Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που χρειάστηκε να κοιτάξουν το ημερολόγιό τους για να επιβεβαιώσουν ότι βρισκόμαστε στο φθινόπωρο του 2015 κι όχι σε εκείνο του 2014. Και λογικό ήταν να έχουν την αίσθηση της προμνησίας (του déjà vu, για να συνεννοούμαστε). Διότι ξαφνικά ένιωσαν να επιστρέφει στα χείλη τους η λέξη Αμφίπολη. Οι σελίδες των εφημερίδων και οι ειδησεογραφικές τηλεοπτικές εκπομπές άρχισαν να αφιερώνουν και πάλι χώρο και χρόνο στον λόφο Καστά.

Το ερώτημα «τελικά σε ποιον ανήκει ο τάφος» μετατράπηκε σε «τελικά ήταν του Ηφαιστίωνα;». Κι όλα αυτά με φόντο τον ΕΝΦΙΑ που για μια ακόμη φορά δεν λέει να εγκαταλείψει την εισβολή του στο πορτοφόλι μας, την ώρα που ένα άλλο μεγάλο βάρος απειλεί τις ελληνικές οικογένειες –το 23% ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση –και ενώ οι αρχαιολόγοι που έδειχναν να έχουν προχωρήσει τους τελευταίους μήνες σε «κατάπαυση πυρός» επανέρχονται στον «πόλεμο της Αμφίπολης». Εναν πόλεμο που μετρά πολλές μικρές ή μεγαλύτερες μάχες ειδικά τον τελευταίο χρόνο κι όπως φαίνεται δεν θα τελειώσει ούτε γρήγορα ούτε αναίμακτα, τουλάχιστον για την αρχαιολογική επιστήμη.

Τι συνέβη λοιπόν και ξαναθυμήθηκαμε την Αμφίπολη; Για ποιον λόγο έναν χρόνο μετά την εποχή που το ταφικό μνημείο αποτελούσε τον υπ’ αριθμόν ένα θέμα συζήτησης από τα καφενεία ώς τις συσκέψεις μεγάλων εταιρειών, κι αφού πέρασε μια περίοδο λήθης με δόσεις ελαφράς απαξίωσης –η οποία όμως δεν έγινε ιδιαίτερα αντιληπτή ύστερα από την υπερέκθεση που είχε υποστεί το αρχαιολογικό εύρημα -, επανήλθε στο προσκήνιο; Και τελικά πού βρίσκεται η αλήθεια;

ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ. Μια ματιά στο ακροατήριο της αίθουσας εκδηλώσεων του Αριστοτελείου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης, εκεί όπου η ανασκαφέας του σημαντικού και εντυπωσιακού ως προς τις διαστάσεις και την κατασκευή του μνημείου Κατερίνα Περιστέρη επέλεξε για να κάνει τις ανακοινώσεις της (χωρίς να έχει δώσει ώς τη στιγμή που γράφονταν αυτές οι αράδες επισήμως την έκθεσή της στο υπουργείο Πολιτισμού όπως οφείλει από τον νόμο), ήταν αρκετή για να δώσει τις πρώτες απαντήσεις.

Ελάχιστοι εκπρόσωποι της πανεπιστημιακής κοινότητας και κυρίως συνταξιούχοι, δεδομένου ότι οι εν ενεργεία αρχαιολόγοι, τόσο πανεπιστημιακοί όσο και της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, δεν κρύβουν την ενόχλησή τους επειδή η Κατερίνα Περιστέρη δεν επέλεξε τον επίσημο θεσμό, την ετήσια αρχαιολογική συνάντηση για τις ανασκαφές στη Μακεδονία και τη Θράκη για να παρουσιάσει τα συμπεράσματά της. Κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής της Αμφίπολης και των Σερρών που είχαν φτάσει στη Θεσσαλονίκη με πούλμαν.

Αρκετοί ιερωμένοι, ακροδεξιά στοιχεία που οι παροικούντες τη Θεσσαλονίκη γνωρίζουν λόγω της δράσης τους την περίοδο της επταετίας, αλλά και πολιτικά στελέχη των Ανεξάρτητων Ελλήνων, όπως η εκ Σερρών ορμώμενη υφυπουργός αρμόδια για θέματα Μακεδονίας – Θράκης Μαρία Κόλλια -Τσαρουχά (να θυμίσουμε ότι είχε τιμήσει την αρχαιολόγο όταν επανήλθε στο υπουργείο μετά τις πρόσφατες εκλογές) και ο υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ Τέρενς Κουίκ.

