Σάλο έχει προκαλέσει μια νέα μελέτη που έδειξε πως όσοι τρέχουν συχνά και πολύ είναι οι ηττημένοι στον αγώνα για μακροζωία, ενώ αντιθέτως όσοι κάνουν τζόγκινγκ με ρέγουλα σφραγίζουν το διαβατήριο προς τα τελευταία -ήντα κι ακόμα παραπέρα.

Η μελέτη, που πραγματοποιήθηκε στη Δανία, είναι η νεότερη από μια σειρά επιστημονικών εργασιών οι οποίες προσπαθούν να δώσουν απάντηση στο ερώτημα «πότε είναι η άσκηση υπερβολική;».

Αν και η συστηματική γυμναστική ωφελεί σοβαρά την υγεία και προγενέστερες μελέτες έχουν δείξει πως οι ασκούμενοι ενήλικοι διατρέχουν κατά 30% χαμηλότερο κίνδυνο πρόωρου θανάτου σε σύγκριση με τους καθιστικούς συνομηλίκους τους, παραμένει άγνωστη η δόση της άσκησης που απαιτείται για να επιτευχθεί αυτό.

Το σίγουρο, όμως, είναι πως όταν κάποιος το παρακάνει υπάρχουν συνέπειες, γράφουν οι δανοί ερευνητές στο τρέχον τεύχος της «Επιθεώρησης του Αμερικανικού Κολεγίου Καρδιολογίας» (JACC). Και φέρνουν ως παράδειγμα την πιο διάσημη περίπτωση «θανατηφόρου υπερδοσολογίας» της άσκησης: τον αγγελιαφόρο ο οποίος έπεσε νεκρός έχοντας τρέξει από τον Μαραθώνα έως την Αθήνα ασταμάτητα για να φέρει το μήνυμα της νίκης των Αθηναίων επί των Περσών στη Μάχη του Μαραθώνα.

Με αφορμή εκείνον τον πρώτο αρχαίο μαραθωνοδρόμο και μερικούς άλλους σύγχρονους, οι οποίοι έχουν χάσει τη ζωή τους από καρδιολογικά αίτια (υπολογίζεται ότι σχεδόν ένας στους 5.000 μαραθωνοδρόμους χάνεται εξαιτίας σοβαρού καρδιαγγειακού επεισοδίου), οι δανοί ερευνητές εξέτασαν πώς επηρεάζει τη μακροζωία το ελαφρύ, μέτριο ή μανιώδες τρέξιμο. «Η μακροχρόνια υπερβολική άσκηση μπορεί να σχετίζεται με προβλήματα όπως η αποτιτάνωση (σ.σ. συσσώρευση ιζημάτων ασβεστίου) των στεφανιαίων αρτηριών της καρδιάς, η διαστολική δυσλειτουργία και η δυσκαμψία των αρτηριακών τοιχωμάτων» γράφουν ο δρ Πέτερ Σνορ από το νοσοκομείο Φρέντερικσμπεργκ της Κοπεγχάγης και οι συνεργάτες του.

Ωστόσο, «εξ όσων γνωρίζουμε, δεν έχει υπάρξει ειδική μελέτη για τη μακροζωία των μαραθωνοδρόμων, των ημιμαραθωνοδρόμων ή των αθλητών του τριάθλου, αν και τέτοιου είδους μελέτες σαφώς θα ήταν πολύ ενημερωτικές». Για να διερευνήσουν οι ίδιοι το θέμα, παρακολούθησαν επί δώδεκα χρόνια την πορεία της υγείας 1.098 υγιών εθελοντών ηλικίας 20 έως 86 ετών οι οποίοι έτρεχαν συστηματικά και 3.950 συνομηλίκων τους που δεν γυμνάζονταν. Εως το τέλος της περιόδου παρακολούθησης, 28 από τους δρομείς και 128 από τους μη δρομείς είχαν χάσει τη ζωή τους.

Αν και οι λάτρεις του τρεξίματος ως ομάδα φάνηκε να ζουν περισσότερο απ’ ό,τι οι ενήλικοι που δεν γυμνάζονταν, μια προσεκτικότερη ματιά στα στοιχεία αποκάλυψε ότι οι θνησιμότητες ήταν μειωμένες μόνο σε όσους έτρεχαν λίγο ή μέτρια. Σε όσους έτρεχαν μανιωδώς, η θνησιμότητα δεν είχε στατιστικώς σημαντική διαφορά από εκείνη των καθιστικών εθελοντών.

Ποιοι δρομείς θεωρήθηκε ότι έτρεχαν μανιωδώς; Οσοι έτρεχαν πολύ, συχνά και με μεγάλες ταχύτητες ή αλλιώς με ταχύτητα μεγαλύτερη από 11,2 χιλιόμετρα την ώρα (pace μικρότερο από 5.20), επί περισσότερες από 4 ώρες την εβδομάδα και επί περισσότερες από 3 ημέρες την εβδομάδα.

