Σε μια μπουάτ στην Πλάκα. Ντάλα χούντα. Το πρόγραμμα έχει τελειώσει και μια παρέα φίλων μουσικών, ανάμεσά τους ο Μανώλης Μητσιάς και ο Νότης Μαυρουδής, συζητάνε. Κάποια στιγμή ο Μαυρουδής παίρνει την κιθάρα κι αρχίζει να τραγουδάει την «Ομορφη πόλη» του Μίκη Θεοδωράκη. Σε λίγα λεπτά, ένα γκαρσόνι μπαίνει φουριόζο: «Στοπ! Ηρθε η Αστυνομία!».

Μια εικόνα από τις πολλές που είχαν δει τα μάτια του Μανώλη Μητσιά επί χούντας. Πέρα από τη δίκη Χαλκίδη και τους τοίχους ενός κελιού για κάνα τρίμηνο. Ηταν αυτή η «πολιτιστική ανελευθερία», όπως λέει, που τον είχε σοκάρει. Γι’ αυτό όταν του προτάθηκαν από τον Γιώργο Κουρουπό δύο συναυλίες στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών για τη μαύρη επέτειο της χούντας των συνταγματαρχών, την 21η και 22α Απριλίου, η πρώτη του αντίδραση ήταν αρνητική. Του ήρθαν όλα αυτά στη θύμηση.

Οταν το ξανασκέφτηκε και το συζήτησε με τον φίλο και συνεργάτη του τα τελευταία χρόνια Παντελή Βούλγαρη προτίμησε την πρώτη άρνηση να την κάνει θύμηση. Μνήμη. Και να φωτίσουν μαζί στις δύο συναυλίες τα τραγούδια που απαγορεύτηκαν από το καθεστώς της επταετίας και τη λογοκρισία του.

Ετσι θυμήθηκε ότι το 1968, όταν πρωτοπήγε στον Μίκη για να τον ακούσει, του έδωσε τα «Τραγούδια του Αντρέα» ή αργότερα πως του έστειλε από το Παρίσι τα «Λιανοτράγουδα». Τα οποία όμως δεν μπορούσε να τραγουδήσει. Η «πολιτιστική απαγόρευση», βλέπετε. «Απαγορεύτηκε ένας ολόκληρος πολιτισμός» λέει σήμερα. Μαζί και οι στίχοι των ποιητών που είχαν μελοποιηθεί και είχαν φθάσει έτσι στα στόματα όλων. Του Σεφέρη, του Βάρναλη, του Ελύτη.

«Βέβαια, ας μην ξεχνιόμαστε. Αυτό το κλίμα ανελευθερίας προϋπήρχε, αλλά τέλος πάντων τότε είχαμε δημοκρατία και δεν το μετράγαμε τόσο».

Ο Παντελής Βούλγαρης οπτικοποιεί αυτά τα «Απαγορευμένα τραγούδια», τον απαγορευμένο πολιτισμό, με επίκαιρα της εποχής. «Πρέπει να θυμηθούμε πώς και γιατί έγιναν όλα αυτά» λέει ο ερμηνευτής. «Ο φόβος υπήρχε παντού και με οτιδήποτε. Ακόμη και τραγούδια που είχαν τη λέξη «πουλί», όπως το «Πέταξε ένα πουλί», απαγορεύτηκαν. Ή το «Σφυρίζει η φάμπρικα» του Βασίλη Τσιτσάνη. Σήμερα δεν νομίζω ότι υπάρχει καταπίεση πολιτιστική. Εκείνο που άλλαξε είναι ότι δεν υπάρχει πολιτικό τραγούδι, όπως τότε. Γράφονταν τραγούδια με αιχμές. Αλλά και οι στίχοι των ποιητών περνούσαν. Λέγαμε την «Αρνηση» του Σεφέρη στην ταβέρνα. Τότε, οι συνθέτες έπαιρναν πράγματα δύσκολα και τα έφερναν στην ταβέρνα, στο στόμα των πολλών».

Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΣΑΛΟΝΙΟΥ. Και σήμερα; «Τώρα, μέσα στην κρίση, είναι αλήθεια ότι δεν φαίνεται να υπάρχουν δυνάμεις που να μας αναβαθμίσουν πολιτιστικά. Ζούμε την εποχή του σαλονιού και του ωχαδελφισμού. Σκέψου ότι δεν αρθρώθηκε ακόμη λόγος ισχυρός για τα Μνημόνια μέσα από τον πολιτισμό. Δεν υπάρχουν και εκείνοι οι άνθρωποι που μιλούσαν τότε με το τραγούδι. Μόνο μεμονωμένες περιπτώσεις ταλαντούχων ανθρώπων. Πέρασε εκείνη η άνθηση του ελληνικού τραγουδιού. Δεν βλέπω ονόματα αντίστοιχης αξίας γύρω. Δεν ξέρω αν υπάρχουν».

Οι τραγουδοποιοί, άραγε, που δίνουν έναν άλλον τόνο στο τρέχον δεν κάνουν κάτι γι’ αυτό; «Κάνουν εύκολα τραγούδια. Φυσικά, γράφονται και σήμερα ωραία τραγούδια, όμως άλλο είναι το ωραίο τραγούδι και άλλο το μεγάλο έργο. Ποιος θα πάρει σήμερα ένα ποίημα του Ρίτσου ή του Ελύτη όπως το «Αξιον Εστί» και θα το μελοποιήσει όπως τότε και θα έχει την επίδραση που είχαν τότε αυτά τα τραγούδια;». Σε εκείνη την εποχή, της «πολιτιστικής απαγόρευσης» αλλά και της μεγάλης δημιουργίας, κατά Μανώλη Μητσιά, είναι αφιερωμένες οι συναυλίες. «Αλλά και σ’ αυτούς που χάθηκαν, που ταλαιπωρήθηκαν, που έχασαν την ελευθερία τους».

INFO

«Τα απαγορευμένα τραγούδια» αύριο (Τρίτη) και μεθαύριο (Τετάρτη) στις 20.30 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Βασ. Σοφίας και Κόκκαλη, τηλ. 210-7282.333). Σκηνοθετική επιμέλεια – οπτικοακουστικό ντοκουμέντο: Παντελής Βούλγαρης. Ιστορική έρευνα – διαμόρφωση προγράμματος: Γιώργος Μονεμβασίτης. Συμμετέχει λαϊκή ορχήστρα.