Στο ακροατήριο βρίσκονταν επίσης η τέως γενική γραμματέας του υπουργείου Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, που είχε την εποπτεία του όλου εγχειρήματος της Αμφίπολης έως την αλλαγή της κυβέρνησης τον Ιανουάριο (ταυτισμένη πολιτικά με τον χώρο του ΠΑΣΟΚ, αλλά και σε στενή συνεργασία με υπουργούς της Νέας Δημοκρατίας, παράταξη που ως γνωστόν εκμεταλλεύτηκε μέχρις εσχάτων την υπόθεση της Αμφίπολης σε μια προσπάθεια αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης από τα μείζονα προβλήματα και καλλιεργώντας εθνοκεντρικό κλίμα με άξονα τον Αλέξανδρο), μαζί με τη στενή συνεργάτριά της που είχε αναλάβει την ενημέρωση των εκπροσώπων του Τύπου περί Αμφίπολης και πανεπιστημιακών στο ΑΠΘ Αννα Παναγιωταρέα.

Και μόνο η σύνθεση του ακροατηρίου είναι αρκετή για να καταλάβει κάποιος ότι ο λόφος Καστά εξακολουθεί να ενδύεται τον αλεξανδροκεντρικό μανδύα που επέλεξαν να του φορέσουν ήδη προ της πλήρους αποκάλυψής του όσοι κινούνται σε συντηρητικούς χώρους ή ακόμη και στα δεξιά όρια της Δεξιάς.

Οι ανακοινώσεις που ακούστηκαν διά στόματος της υπεύθυνης αρχαιολόγου, αλλά κυρίως από τον αρχιτέκτονα συνεργάτη της Μιχάλη Λεφαντζή, ήρθαν να ενισχύσουν την τάση αυτή, δεδομένου ότι ο Ηφαιστίων με τον οποίο φέρεται να συνδέεται το μνημείο μπορεί να μην ανήκει στη βασιλική οικογένεια των Μακεδόνων, όμως ήταν από τους πιο κοντινούς ανθρώπους στον μεγάλο στρατηλάτη.

Διότι μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να επέλεξε να αποστασιοποιηθεί, αν όχι να απομυθοποιήσει το μνημείο της Αμφίπολης, το έτερο μέλος της κυβέρνησης όμως παλεύει να κρατήσει ζωντανή την προσδοκία για μια μεγάλη ανακάλυψη, για μια νέα Βεργίνα που θα τονώσει το εθνικό φρόνημα και θα λειτουργήσει ως ισοδύναμο της πληγωμένης περηφάνιας κι ίσως και της άδειας τσέπης των πολιτών.

ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ. Κι εκεί είναι που ακόμη κι εκείνοι που πίστευαν ότι βίωναν προμνησία ξύπνησαν. Διότι χωρίς την αναμονή πλέον για μια νέα σειρά Σφιγγών και Καρυάτιδων και με την απόσταση του χρόνου, όσο γρήγορα είδαν την είδηση περί σύνδεσης του μνημείου με τον Ηφαιστίωνα να φουντώνει στο Διαδίκτυο αλλά τόσο γρήγορα την είδαν να αμφισβητείται, όπως ήταν αναμενόμενο, και να ξεφουσκώνει.

Τούτη τη φορά όμως χωρίς τις επικές μάχες των αρχαιολόγων στα τηλεπαράθυρα, χωρίς έντονες κόντρες, αλλά με την εμφανή τάση κοινού και ειδικών να περιμένουν. Εμαθαν πλέον όλοι να είναι επιφυλακτικοί απέναντι στα ευρήματα και τις ερμηνείες τους, από τη στιγμή μάλιστα που ακόμη και οι ίδιοι οι μελετητές παραδέχονται ότι μπορεί να προχώρησαν σε μια ανακοίνωση, όμως χρειάζεται ακόμη έρευνα και τεκμηρίωση για να επιβεβαιωθούν τα λεγόμενά τους, τα οποία μοιάζουν περισσότερο με υπόθεση εργασίας.

Μέχρι λοιπόν να μελετηθούν όλα βάσει μεθόδων που επιβάλλει η επιστημονική δεοντολογία κι απαιτεί η αρχαιολογική κοινότητα, ακόμη και αν υπάρχουν διαφωνίες για με τα συμπεράσματα, δεν θα πρέπει να μιλάμε ούτε για τον δεύτερο πόλεμο της Αμφίπολης, αλλά ούτε καν για μια ακόμα (χαμένη;) μάχη γύρω από ένα σπουδαίο εύρημα. Διότι, ως γνωστόν, οι μάχες γίνονται όταν εξαπολύονται βόμβες κι όχι όταν πέφτουν πυροτεχνήματα.