώς που στην περίπτωσή του χρειάστηκε ο ίδιος να πληρώσει για το όνειρό του (το οποίο του χάρισε και τα προικιά του: την επαφή με τον Ρούντολφ Νουρέγεφ, την Αλίσια Αλόνσο, τη Ζοζεφίν Μπέικερ) ενώ στην περίπτωση της μυθοπλασίας του Μπίλι Ελιοτ τελικά είναι ο πατέρας του που πληρώνει από το υστέρημά του, σε χρόνια που κάποιοι βίωναν την αγριότητα του καπιταλισμού, την οποία, κατά τον χορογράφο, ζούμε κι εμείς σήμερα.

INFO

«Billy Elliot The Musical» του Lee Hall, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Λιγνάδη και μουσική Ελτον Τζον από αύριο στο Παλλάς. Χορογραφία: Δημήτρης Παπάζογλου. Σκηνικά – κοστούμια: Εύα Νάθενα. Ενορχήστρωση – διεύθυνση ορχήστρας: Γιάννης Χριστοδουλόπουλος. Πρωταγωνιστούν: Αιμίλιος Χειλάκης, Αθηνά Μαξίμου, Αποστόλης Τότσικας, Νίκη Παλληκαράκη, Γιώργος Ψυχογιός και η Τιτίκα Στασινοπούλου. Εισιτήρια: Ticket365