Ενας καθρέφτης, το γραφείο του, το φως των κεριών, βιβλία, σημειώσεις. Ενα ανάκλιντρο. Αυτά είναι τα κυρίως σκηνικά στοιχεία της παράστασης –ο χώρος όπου εξελίσσεται το έργο. Συμπληρωματικά λειτουργούν ως τόποι συναντήσεων ο δρόμος, το πορνείο, το καφενείο. Το ίδιο και τα πρόσωπα: νεαροί, συνεργάτες, γραμματείς, εκδότες, ποιητές τον επισκέπτονται, συγγενείς και οικείοι του, συζητούν, γίνονται οι αφορμές σκέψεων, ονείρων, επιθυμίας, ηδονής. Ολοι και όλα πειριστρέφονται γύρω από τον ίδιο τον ποιητή. Λογικό.

Ο Γιάννης Φαλκώνης, ένας λευκαδίτης στην καταγωγή καλλιτέχνης (γεννημένος το 1967) που ασχολείται με τη ζωγραφική, τη φωτογραφία, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση, είναι ο εμπνευστής και δημιουργός του «Αυτοβιογραφούμενου Καβάφη». Εχοντας αντλήσει το υλικό του από προσωπικά ημερολόγια του Αλεξανδρινού, σημειώσεις, στίχους και καταγεγραμμένες μαρτυρίες ανθρώπων που τον γνώρισαν, επιχείρησε να συνθέσει τη μορφή του ποιητή, δίνοντας προτεραιότητα στον άνθρωπο. Μικρές και μεγάλες ιδιαιτερότητες, έρωτες και κρυφά πάθη, έμπνευση, λέξεις, στίχοι προσπάθησαν να βρουν τη θέση τους σε αυτό το παζλ στο οποίο κυριαρχεί η μορφή του Κωνσταντίνου Τζούμα.

Η ΠΑΓΙΔΑ. Δύσκολο, πολύ δύσκολο το εγχείρημα να δώσεις λόγο και όψη στον Καβάφη, να τον συστήσεις, να πεις ποιος είναι, πώς σκέπτεται, πώς μιλάει. Με σήμα κατατεθέν τα γυαλιά του, μέσα από φωτογραφίες και σκίτσα, ο ποιητής έχει αποκτήσει μια ταυτότητα. Είναι η τρέχουσα, η χρηστική, η οικεία, αυτή που τον φέρνει στα δικά μας μέτρα. Γιατί υπάρχει και η άλλη, η ποιητική, η υψηλή, η εσωτερική, η ταυτότητα πέρα από κάθε εξωτερικό χαρακτηριστικό. Κι αυτή είναι η πιο ουσιαστική, η ταυτότητα του ποιητή. Αλήθεια πώς γίνονται οι στίχοι παράσταση;

Σε αυτή την παγίδα έπεσε ο δημιουργός του «Αυτοβιογραφούμενου Καβάφη»: ο Γιάννης Φαλκώνης θέλησε και τον ίδιο τον ποιητή να ανεβάσει στη σκηνή, και τα ποιήματά του να ακουστούν, και το περιβάλλον του να αποτυπώσει, και την προσωπικότητά του να αναδείξει, και την ομοφυλοφιλία του να τονίσει, και τις σχέσεις του να σχολιάσει. Με ένα κείμενο σπονδυλωτό, με μικρές σκηνές, με απαγγελίες, με μουσικές, χορευτικά στιγμιότυπα και τραγούδια, ο σκηνοθέτης επιχείρησε να δημιουργήσει ένα θεατρικό ντοκιμαντέρ.

Το αποτέλεσμα είναι μια σχηματική παράσταση από την οποία είναι απούσα η ατμόσφαιρα του Καβάφη, οι γεύσεις, τα χρώματα, οι ήχοι, τα πρόσωπα, τα δέρματα, οι αισθήσεις. Επί σκηνής βλέπουμε το περίγραμμα μιας εποχής και μιας φιγούρας που έχει ήδη πάρει τη θέση της στη συλλογική μας μνήμη. Αποκορύφωμα, ο χορός του ημίγυμνου νεαρού στην απαγγελία της «Ιθάκης».

Ο Κωνσταντίνος Τζούμας ανέλαβε τον ρόλο του ποιητή παγιδευμένος, πρώτον, από το γεγονός ότι διαθέτει τα διαπιστευτήρια ως προς την όψη (εστέτ φυσιογνωμία, ευγενική μορφή, διακριτική παρουσία) και, δεύτερον, ότι νιώθει εγγύτητα με το έργο του Καβάφη. Μόνο που δεν αρκεί ούτε το ένα ούτε το άλλο. Είναι διαφορετικό να παίζεις τον Καβάφη από το να είσαι ο Καβάφης. Αλλη σκηνοθετική προσέγγιση χρειάζεται για να είσαι ο ποιητής και άλλη για να είσαι ένας μακρινός του εξάδελφος. Και στην προκειμένη περίπτωση ο Γιάννης Φαλκώνης οδήγησε όλη την παράσταση σε μια φωτογραφική προσέγγιση του καβαφικού κόσμου, ενώ η πρόθεσή του ήταν να τον αναβιώσει. Από τα πιο αδύναμα σημεία, η συμμετοχή του υπόλοιπου θιάσου.