Μια από τις υφολογικές κοινοτοπίες που απαντούν συχνά ή αναπόφευκτα στην επιστημονική φαντασία έχει να κάνει με τα πραγματολογικά στοιχεία του μέλλοντος: τα περισσότερα ενσωματώνονται με δήθεν φυσικό τρόπο στην περιγραφή του προκαλώντας μια απαραίτητη μεν, ενίοτε όμως δυσλειτουργική αίσθηση του ανοίκειου. Στην αφήγηση λ.χ. μιας απώτερης καθημερινότητας στην πόλη υπάρχουν διάφοροι τρόποι παρουσίασης των μεταφορικών μέσων εκτός από το να ακουστεί ξαφνικά η λέξη «ολισθητήρας». Ενας «μουσικός σπόρος» μπορεί να είναι τυπικό μέσο αναπαραγωγής για μια άλλη εποχή, όταν διαβάζεται όμως στην τωρινή, η απουσία αδιόρατων επεξηγηματικών υπαινιγμών δεν τον κάνει απαραίτητα πιο συγκλονιστικό. Μια «κάψουλα μνήμης» ή ένας «Πρώτος Πυρηνικός Πόλεμος» ομοίως –η αντίφαση μπορεί να μοιάζει ασήμαντη, η επίλυσή της όμως διαγράφει το όριο μεταξύ φτηνών εντυπωσιασμών και αληθινής γοητείας. Και αυτή είναι η καλή περίπτωση: όπως είχαν αντιληφθεί στοχαστές σαν τον Ζακ Ελίλ, πολλά τέτοια έργα, προφητεύοντας υποτίθεται επερχόμενους κινδύνους, τους παρουσιάζουν τόσο παράλογους που απλώς καλωσορίζουν κάποιον ηπιότερο πρόγονό τους.

Κατάληψη πλανητών

Ο κόσμος στο «Οξφόρδη 7», στο τέταρτο μυθιστόρημα του Πάμπλο Τουσέτ, είναι ένα ωραίο ή άσχημο μέρος για να ζει κανείς, αναλόγως φυσικά της θέσης του. Είναι σίγουρα μεγαλύτερος: αντί να καταρρεύσει από το βάρος των δικών του αντιφάσεων, ο καπιταλισμός το σωτήριον έτος 2089 έχει βρει στο Διάστημα νέους πόρους για εκμετάλλευση. Κολοσσιαίες πανεπιστημιακές μονάδες με χορηγό την Apple καταλαμβάνουν μικρούς πλανήτες. Σε έναν από αυτούς οι φοιτητές διαδηλώνουν ενάντια στην αυταρχική πρύτανη Εμιλι Ντεκάρντ κι εκείνη καταστέλλει τη διαμαρτυρία τους με εκτοξευτές προστίμων. Ο αντισυμβατικός έλληνας καθηγητής της έδρας Προπληροφορικού Κινηματογράφου Σιρχάν Παλαιόπουλος, 142 ετών πια, με τη βοήθεια των Μηχανικών Υγείας και με παρελθόν στο «κραχ του 2013» (στο οποίο η χώρα του ήταν η πρώτη που κατέρρευσε), εξυφαίνει μια εξέγερση με τη βοήθεια των σπουδαστών BB, Μαρκούζε και Μαμζέλ. Τους στέλνει στη Γη για να ζητήσουν τη βοήθεια του τρομερού Φραγκίσκου Ασίς. Οταν όμως συνειδητοποιεί τις ενδεχόμενες επιπλοκές, καλείται να πάρει κρίσιμες αποφάσεις.

Το μόνο αλλά και σημαντικά αδύναμο σημείο του είναι ότι ενταγμένος στα στενά όρια εκείνων των αντιφατικών συμβάσεων του είδους –και προσαρμοσμένος σε δομή κινηματογραφικής περιπέτειας, λες και ο συγγραφέας επιθυμεί να δει στο πανί άλλο ένα μυθιστόρημά του –μοιάζει να ασφυκτιά. Το πρόβλημα αντανακλάται σε στερεοτυπικούς χαρακτήρες όπως ο απατεωνάκος με τη χρυσή καρδιά Ρικ Μπλέιν και ο κακός αλλά αδικημένος Ασίς ή σε σχέσεις όπως εκείνη η υπογείως ερωτική, μεταξύ των δύο βασικών ανταγωνιστών. Ενοράσεις πάντως όπως η πόλη σαν νεκροταφείο ιδεολογιών, η τέχνη του 20ού αιώνα σαν πηγή συναισθηματικών κινδύνων και οι ποδοσφαιρικές ομάδες σαν μικρές δικτατορίες είναι ενδιαφέρουσες. Διάλογοι για τη νομιμοποίηση της εξέγερσης ή για το πόσο αναπόφευκτη είναι πια αυτή η ρημάδα η πρόοδος, παρομοίως. Και ευτυχώς, δεν είναι απολύτως σαφές αν ο Τουσέτ προετοιμάζει άθελά του τη συμμόρφωση σε κάτι μοιραίο ή έναν ριζοσπαστισμό μεγαλύτερο από εκείνον των ηρώων του. «Στην πραγματικότητα, ο κόσμος δεν λειτουργεί κι άσχημα, απλώς είναι έτσι: καλός, κακός και μέτριος, όλα μαζί και ταυτοχρόνως», παρατηρεί κάπου στωικά. «Α… το σύστημα…», λέει όμως αλλού με μια πικρή αλλά σχεδόν υπερβατική μαχητικότητα. «Το να πηγαίνεις κόντρα στο σύστημα είναι μέρος του συστήματος».

Pablo Tusset

Οξφόρδη 7

Εκδόσεις Opera

Μτφ. Κρίτων Ηλιόπουλος

Σελ. 272

Τιμή: 14,91 ευρώ