Η μελέτη αυτή επ’ ουδενί λόγω αποτελεί την τελευταία λέξη της επιστήμης στο όλο θέμα. Οι ίδιοι οι ερευνητές γράφουν στο άρθρο τους πως πρέπει να διερευνηθεί περαιτέρω. Εντούτοις παρέχει μερικές χρήσιμες ενδείξεις.

Τι προτείνουν οι ερευνητές

Λίγα χιλιόμετρα, χαμηλές ταχύτητες

Η «δόση» του τρεξίματος που συσχετίσθηκε περισσότερο απ’ όλες με τη μειωμένη θνησιμότητα ήταν τρέξιμο λίγες φορές την εβδομάδα (δύο ή το πολύ τρεις) με χαμηλή ταχύτητα (8 χλμ./ώρα –ακούγεται αστείο σε κάποιους αλλά μιλάμε για pace 7.30) και όχι επί περισσότερο από δυόμισι ώρες την εβδομάδα. Οσοι εθελοντές έτρεχαν με αυτό τον ρυθμό είχαν κατά 78% λιγότερες πιθανότητες να χάσουν τη ζωή τους στη διάρκεια της δωδεκαετίας.

Το εύρημα αυτό «υποδηλώνει ότι πιθανώς υπάρχει ένα ανώτατο όριο στη δόση της άσκησης που είναι ιδεώδης για να ωφεληθεί η υγεία» δήλωσε ο δρ Σνορ. «Αν ο στόχος ενός αθλούμενου είναι να μειώσει τον κίνδυνο θανάτου και να ζήσει περισσότερο, το τρέξιμο λίγες φορές την εβδομάδα με μια μέτρια ταχύτητα είναι η καλύτερη στρατηγική. Οτιδήποτε περισσότερο από αυτό όχι μόνο δεν του χρειάζεται, αλλά ενδέχεται να είναι και επιζήμιο». Μαζί του συμφωνεί η δρ Κάρολ Γουότσον, αναπληρώτρια καθηγήτρια Καρδιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Λος Αντζελες (UCLA), η οποία λέει πως πολλές προγενέστερες μελέτες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το μέτρο στο τρέξιμο έχει τις καλύτερες εκβάσεις όσον αφορά τη μακροζωία. «Οι άνθρωποι δεν γεννήθηκαν για να κάνουν καθημερινά ποδήλατο βουνού ή να κάνουν καθημερινά προπόνηση για Μαραθώνιο» δήλωσε παραστατικά η δρ Γουότσον, η οποία δεν συμμετείχε στη νέα μελέτη. «Αν και σαφώς το τρέξιμο κάνει καλό στην καρδιά και στην υγεία γενικότερα, υπάρχει μια μικρή αύξηση της θνησιμότητας στους μανιώδεις δρομείς έναντι των μετρίων».

Η αντίθετη άποψη

«Μην τρομοκρατείτε τους ασκούμενους»

Αλλοι ειδικοί αντιτείνουν πως το γεγονός ότι κάτι (το πολύ τρέξιμο) δεν είναι ωφέλιμο δεν συνεπάγεται αυτομάτως ότι είναι επιβλαβές. «Παρότι οι πιο πρόσφατες έρευνες υποδηλώνουν ότι η φυσική δραστηριότητα δεν είναι απαραιτήτως καλύτερη για την υγεία πέραν ενός ορισμένου ορίου, απαιτούνται περισσότερα επιστημονικά στοιχεία για να αποφανθούμε εάν όντως είναι χειρότερη γι’ αυτή» γράφει σε σχόλιό της, που συνοδεύει τη νέα μελέτη, ομάδα επιστημόνων υπό τον δρα Ντ. Σ. Λι από το Τμήμα Κινησιολογίας του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Αϊοβα.

Ο δρ Λι και οι συνεργάτες του διευκρινίζουν πως από τους συμμετέχοντες στη νέα μελέτη μόνο οι 40 ήταν αυτό που θα λέγαμε μανιώδεις δρομείς, ενώ όσοι έκαναν ελαφρύ έως μέτριας έντασης τζόγκινγκ ήταν εκατοντάδες. Αν οι μανιώδεις δρομείς ήταν περισσότεροι, ίσως ανιχνευόταν και σε αυτούς όφελος στην επιβίωση, γράφουν. Θα ήταν επομένως πρόωρο να τρομοκρατηθεί ένας ασκούμενος και να μειώσει τη συχνότητα, την ένταση ή/και τη διάρκεια του τρεξίματός του, λένε. Τι πρέπει επομένως να κάνει κανείς; Προς το παρόν να συνεχίσει τη ρουτίνα του –και όταν κατασταλάξει η επιστήμη, εδώ θα είμαστε για να τα ξαναπούμε.